• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Οι αγρότες υποδύονται ρόλους που ουδέποτε συμπάθησαν!
Η ζωή στα χωριά 11/30
Πάνος Θεοδωρίδης | 11.04.2014 | 18:00
Village cyborgs
 
Ήρθε η ώρα της αφηγηματικής τομής, του έρωτα των πραγμάτων, του πανιού που το βρέχουν χειλάκια  που διψάνε. Σε μη λογοτεχνική ορολογία,ήρθε η ώρα της ανάγνωσης των στοιχείων κάτω από το χαλί.
 
Τα χωριά μας (και να χρησιμοποιείτε όπως επιθυμείτε αυτήν την πληροφορία) μπορεί να είναι ο τροφοδότης και ο ανακυκλωτής των πόλεων, και ο μηχανισμός νοσταλγίας των όντων που δεν γεννήθηκαν με καλό μνημονικό αλλά από κυβερνητική άποψη, ελέγχονται, υφίστανται διαχείριση κι εκμετάλλευση από ένα παράλληλο κράτος, από μια λοξότμητη εξουσία, από παράξενες αμνηστευμένες συνειδήσεις. Για να το κάνουμε πενηντάλεπτα, ελέγχονται απο άλλον πλανήτη.
 
Η ανόητη φράση «γέμισα τις μπαταρίες μου» επι πασχαλινών εκδρομέων που πιπίλισαν το λίπος γύρω από ματάκια αρνίσια στο χωριό τους, ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό το άξενο ,το αφιλόξενο και το τραγικά άπλυτο των αστικών συνοικιών της χώρας, δηλαδή εκεί που κατοικούν  επτά στους δέκα κατοίκους της πατρίδας.
 
Άσχημο πράμα να έχεις στα σύννεφα βενζινάδικο, άρα και φις ηλεκτροδότησης και να θεωρείς το χωριό εργοστάσιο στατικού ηλεκτρισμού.
 
Οι διαφορές χωριού και πόλης, το urbi et orbi ,είναι η πρώτη ευδιάκριτη χαράδρα ,τομή και τάφρος ανάμεσα στα ανθρώπινα δημιουργήματα. Η πόλη είναι παραγωγός ανθρωπίλας, το χωριό είναι μια φαντασιακή κατασκευή για το κράτος, που θεωρει τον πρωτογενή τομέα και τα ενδιαιτήματά του, κατά βάσιν τα χωριά, ως χώρες των στρουμφ, των  merry melodies και των Χόμπιτ.
 
Οι χωρικοί δεν αντιμετωπίζονται ως άτομα, ως πολίτες, ως ενσυνείδητα όντα. Είναι οι Νεάρτενταλ του συστήματος.
 
Ίσως επειδή σε χωριά κατοικούν αρκετοί γονείς υπαλλήλων ή πολιτικών, ίσως επειδή ο νοσταλγικός τόνος του μοτίβου «είμαι σαραντάρης και επιστρέφω στον παιδικό μου χώρο» επιτρέπει όλα να αντιμετωπίζονται ωσάν το Kaos των Ταβιάνι, δεν υπάρχει καμία ενέργεια, πράξη, πρωτοβουλία, έξυπνη ιδέα ή απόλυτη χαζομάρα που να μη αντιμετωπίζεται με χλιαρή αποδοχή που συναντούμε αν σε ένα μαγαζί ακούσουμε ένα πτηνό που μιλάει.
 
Καθόμαστε και χαιρόμαστε που έχει την μηχανική ικανότητα να μιμείται κάτι.
 
Δεν ρωτάμε ποτέ το πουλί τι γνώμη έχει για τον Μοντεσκιέ.
 
Το ίδιο συμβαίνει με τους κατοίκους των χωριών. Θεωρούνται από το Δημόσιο και από τους ιδιώτες επιχειρηματίες ένα είδος δημοφιλούς κρετίνου, μπλοκαρισμένοι από δεισιδαιμονίες και υστερίες.
 
Συναλλαγή  είναι το μόνο που αντιλαμβάνονται.
 
Αν ένας χωρικός πρόσεξε μια βάνα που αν μεταφερθεί και διανείμει μια νεροσυρμή σε διπλάσια έκταση, κάνοντας ουσιαστική οικονομία, δεν υπάρχει περίπτωση η αρμόδια υπηρεσία να του κάνει την χάρη.
 
Αν όμως το ίδιο ανακαλύψει κάποιος που μίλησε με τον Νταλαρα, είναι ιδιοφυία.
 
