• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Αλλαγές στο φερετζέ
Πάνος Θεοδωρίδης | 07.09.2015 | 01:11
Σας έχω νέα. Επιστρέφουν στη μόδα τα μουστάκια. Όχι τσιγκελωτά η «ντούγκλα» αλλά ευθυγράμμως  οριζόντια. Και το γύρωθεν πρόσωπο «καθαρό» και έκφραση μελίρρυτη. Σε έξι μήνες δεν θα έχει μείνει χίπστερ με γενειάδα.
 
Σε δυo χρόνια μπορεί να αλλάξει και η έκφρασή του: από στοχαστική να γίνει ωσάν αθωωμένου λαθρέμπορα.
 
Το είδα σε τρεις διαφημίσεις ,εκπομπής για το χειμώνα και τηλεφωνίας . O μουστάκιας επαινούσε πόσους πελαργούς ανάρτησαν στο διαδίκτυο. Να κλαις από ενδιαφέρον.Όμως άλλες εταιρείες, συνεχίζουν το ψιλό γαζί στα παιδιά, χάρη στο τρεχιό και στην πηλάλα που ευαγγελίζονται.
 
Μιά εταιρεία που βαφτίζει τα μπουκάλια της, εξωθεί σε φρενήρη φιλήματα- πάει κι έρχεται, κι ας πηδάει μια κοπελιά (μπρρρ) ντυμένη στη θάλασσα για ένα γλωσσόφιλο.
 
 Άλλος γιορτάζει δέκα χρόνια «θετική ενέργεια», ως «Αmish» της Μαγκουφάνας, και καλεί σε πάρτι και συναυλία γεμάτη συνήθεις υπόπτους, με κορύφωση το «φαινόμενο» Ρουβά .
 
Αλλά την διαμήκη φιλοσοφία την κερδίζουν κάτι εκατοντάδες έρμα που , αγόρια τε και κορίτσια, ακούνε το «run ,boy, run» ένα έπος μετα-σμιθάδων και επελαύνουν ωσάν T-34 στο Κουρσκ,με παρκουριές και πατιλίκια, αλλά ο Μανστάιν ξεφεύγει και πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον, οπότε ακολουθούν αγκαλιές και χαρούλες.
 
Οι παροτρύνσεις έχουν κάτι το μηδενιστικά νεοθετικίστικο. Δεν συγκράτησα την afigisis αλλά ιδού το νόημα: η επικοινωνία απαρτίζεται από συναισθήματα, κολλήματα, ιδέες που πρέπει να τα μοιράζεσαι, αλλιώς δεν υπήρξαν ποτέ!
 
Καλύτερη δικαίωση των Village people, δεν μπορούσα να φανταστώ.
 
Μετά, περνάει ένα δάσος από σήματα εμπορικών εταιρειών και κλασικές προσφορές για προσέλκυση κοινού σε σουπερμάρκετ και διάφορα προϊόντα: εισιτήρια για συναυλίες, τζάμπα δεύτερος καφές, τέτοια. Αλλά ο διαφημιστής τα θεωρεί ως επιβράβευση εμπειρίας, με την ατάκα μπες στο κόλπο για προσφορές.
 
Αυτή η παρουσίαση πιτσιρικάδων που κερδίζουν τη φάση τους μέσω εμπορικών σημάτων, πολύ μου την βιδώνει. Αν πίνεις το τάδε αναψυκτικό και είσαι nerd βγαλμένο από ασπρόμαυρο ψωτοαντιγραφικό, αλλά σου την πέφτει η ωραία της παρέας στο συγκλονιστικό και πρωτότυπο παιχνίδι της μπουκάλας, σε οδηγεί στην παράκρουση, μεταξύ του «υπάρχω, κι όσο υπάρχεις θα υπάρχω» και του «είσαι η ζωή μου κι αν είσαι μακριά, τότε εγώ δεν θα υπάρχω».
 
Μη μου απορήσετε άν αυτές οι απολίτικες χαζοχαρουμενιές οδηγούν στην Ένωση Κεντρώων. Διότι προηγουμένως τα παιδιά περνάνε από την μεθοδευμένη κόλαση των βάσεων, νομίζοντας ότι σπατάλησαν τις ορμόνες τους χάριν της γνώσης, περνάνε από διαδικασία ευμενή προς το μπούλινγκ και την ομαδική γιούχα, κι από τις νευρωτικές σπαζαρχιδιές των γονιών που θέλουν το καλό τους.
 
Ευτυχώς, όλα τα υπόλοιπα παραμένουν σταθερά μεταπολεμικώς, από την εποχή των παππούδων τους: η αποκοτιά τους κατηγορείται, όσο είναι ατομική, τεντιμπόικη, χίπικη και κάτι μεταξύ ρέιβ και ίμο, άσε που όσο κουνιούνται κινδυνεύει η υγεία τους, σύμφωνα με τις απειλητικές ιατρικές προειδοποιήσεις.
 
Τα κορίτσια ξεκινάνε ατενίζοντας πριγκιποπούλες μπάρμπι ενώ τα αγόρια τρανσφορμάρουν και έτσι μόνον οι ανήκεστες περιπτώσεις εγκεφαλικής βλάβης οδηγούνται σε κάτι βουλές των εφήβων και άλλες ανακαλύψεις της γεροντικής αμυαλιάς.
 
Πότε θα φλερτάρουν με αυτό που δεν υπάρχει, πότε θα αγαπήσουν τα σώματα και τις μανίες τους, πότε θα πάψουν να συστήνονται με το εμετικό «εμείς οι νέοι θέλουμε τον χώρο μας», αντίστοιχο με το «εμείς τα παιδιά θέλουμε να παίζουμε στο δρόμο και να σεβόμαστε το περιβάλλον»;
 
Εδώ δεν έχει μνημόνια να κρυβόμαστε. Έχει σκαιές, αποφασισμένες καταναλωτικές συνήθειες.
 
Όπως πάντα, μετά τον πόλεμο και τους δεκάδες –ισμούς, τα παιδιά μαθαίνουν, πριν το περπάτημα και το γέλιο, την αυτόματη έξοδο κερμάτων από την τσέπη τους, για να αποκτήσουν ένα κουτάκι αφρώδη ψευδαίσθηση.