• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Πορτοκάλι γλυκό
Πάνος Θεοδωρίδης | 03.08.2015 | 03:17
O Γιώργος Αδαμίδης, συνταξιούχος αρχιτεχνίτης της αρχαιολογικής υπηρεσίας, τυλίγει τα ρολά που μόλις φωτογράφισα και περιέχουν αναλυτικά σχέδια και λεπτομέρειες μιας επινόησής του, που την δουλεύει είκοσι και βάλε χρόνια και θα αλλάξει, στον σκολιό κάραβο των αναστηλώσεων, τον τρόπο που στερεώνεται το επίφοβο, απλοποιείται το αδιάγνωστο και φέρνει στα χέρια του εμπειροτέχνη την μεταξωτή τέχνη του «ειδικού».
 
Κάτι σαν το τιμόνι των σοβιετικών τεθωρακισμένων που έμοιαζε με τζόιστικ, ώστε να το χειρίζονται οι απλοί, μη ειδικευμένοι χειριστές του ταχύτατου κτήνους που σάρωσε στην αρματομαχία του Κουρσκ τα μαστόδοντα των ναζήδων.
 
Ο Γιώργος, αποσυρμένος στην Τορώνη του, γαμπρός του Αχιλλέα Κληματσίδα που φύλαγε τις αρχαιότητες αμέτρητα χρόνια και τον τιμούσαμε στο ταβερνάκι του με ό,τι έβγαινε από την πρωινή του βάρκα, με τιμά με τη φιλία του από την δεκαετία του εβδομήντα, όταν ανταμώσαμε, αυτός μόλις επαναπατρισθείς από τις Γερμανίες της μετανάστευσης, κι εγώ ως αρχιτέκτονας της αυστραλιανής αποστολής στις ανασκαφές που άνοιξαν το 1975.
 
Τον ζήτησα στα μνημεία της Θεσσαλονίκης ,στο συνεργείο μου, το 1979, και κατάφερε με την πρωτοφανή του εργατικότητα και τις ιδέες του, να αποκτήσει την εμπιστοσύνη όλων των ομάδων που δούλευαν τότε.
 
Παράλληλα με τη δουλειά του, παρέμεινε ευρηματικός και γκαραντί στο καθετί που τον απασχολούσε. Διάβαζε λαίμαργα, ονειρευόταν και μετά εκτελούσε, χρυσοχέρης, ό,τι σοφίζονταν.
 
Στο Μπεζεστένι ξεπατίκωσε γραφήματα συναδέλφων του μολυβάδων από παλαιούς αιώνες και έφτιαξε εργαλεία που ευκόλυναν τη δουλειά του μολυβοσκεπαστή. Ο Μικές Καραπιπέρης, τρελάθηκε με την μακέτα ενός μεσαιωνικού υδροκίνητου ξηραντηρίου ψαριών που του ζήτησα για να γεμίσει τα πλάνα μιάς ταινίας.
 
Ο ίδιος χτίζει με πάθος και κυβερνάει σωστά τα συνεργεία που του εμπιστεύτηκαν. Ταξίδεψε σε πολλά εργοτάξια και η φήμη του παρέμεινε σεβαστή και τον άκουγαν έμπειροι αρχαιολόγοι και μηχανικοί.
 
Στα τελευταία είκοσι χρόνια, κατάφερε να με βρει στο τηλέφωνο δυό φορές, έτσι που βουρλίζομαι από τόπο σε τόπο. Την άνοιξη που μας πέρασε, η φωνή του είχε την αγωνία του χρόνου που γλυστράει από τα χέρια μας και του υποσχέθηκα να τον επισκεφτώ.
 
Ήθελε μια γνώμη πάνω στις ώριμες προς υλοποίηση ιδέες του. Αυτός που μετακινεί τόξα και ανακαλύπτει με επιμονή τις χαρακιές του Καιρού στους βασανισμένους μεσαιωνικούς τοίχους, καταφέρνοντας με απλά μέσα να σώζει ό,τι του ζητηθεί ή ό,τι ο ίδιος σκεφτεί, ζήτησε τη γνώμη μου και πήγα,εξαιρετικά κολακευμένος, παρά τις δυσκολίες του βίου.
 
Παράλληλα, τον βρήκα να συλλέγει απολιθώματα, να ψηφοθετεί με υπομονή, να χαίρεται με τις συλλογές του, να καλλιεργεί ένα υπέροχο μποστάνι, να έχει αμέτρητα ενδιαφέροντα. Λιγνός και ασπρομάλλης από τα νιάτα του, χρυσοχέρης και δεμένος με τους νεκρούς και τους παραιτημένους της υπηρεσίας, ανήσυχος και φιλοπαίγμων, με μνήμη που ξαφνιάζει, ήταν ακριβώς όπως τον περίμενα.
 
Και γιατί δεν βρίσκεται εκεί που τάχτηκε, να επιμορφώνει πετράδες και τεχνίτες, να μεταδίδει τις ιδέες και την εμπειρία του ,αυτός, ο μάγος της αυτεπιστασίας σε έναν δύσκολο τομέα που χειμάζεται από τις εργολαβίες και ξέρει να οικονομεί το ακριβό υλικό, να ξεματιάζει τις απορίες και να γεμίζει τους πιτσιρικάδες με έμπνευση;
 
Το επ΄εμοί, του διάβασα από το ipad ένα απόσπασμα από αγιορείτικα αρχεία που δεν είχαν εκδοθεί όταν δουλεύαμε μαζί κι αυτός, έπαιρνε τα τοπωνύμια και τα έδειχνε στην πρέπουσα θέση τους, ορίζοντας κοίτες ποταμών και ακολουθώντας τα λαγκάδια και τα καταρράχια που αναφέρονταν στα κείμενα των απογραφέων.
 
Γιώργος Αδαμίδης, ο τεχνίτης που θα έπρεπε να είναι πρώτος μεταξύ χιλίων ισάξιών του, ξέχειλος γνώση που θα σπαταληθεί σε λογοτεχνικές περιγραφές, αφοσιωμένος σε ένα μαστιχόδεντρο που μεγαλώνει  στο κηπάκι του, μακριά από την Χίο και την Νέα Μονή της, λυπημένος που την τοιχοδομή που δένει την Λήκυθο με την στεριά τηνε χαλάει ο βοριάς και τα κύματα, ίσως ο μόνος που θυμάται το γιατί και το πως του εσωτερικού λιμανιού της Τορώνης,ανεβάζοντας σήκω τράβα θράψαλα από το στόμιο του Κωφού λιμένος, και το γλυκό πορτοκάλι της γυναικός του, της Δήμητρας, να μου αρδεύει τον εγκέφαλο.