Το αγόρι με την νάιλον σάκα δεν έχει σάκα αλλά μια μπλε σακούλα στον ώμο, από αυτές που οι υπόλοιποι χρησιμοποιούμε για να πνίξουμε αμφίβια του μπλε της Μεσογείου. Δε λυπάται για το δράμα του πολυεστέρα. Το ενδιαφέρουν πιο πολύ άλλα υλικά, το χαρτί, το ξύλο, ο μόλυβδος και η σκληρότητα στη ζωή του συμβολίζεται με B, H και F. Κλείνει τα αφτιά του στη βαβούρα των διαφημιστικών γραφείων και στα σλόγκαν της οκάς και μαθαίνει να μιλάει με λόγια ολόκληρα και τραγουδιστά.
Το αγόρι με τη νάιλον σάκα δε χτυπιέται σαν το χταπόδι επειδή το ξέχασε ο νονός ή ο Άι Βασίλης. Όταν κλαίει, κλαίει για να εξατμίσει το σύννεφο του πόνου που κρύβει μέσα του και για να θυμίσει την ύπαρξη του μόνο σε όποιον την ξεχνάει. Τα αθώα του ‘’γιατί’’ θα έχουν πάντα νόημα και δεν θα γυροφέρνουν το πορτοφόλι της μαμάς. Η πίστη του δε γνωρίζει από αντίδωρα και δε ζητάει αποδείξεις των πολλών μαύρων γραμμών και των μεγάλων αριθμών. Θα μάθει να μετράει πέρα από αυτούς και χωρίς αυτούς
Το αγόρι με τη νάιλον σάκα δεν πτοείται από τα σκαμπανεβάσματα της αγοράς . Σηκώνει με νόημα τους ώμους, ανυψώνει με θάρρος το πόδι και πατάει κάτω όλα τα άλλα βήματα στον δρόμο του, κι αυτά που βιάζονταν να προλάβουν ένα τίποτα κι αυτά που λέρωναν τα πάντα στο διάβα τους κι αυτά που συνέχιζαν χωρίς να νοιάζονται τι υπάρχει από κάτω. Δεν ακροβατεί στα πεζοδρόμια για να τρομάξει δήθεν τη μαμά, αλλά τη χαρίζει στα μικρά του αδερφάκια , για να αποδείξει πόσο πολύ έχει μεγαλώσει.
Το αγόρι με τη νάιλον σάκα δεν το λυπάμαι. Όχι χωρίς την κατάλληλη μουσική επένδυση και την απαραίτητη σκηνοθετική ματιά. Η ζωή έχει τη δυνατότητα να βγάζει μέλι ακόμα και από την πέτρα. Πέτρα σαν κι αυτόν. Πέτρα που πάνω της έπεσαν οι βόμβες διαμελιστών. Πέτρα που πάνω της έσκασαν τα κύματα του Αιγαίου. Δεν έσπασε, δε βούλιαξε. Την ξέβρασε το κύμα σε μια στεριά και αυτή το πρώτο που έκανε, ήταν να χαρεί τον ήλιο. Κι έπειτα να μπει θεμέλιο, να στεριώσει τον Κόσμο.