Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Έπειτα, μέσα στην εμφύλια διαμάχη και στη γενική αναταραχή, έρχονται οι Τούρκοι. Τουλάχιστον δύο γενιές πριν την άλωση της Πόλης, εγκαθιστούν τους νομάδες πολεμιστές τους στα γυμνά βουνά της μακεδονικής ενδοχώρας και συμβιώνουν με τους χριστιανούς σε συνθήκες που γίνονται ολοένα και πιο δυσμενείς για τους τελευταίους. Αλλά και πάλι μιλούν τα βουνά, τα τενάγη και οι λίμνες.
Το γένος ακμάζει στις ορεινές μονιές του˙ και οι πληθυσμοί, που έχουν όραμά τους τον Αριστοτέλη και τον Αλέξανδρο γεμίζουν την Πίνδο, το Γράμμο, το Βέρμιο, τις δυτικομακεδονικές κοιλάδες, τα Βαρόσια στις μεγάλες πόλεις, με τα αρχοντικά τους και την προκοπή τους, μέσα από παράξενες εμπορίες και μεταφορές, με τα σχολεία που εφοδιάζουν τον ελληνισμό με όλο και περισσότερους πιστούς. Οι περιηγητές, που έρχονται στη Μακεδονία σ’ όλο τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα, εντυπωσιάζονται απ’ αυτούς τους νευρικούς ‘Ελληνες, που κάθονται σε αυλές γεμάτες αρχαία ευρήματα, που η βιβλιοθήκη τους στενάζει από αρχαίους συγγραφείς αλλά και τη φιλοσοφία της εποχής.
Οι Μακεδόνες, ακόμη κι αν οι ιστορικές συγκυρίες έχουν κάνει κάποιους δίγλωσσους, δεν έχουν καμιά αμφιβολία για την προέλευση και το φρόνημά τους. Από τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, όμως, ο φθίνων ευρωπαϊκός ρομαντισμός, η ανακάλυψη της ομορφιάς μέσα στη βαρβαρότητα, η αποστροφή στον κλασικισμό άρχισαν να φέρνουν καρπούς. Τα νέα εθνικά βαλκανικά κράτη, που όφειλαν να στήσουν μια πολιτική ζωή αυτοτελή, κινήθηκαν με εθνικιστικά κριτήρια˙ και αποτέλεσμα ήταν να οργιάσουν κάθε λογής προπαγάνδες στη Μακεδονία. Αμήχανοι Σκλαβήνοι του έβδομου αιώνα, που μετά βίας επιβίωναν στους βάλτους, βαφτίστηκαν αρειμάνιοι πολεμιστές που εξαφάνισαν τον ελληνισμό. Ελληνόφωνοι Βούλγαροι, που μιλούσαν για τους θείους τους εις Σαλονίκην, μετά από χίλια χρόνια θεωρήθηκαν ελληνοκτόνοι Αττίλες που έσπειραν κοινωνικούς σχηματισμούς του Πρίπετ στο Στρυμόνα και στον Αξιό. Λατινόφωνοι επιχώριοι, με ελληνορωμαϊκό φρόνημα, πανάρχαιοι κάτοικοι με ιδιοσύστατους μύθους και μουσική, θεωρήθηκαν πλάνητες από το Δούναβη, αποκομμένοι από την υποθετική τους κοιτίδα.
Η υποτιθέμενη σλαβική πλημμυρίδα χρωστάει πολλά και στους ίδιους τους Έλληνες, που, επί πολλά χρόνια, θεώρησαν σλαβικό καθετί που δεν ελληνοφωνούσε ή ήταν απλώς αδιερεύνητο. Η λατινική επίδραση στη Μακεδονία υποτιμήθηκε χάριν της σλαβικής.
Η δικαιολογημένη καχυποψία των Ελλήνων προς ό,τι δυτικό ήταν η αιτία αυτών των μεταλλαγών. Δεκάδες χωριά της Μακεδονίας που λατινοφωνούσαν έφτασαν στην τελευταία γενιά του δεκάτου ενάτου αιώνα, χάρη στη δραστήρια κίνηση των Βουλγάρων, να μιλούν για το σλαβόηχο ιδίωμα, αυτό που οι θρασύτεροι καλαμπουρτζήδες της περιοχής θεωρούν ως Μακεδονικό.
Χρειάστηκε η σκληρή φάση του Μακεδονικού αγώνα για να παραμείνει η Μακεδονία σε ελληνικά όρια. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι και η μικροπολιτική έφεραν τα υπόλοιπα.
Σήμερα, η Μακεδονία ακολουθεί τη μοίρα της Ελλάδας. Στα χωριά της θάλλει το ημιφορτηγό και η καφετέρια, ο ουρανός της φωτίζεται από τα φωτορυθμικά των χωραφιαίων ντίσκο. Και το ουίσκι ποταμός αργά το βράδυ, δίπλα στα παρατημένα από άγονες επιδοτήσεις εργοστάσια. Νεολαϊκοί καημοί και συναυλίες καλοκαιρινές, σκλαβηνίες των σκυλάδικων και αρχαιοκάπηλοι με ταϊβανέζικη τεχνολογία κρύβουν τις καραμπίνες στα τετρακίνητα. Τα κανάλια φαρμακωμένα από τα χημικά˙ και οι πρόεδροι, εξήντα ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Αλλά, παντού η γη της Μακεδονίας υπάρχει υπερέχουσα. Φιλότιμοι ερευνητές στην επαρχία θρυμματίζουν τον ιστορικό πηλό και θυμίζουν στους γείτονες από πού κατάγονται και πού μπορεί να οδηγηθούμε. Στα πανεπιστήμια και στις μη παραγωγικές δημόσιες υπηρεσίες κακοπληρωμένοι αρχαιολόγοι οδηγούν τους εργάτες σε μαγευτικές αποκαλύψεις. Και το γλέντι σε πολλές παρέες εξακολουθεί να είναι τελετουργικό. Παντού στη γη της Μακεδονίας θάλλει ακόμη ο καλός λόγος, ένα άνετο χαγιάτι, άνθρωποι με ζωντανές ιδέες˙ παντού στη γη της Μακεδονίας οι άνθρωποι, μόνοι ή κατ’ ακροατήριο, διψούν για τη γνώση και την προκοπή. Και εκείνη η μουσική… γλυκύτατη και μουδιασμένη, ακόμη κι αν βγαίνει από τους σκονισμένους ενισχυτές ενός πανηγυριού.
Στις Αιγές πλησιάζει το βράδυ. Στο Λόγγο της Έδεσσας η υγρασία κάνει φαιόχροα τα ερείπια. Κάτω από τα ροδάκινα της Μίεζας θάλλει η ζωγραφική των νεκρών ηρώων. Λάμπει η πλατεία της Αιανής και το πλάτωμα της Καισαρειάς. Στο Σπηλιό ο κόσμος χωρίζεται σε βράχους. Γαλάζιος ο Βενέτικος, της Άρνισσας ζυγοί. Παζάρια των Σερρών και της Ζίχνης λοφάκια. Λεπίδι της Χαλκιδικής και θάσια δελφίνια. Ελικωτή Θεσσαλονίκη, ικμάδα του Κιλκίς, μυγδονικές ομίχλες, κρασί της Γουμένισσας. Είμαστε εδώ και ο χρόνος κυλάει κλείνοντας ο αιώνας στη δική του λογική.
Είμαστε εδώ.