Κάποιος του κάρφωσε στο μαραμένο μυαλό ότι ο Νόστος εκφράζεται με την «Οδύσσεια», άρα η Ιθάκη παραμένει τηλαυγής ποθητός λιμένας μιας περιπετειώδους ζωής. Επομένως, τον έπεισε δυο ή τρεις φορές ο μαραμένος, άπελπις κειμενογράφος του, να αναφερθεί σε λήξη των περιπετειών του βίου των μνημονίων, με αναφορά στο Ιόνιο νησί.
Στην Ιθάκη ο Οδυσσέας έφτασε μετά είκοσι έτη, και τον αποβίβασε ένα απήδαλο σκαρί Φαιάκων, που κατά την παράδοση, το δείχνουν ακόμη πετρωμένο μεσοπέλαγα. Τον αναγνώρισε ο σκύλος του, ένας βοσκός και η παραμάνα του. Η Αθηνά φρόντιζε να του δίνει λάμψη η ταπεινότητα, σάμπως να ήταν η Κωνσταντοπούλου στα ντουζένια της προεδρικής της ευωχίας. Βρίσκει το τσαρδί ρημάδι, ταπεινώνεται και θριαμβεύει, σκοτώνει τους μνηστήρες και τα παροδικά τους ταίρια. Είναι μια αιματόβρεχτη επιστροφή και ο θάνατος ζητά δικαιοσύνη. Δεν βρίσκει ηρεμία ο Οδυσσέας. Απεναντίας, αυτός και η Πηνελόπη, η Κίρκη, ο Τηλέμαχος ο ακαμάτης και λοιπά, ανταλλάζουν ταίρια και ο Οδυσσέας, διωγμένος από τους Ολύμπιους να καταφύγει σε μέρος που δεν ξέρουν τι είναι το κουπί, σκοτώνεται από έναν υγιό που δεν τον πρόβλεψε. Στην χώρα των Βρυγών που ως Φρύγες γνωρίσαμε μετά μερικούς αιώνες. Ως ηπειρώτης, ο Τσίπρας εκπληρώνει επιμηθεϊκώς την Τηλεγονία του.
Χτεσινά ξινά σταφύλια και λάδια ταγγιασμένα, θα μου ειπείς. Σα να διαβάζεις Ιστορία από Κορδάτο ή από Σιμωνίδη. Μόνη αναλογία θα έβρισκα, για τον Τσίπρα και το φουσάτο του, κάποια χαλαρή αντιστοιχία με τον Πύρρο που γέμισε πύρρειες νίκες το βιογραφικό του και πόθανε από ένα κεραμίδι που του κοπάνησε μια Αργίτισσα κυρά σε ένα αντάρτικο πόλης.
Θα ήθελε «ένα ταξίδι στα Κύθηρα» ή μαγεμένος από άγνωστα τοπία, να ψελλίσει et in Arcadia ego. Aλλά πού τέτοια μπερεκέτια. Κι ο Καβάφης ακόμη μίλησε για την Ιθάκη ως κατάληξη ενός «ωραίου ταξιδιού». Ευτυχώς, υπάρχουν άσματα που θα τον καλύψουν. Όπως το «ολόγυρα βουβάλια/ χιλιάδες κεφάλια/ στη μέση εσύ/ καθένας το ξέρει/ σε κείνα τα μέρη/ οι τρεις καμπαλέρος/ ζωή περνούν χρυσή».