30. Οι φιληνάδες
Ενόσω ο γιατρός γιάτρευε τα οικονομικά της Σούρας στην Κατάη, οι δυο βασίλισσες, αλληλογραφούσαν. Ο Σενέτ ήδη ήταν απαραίτητος στην Σαχίνη και την είχε οδηγήσει στα άστρα και τα σύννεφα. Ήταν βίαιος και ασυνεπής άνθρωπος, αλλά τόσο καλοχτισμένος, που δεν το πρόσεχε κανένας. Κυρίως, είχε διαφημίσει την κυρά του, την βασίλισσα Αΐντα, όσο κανένας κόλακας δεν θα άντεχε. Όταν έφτασε να αναπαριστά, πάνω στο κορμάκι της Σαχίνης, τα καμώματα και τα χάδια που άρεζαν στην Θεά του, εκείνη τα τύπωσε στο μυαλό και της το έγραψε, σε διπλωματική γλώσσα:
«Ο πρέσβυς σου, ω ευγενής θεότης με τα μαλλιά σε κόμπους άπειρους, καθ’ ά διδάσκει η εικών σου, με πληροφόρησε για τις διαδρομές των δαιμόνων και των αγγέλων που οργώνουν την ύπαρξή σου. Γι’ αυτό και πόθος με κατέλαβε να σε γνωρίσω δια ζώσης, τηρώντας την θεϊκή επετηρίδα φυσικά, προκειμένου την σκόνη των άστρων και των ζωδιακών τας τεθλασμένας ράβδους, να εμφυσήσω ηπίως εις το μέλαψό σου δέρμα, ώστε να κλειστεί η δυσθυμία σε άγνωστη φυλακή και τα άκρα σου να χύνονται ως ποταμοί των παραδείσων υπέρ της ευλογίας της χώρας σου».
Η απάντηση δεν άργησε.
«Σε τιμά, αδιαμόρφωτη μικρή νύμφη της Ευδαίμονός σου χώρας, η τήρηση των θείων και ιερών κανόνων της Βασιλείας μου, ώστε να μου αναγνωρίζεις προτεραιότητα εις πάντα. Θα σε γνωρίσω, βεβαιώσου επ’ αυτού».
Η Σαχίνη κρατούσε το γράμμα σε πυξίδα από την χώρα των Μαλλών και το είχε καταντήσει αδιάβαστο, καθώς το έλουζε με δάκρυα χαράς. Και ο Σενέτ, με τις πληροφορίες του, της ενίσχυε το πάθος.
«Καμία νύμφη και καμία θεά δεν ευτυχούν στον κόσμον αυτόν, πάρεξ οι άοπλες και φαινομενικά ακίνδυνες μάγισσες. Και τώρα που γνώρισα το σύστημά σας, έμεινα κατάπληκτος από την εξυπνάδα σας, να αφαιρέσετε τον πόλεμο από τις αξίες σας και να διαδίδετε μόνον αυτά που οι βασιλείς του κόσμου ανέχονται».
Η Σαχίνη ζούσε μέσα σε αυτό το πνεύμα, αλλά μόνον όταν ο Σενέτ της το εξήγησε, μπόρεσε να εκτιμήσει την πολιτική του Λεοντίου. Στην ουσία, ήταν μια ήρεμη διείσδυση φιλίας σε ένα σύμπαν εθισμένο σε πολέμους και αιματοχυσίες. Η άοπλη κυβέρνηση και οι λαοί της Σούρας, λειτουργούσαν όπως οι θεραπευτικές γάζες και τα φίλτρα στα χέρια έμπειρου θεραπευτή. Όλοι επιθυμούν να πλουτίζουν, να έχουν πάθη και φιλοδοξίες, αλλά στα χέρια των γιατρών, τα πάθη εξαφανίζονται, διότι ενεργεί επάνω τους μια αόρατη συμπάθεια προς τις θεραπείες και τα φάρμακα.
Η αλληλογραφία των δύο βασιλισσών, βάστηξε ένα σεληνιακό έτος και αργότερα εκδόθηκε και την είχαν στο προσκεφάλι τους αγνές παρθένες και νύφες πριν την εμπειρία της παστάδας. Αν διαβαστεί σήμερα, θυμίζει καλές, πιστές φιληνάδες που εξομολογούνται το σημαντικό και το ασήμαντο με την ίδια προσοχή και ευαισθησία.
Στο μεταξύ, κι ώσπου να επιστρέψει ο Λεόντιος, ο Βαρσάκ, διδαγμένος, διπλασίασε τις φυλές που κυβερνούσε η Σούρα. Ο θίασος των κυβερνητών της φυλής των Γκιοραλήδων, ήδη ετοιμάζονταν να κατοικήσει το ανάκτορο, το ένα και μοναδικό. Του έλειπαν μόνον αγάλματα, δάπεδα και οβελίσκοι, αλλά η μικρή βασίλισσα, έκλεβε τη μαγεία της νύχτας και συχνά κοιμόταν, μόνη ή με τον Σενέτ, στο εργοτάξιο, ανάμεσα σε χρωματιστά δάπεδα και δίπλα στην μεγάλη δεξαμενή με το αθάνατο νερό.