Παρά Δήμον ονείρων
04-11-2017

Όνειρα, αν εξαιρέσω ένα που το τοπίο του επανέρχεται συχνά κάθε τόσο, δεν θυμάμαι, κι ας βλέπω ένα σωρό. Ωστόσο, σημείωσα ένα της μητρός μου, που μου το εκμυστηρεύτηκε, πάνε αρκετά χρόνια:

ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ,20 Μαρτίου 2003

Ήταν ντυμένη στα λευκά, νέα, και βλέπει τον πατέρα μου, σαραντάρη, ντυμένο στα λευκά. Σε ένα λευκό καλοκαιρινό νησί.
«Πες στον Πάνο να μη στεναχωριέται» της λέει.
«Του αγόρασα το ξενοδοχείο Να
ΐς»

 Έκτοτε, συχνά αναρωτιόμουνα ,εάν «βγήκε» ή όχι. Το λευκό χρώμα, η λέξη «ναΐς», επί πηγαίων, λιμναίων και ποταμιαίων νυμφών, ήταν αρκετή πρόκληση. Αλλά άκρη δεν έβγαζα.

Ώσπου δυο γραμμές από το ημερολόγιο που άφησε, θεράπευσαν το ζήτημα. Σήμερα διάβασα λίγα αποσπάσματά του. Την ίδια μέρα, σημειώνει:

Πάνος με νέα ύπαρξη. Ο Δον Ζουάν ξαναχτύπησε. Βρισκόμαστε στα φλερτ. Συγκλονίστηκα και θύμωσα. Το πρωί του τηλεφώνησα. Του έρριξα καρφιά, τάχα όνειρο, τάχα διαίσθηση, ότι είναι μπερδεμένος. Αυτός τίποτε. Μελιστάλαχτος.

Δεν είδε κανένα όνειρο. Επινόησε ένα. Γι’ αυτό δεν έβρισκα αντιστίξεις. Ωστόσο, μετά από εβδομάδες, άλλη καταγραφή ονείρου της. Που δεν φρόντισε να μου αναφέρει:

 6 Ιουνίου 2003. Τα χαράματα ξύπνησα από  όνειρο τρομαχτικό. Άναψα άσπρη λαμπάδα και κεριά στο σκήνωμα του Πάνου. Κείτονταν κάτω, σε άσπρα σεντόνια με δεμένο το κεφάλι με άσπρες γάζες.Τρομερό.

 Ανήμερα, και στις προσεχείς αθέατες του Ιουνίου ημέρες, παραιτήθηκα από τη δουλειά μου, νοσηλεύτηκα για σοβαρό επεισόδιο και πούλησα τα βιβλία μου, εξ ανάγκης. Ικανή και αναγκαία συνθήκη που δικαιολογούσε κάθε ρεσώ και κάθε σπαρματσέτο επί της κεφαλής μου.

Αφήγηση, Κώδικας, Μοτίβα. Στη ζώνη του λυκόφωτος.

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

*
*
*