Βεβαίως ο κρετίνος έχει μερικά πανάρχαια πλεονεκτήματα.
 
Οι αρχαίοι άκουγαν τους τρελούς, τα παιδιά ,τους ξένους που μιλούσαν παράξενα και τα θεωρούσαν διοσημείες. Μετά την γενιά του τριάντα, η εκτίμηση στο γλωσσικό ιδιόλεκτο που ενεργοποιεί σολοικισμούς και σφάλματα, μπορεί να ενοχλεί έναν καυγά κουλτουριάρηδων, άλλα αν ειπεί ο χωρικός «εσύ στερείσαι καλλιτεχνικά» η «όλα πρέπει να φαίνονται στη ζωγραφιά» είναι πλέον άρχων των γνωμικών.
 
Με τα «τρεμπιέν είπε και αναχώρησεν ο ναύαρχος» εξάλλου, φημίστηκε κοτζάμ Μακρυγιάννης.
 
Έτσι, ο παλαιός στίχος μου «αγνοί χωρικοί που αποστόμωναν συνέχεια διανοούμενους» παραμένει ενεργός.
 
Οι χωρικοί όθεν, υποχρεώνονται, προκειμένου να σιτισθούν, να ιαθούν και να πορευθούν εις τον βίο, να υποδύονται τον αγαπώντα ταις πασχαλιαίς την νύκτα του Επιταφίου, να δηλώνουν ότι θα ζεστάνουν τα τρακτέρια και θα τρώνε απο ταις καντίναις όταν πανικοβάλεται  ο αστικός κόσμος,να προσποιούνται ότι δεν πάει άλλο και οι πόλεις θα πεινάσουν, όταν οι πόλεις κινδυνεύουν να πεινάσουν.
 
Φόροι ελάχιστοι, χατίρια ελάχιστα αλλά δημοφιλή, ποινές μηδενικές όταν δικάζονται για κατάληψη οδών. Είναι οι αγρότες, είναι το συμβολοτόπιον του Κιλελέρ.
 
Θα ονομάζουν μόχθον τον κόπον των, και θα χύνουν τον ίδρωτα αντί  του ιχώρος. Και θα υποδύονται τους αγωνιστικούς και τους υπεράνω, ενώ φαρμακώνονται από χημικά και λιπάσματα, ενώ τουμπέρνουν με τα τρακτέρια και πληρώνουν αναλογικως τεράστια ενοίκια εάν αποφασίσουν να κινηθούν υπό εμπορικόν άνεμον.
 
Με τον τρόπον αυτόν, όταν αναφανεί ματσούκι και κάμερα ή πολιτικός υπάλληλος στην γύρα, ο Χάμπων, ο Νεοτάκης, ο Τζίδαρις, ο Γλεγλες, η Ζαχαρίνα, η Θεοφίλη, η  άμια η Κυριακιώ και η Τόμπραινα, χάνουν την ομορφιά και την τραχύτητά των, το κρυφό ασκί της κρεπαρισμένης των αρτηρίας, το πολύ σκόροδον και το  τσιπουράκι που ευλογεί τον οίστρον τους και γίνονται τα αγροτικά νοθευμένα cyborg που τόσο αναμένετε, τα μηχανικά κατά το ήμισυ ημιφώτιστα αυτόματα, ό,τι περισότερο επιθυμεί ο αστός να σατιρίσει να περιπαίξει και να δηλώνει πως δεν θα αντέξει.
 
Cyborg που αναδίδουν συνήθειες που ουδέποτε ενασκουν ιδιωτικώς, όπως "έλα, φάε με το χέρι το γλυκάδι, χωριάτικα" ή "εγώ είμαι από χωριό", άρα κρεπαρισμένος αγροίκος, πιστοποιημένος απο δέκα βουλευτικά γραφεία.
 
Αν γνώρισα ελάχιστους αγροίκους που δικαιώνουν τον χαρακτηρισμό,οι περισσότεροι ήταν κάτοικοι πόλεων δεύτερης και τρίτης γενιάς.
 
Η σιωπή του αγρότη και το βλέμμα του κτηνοτρόφου εξάλλου, είναι όλα τα λεφτά και προτείνω βαθείαν περίσκεψιν όποτε δεν σας απευθύνουν τον λογο και δεν σας ατενίζουν.
 
Άσε που σας βοηθούν να προσπερνάτε αγέλες σκυλιών αζημίως.