Πήγε ο “Ηρακλής” στο Λαγκαδά να παίξει και δεν άφησαν κάμερα να μπει στο γήπεδο για στιγμιότυπα. «Είναι κρατική» επέμενε ένας από το συνεργείο. «Ό,τι πει ο Πρόεδρος» απαντούσε ένας ντυμένος παράγων. Ο Λαγκαδάς είχε στρωμένον διαιτητή και κέρδισε στο 91 με ένα γκολάκι. Οι γρηέντζες από το Σαλονίκι «αποκάλυψαν» πως ο ρέφερης είχε κάνει ζημιά στον Παλαιό Μυλότοπο, αλλά δε βαριέσαι. Η ήττα είναι ήττα στις χαμηλές κατηγορίες.
Αχ, Κυριακοδεύτερες αναμετρήσεις σε μάταια γήπεδα μονής κερκίδας, χτισμένης πάντα κόντρα στον εκδυτικό ήλιο, να φαίνονται οι παίκτες ωσάν σκιές και να κρύβονται τα μπινελίκια. Ο Λαγκαδάς δεν έχει λεφτά, δεν έχει παίκτες, δεν έχει αφεντικό να κρατάει βραδυνή εκπομπή που αλαλιάζει με αστικοποινικά αδικήματα τους ενάντιους και ο Αλέφαντος δεν καταδέχεται να παίζει το σουμπούτεό του σε κάτι παρακάτω από τη Γιουβέντους.
Κι έτσι, για να κερδίσει στην έδρα του (επειδή το έχει κομποδεμένο ότι θα χάνει εκτός) πρέπει να παίζει τον γκιουλέκα πέριξ του χόρτου, ακόμη και μολυσμένη γκαζόζα να προσφέρει, μπηχτές γροθιές μυτάκι στους ζωηρούς φιλάθλους να βγάλουν το σκασμό, φάλτσα σφυρίγματα με διαβεβαιώσεις τρελής γαρδούμπας στην ταβέρνα προς το Περιβολάκι για το συνεργείο των διαιτητών. Κι ένα μπουκάλι Τζόνι για το κατευόδιο.
Αλλά για να τελεσθούν αυτά, οι Ηρακλειδείς πρέπει να προσκομιστούν ανθοστόλιστοι στα θεσμοφόρια των Παρθένων της ιεράς Φηγού που φιλοξενεί ερωδιούς στα κλαδιά της, εκεί που κρέμονταν εμφύλιοι αντάρτιδοι κάποτε.
Ντροπαλοί, αιδήμονες, ροδαλοί, να τους διακορεύσουν ηθικώς, να απειληθούν, να τους ψιθυρίζουν πάνω στο τζαρτζάρισμα «έλα να στη βάλω, παλιο καρέτα- καρέτα» αλλά η κάμερα να λείπει.
Η κάμερα είναι στοιχείο και στοιχειό. Χωρίς αυτήν, ο λόγος σου στο λόγο μου, ο βουλευτής σου στον βουλευτή μου. Ειδικά εάν ήσουν μαθημένος σε μεγάλα γήπεδα και πρέμιερ λύγκ, η παρενόχληση των μουστακαλήδων θα είναι όλη δικιά σου.
Φιμωμένοι αγώνες, αφανείς στην κοιλιά μιας κάμερα ομπσκούρα κι ας μην είναι μιλημένοι. Κι ας πασχίζουν τα παιχτάκια πάνω στη φιλοσοφία μιας ντρίμπλας, βέβαια πώς θα τους κλαδέψουν την ήδη ραγισμένη περόνη, την ώρα που ο Μοσκοβισής, στον πράγματι μιλημένο αγώνα της τρίτης αξιολόγησης, παινεύει τους γραικύλους που πίνουνε το κώνειο σαν Κροάτες καραβανάδες, αλλά τους επιτρέπουν οκταμηνίτικες προσλήψεις, αρκεί να τελειώσει τσάτρα πάτρα ο Αγώνας, όσο που να ‘ρθει ο Μόσκοβος, να φέρει το σεφέρι, την ώρα που ο Κυριάκος Μ. κάνει σήματα με το καθρεφτάκι στον Λάμπρο Κατσώνη πως δεν θα μπαρκάρει κανένας συγγενής του επειδή οι γοργόνες του φέρνουν γρουσουζιά.