73. Γυναικοκρατία
Όταν η Αϊσέ, είκοσι και ενός ετών, χαριτωμένη και σεμνή δασκαλίτσα, ξετρύπωσε από το Κονάκι του Ταξίμ και την οδήγησαν στην έδρα των επιχειρήσεων Εμίνογλου, στο Κιουτσούκ Τσεκμετζέ, έμοιαζε με άνθος που ξεφύτρωσε από μια χωματερή.
Ο Εμίνογλου, ενώ περνούσε τους μήνες του σε ένα υπηρεσιακό κουπέ στα τρένα του κράτους, ελέγχοντας ταυτότητες και παραδίδοντας κατασκόπους στις αρχές, φρόντισε, μόλις κατάλαβε πως θα χρόνιζε σε αυτή τη θέση, να καλεί εναλλάξ τις ψυχοκόρες του και στις ατέλειωτες ώρες του ταξιδιού, τις έμπαζε στις δουλειές του. Εξηγούσε τις εταιρείες και την διακίνηση των προϊόντων του, σημείωνε πού υπάρχουν αποθήκες και πώς γινόταν η διακίνηση, και γενικά, μιλούσε στα κορίτσια και τα καθοδηγούσε με κάθε λεπτομέρεια, προσπαθώντας να ξεχωρίσει, μέσα από τα νιάτα τους, τις αρετές που φανέρωναν. Ποια θα ήταν στα λογιστικά, ποια στο προσωπικό, ποια στην ανάπτυξη της δουλειάς και τις νέες αγορές.
Η Αϊσέ ήταν πρώτη στον κατάλογο. Έτρωγαν πρώτη θέση στο βάγκον ρεστοράν, συνήθως σούπα και μια σαλάτα με όσπρια, κι έπιναν αϊράνι. Της ανέλυε τα πάντα, της μάθαινε μυστικά των τόπων και των προϊόντων και φυσικά, την έβαζε να σημειώνει πιστούς ή ικανούς υπαλλήλους στους οποίους θα μπορούσε να στηριχτεί. Μετά από δύο πήγαινε-έλα του μεγάλου συρμού, γύρω στην εβδομάδα, την κατέβαζε στον Βόσπορο και την έστελνε στα κτήματα και στις ψαρόσκαλες της Θράκης για να εμπεδώσει τα μαθήματα. Και η κοπέλα επέστρεφε στο μεθεπόμενο δρομολόγιο και του έδινε λογαριασμό. Εκείνος σημείωνε, σημείωνε συνεχώς, ώσπου της ανέθεσε την πρώτη επιχείρηση, να την διευθύνει δυο μήνες και να δει αποτελέσματα.
Ακολούθησε η Άφρα και στο τέλος η Μπολούρ. Ερχόταν με το βαλιτσάκι και την καπελιέρα τους, ευρωπαϊκά ντυμένες και κρατώντας περιοδικά για το ταξίδι, ήταν πρόθυμες να μάθουν και εγκάρδιες, κι ο Εμίνογλου χαίρονταν κι αγάλλονταν με την πρόοδό τους. Για πολιτική δεν μιλούσαν ποτέ. Μόνον για τις δουλειές και τα εμπόρια. Ήταν και πόλεμος, οπότε υπήρχαν πολλοί έλεγχοι και εποπτεία στη διακίνηση αγαθών και καμιά φορά οι υπηρεσίες μπέρδευαν αρμοδιότητες.
Οι εποχές εναλλάσσονταν, το κουπέ του Εμίνογλου απέκτησε κλειδαριά, η ζέστη το χειμώνα ήταν εξασφαλισμένη, και το καλοκαίρι, ιδίως στην έρημο και στην ξεραΐλα, τα κορίτσια άφηναν τις ντροπές και αφαιρούσαν κάλτσες, ρούχα και παπούτσια, ενώ δροσίζονταν με ελαφρά σερμπέτια και έβρεχαν με ένα πεσκιράκι σε λεκανίτσα τους λαιμούς, τα μπράτσα και τους ώμους των.