• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Η Ψιλικατζού (ή για λίγους Δελημήτρου Κωνσταντίνα), γεννήθηκε το 1973 στην Νίκαια του Πειραιά, έχει blog από το 2005, δυο βιβλία, έναν άντρα, δυο παιδιά, δυο λεμονιές κι ένα μόνιμο βουνό ασιδέρωτα στη Λεμεσό της Κύπρου που την έριξε η άτιμη η Κρίση προτού φυσικά χτυπήσει και την Κύπρο. Ψήσε καφέ.

 
posts
Ο ρόλος του κάθε Παρατηρητηρίου ρατσιστικών εγκλημάτων είναι να βαράει καμπανάκια και ο ρόλος της κάθε Σώτης να εκθέτει κάθε μα κάθε σκέψη της. Και οι δυο κάνουν πολύ πολύ καλά τη...
• • •
Οι δυνατές συγκινήσεις μας, θετικές και αρνητικές, έχουν πλέον τον ίδιο αντίκτυπο στον εγκέφαλό μας. Ένας οργασμός δευτερολέπτων και απαθής αναμονή για τον επόμενο. Ούτε καν τσιγάρο. Και μέσα μας, κενό και φόβος.
• • •
Ας βάλουμε λοιπόν το λιθαράκι μας μπας και προλάβουμε να ισιώσουμε μια βασική λέξη – κλειδί της εποχής για τη Google:  Η Εργασιομανία είναι Πρόβλημα. Είναι οκ να πεις ΟΧΙ.  Ειδικά αν δε σε λένε Κιουρί.
 
• • •
Η μέρα αυτή, στην νέα μου αυτή χώρα, ανήκει δικαιωματικά στις «κοπέλες» που είναι πάντα εκεί, σε κάθε μα κάθε σπίτι που επισκέπτομαι, εσωτερικές, αόρατα φαντάσματα που γίνονται ορατά μονάχα για να υπηρετήσουν ή να υποστούν επιπλήξεις.
• • •
Σκέψου μόνο πως οι σελίδες που διαβάζεις εσύ και ένας γνωστός σου, ακόμη και αυτά που βλέπει ο καθένας μας στο Facebook δίνουν μια εντελώς, εντελώς διαφορετική εικόνα του ίντερνετ και εν τέλει του κόσμου μας, στον καθένα. Αν ζητήσεις από την αδελφή σου να βάλετε δίπλα δίπλα το newsfeed σας, θα σοκαριστείς. «Η νέα γενιά είναι χαμένη», «η νέα γενιά είναι μαγική». Όχι φίλε, το newsfeed σου είναι.
• • •
Από εδώ και πέρα όλα είναι στα πόδια σου. Δωράκια-βόμβες, ρουκέτες δυναμίτες, αμόνια που σκάνε απ΄τους ουρανούς και πολλοί πολλοί εχθροί να κυνηγήσεις.
• • •
Η διαδικασία εκπαίδευσης, εμπειρίας, λόγου και γενικά τρόπου ζωής και σκέψης για να γίνει κάποιος πολιτικός σε χώρες που διάλυσαν όλα όπως στην Ελλάδα, είναι τόσο πλυντήριο και τόσο πολύ ισοπεδώνει ό,τι ξέρω εγώ κι εσύ για αξίες, που αυτό που παίρνεις στο τέλος είναι μια πολύ καλή μηχανή παραγωγής Τίποτα, ό,τι ακριβώς χρειάζεσαι για να κάνει τη βρώμικη δουλειά.
• • •
Αν το σκεφτείς, η Ιστορία δεν καταγράφει μια πραγματικότητα αλλά πολλές και παράλληλες. Αλλιώς θα είχε μόνο έναν νικητή.
• • •
Ψήσε καφέ. Έχει βολτίτσα! ;-)
‪#‎ευχαριστω‬
• • •
Αυτή η διαδικασία μου φαίνεται σήμερα πιο υγιής. Πιο λογική, για να ‘μαι ακριβής. Δεν θα δεχτείς ποτέ κυρώσεις για κάτι που δεν έχεις πιστέψει ότι έκανες, τί λέω, για κάτι που αντιθέτως πιστεύεις ότι έκαναν εκείνοι σε εσένα και δεν θα εμπιστευτείς ποτέ κανέναν αν δεν σου εμπνεύσει και στη συνέχεια, αποδείξει ότι πραγματικά αξίζει την εμπιστοσύνη σου.
• • •
Συνεχίζω να παραμένω στη γωνιά μου παρατηρώντας, κρίνοντας και απολαμβάνοντας, κυρίως επειδή βλέπω για πρώτη φορά χαρούμενες φάτσες ενώ τρώω μπόλικη καζούρα που για όλους τους ξενιτεμένους πάει σύννεφο αυτές τις μέρες με εξυπνάδες τύπου ‘’τώρα που σκίσατε τα μνημόνια ποιός σας πιάνει’’! Ή “θα προλάβεις να μου παραδώσεις το κείμενο ή κλείνεις τίποτε βαλίτσες για Ελαδολουλού;”
• • •
Τον έγδυσε, τον τούρλωσε, έκατσε κι αυτή στο μπακγκράουντ και του ‘πε: Τσάκισε Το Ίντερνετ! Και εγένετο τσι πόπης.
• • •
Έφτασε όμως η χρονιά να κάνω ειρήνη με μένα κι επιτέλους να δεχτώ πως τη δύναμη να αλλάξω όσα δεν μπορώ, θα την χαλαλίσω στα δικά μου θέλω κι όχι σε όσα μου πούλησαν άξια για να αναλωθώ. Κι αν δεν μπορώ, θα αλλάζω τις πίστες και όχι εμένα.
• • •
Αν τα κάνεις φίλε πουτάνα, μπουρδέλο θα είμαστε και αύριο. Αν δεν τα κάνεις πουτάνα, πάλι μπουρδέλο θα μείνουμε. Και προφανώς δεν παίζει να κάνεις κάτι λιγότερο θεαματικό, χωρίς το “πουτάνα”.
• • •
Είπα να εμβολιαστώ όσο μπορώ απ΄τους νέους ιούς που κυκλοφορούν και σου πηδάνε τη συμπεριφορά. Και είδα χθες τους γύρω μου με ένα τσικ πιο ιατρική ματιά.
• • •
φίλε οδηγέ, προσοχή: Επηαιννεν με την ταππιροκολου* του τζιαι επίαι το σιακατουριν τζιαι σαν επηαιννεν καπου εκουράτζισε το αρτζιομαντρι του τζιαι εφαντην χαμαι!
 
• • •
Τούρκοι, Ισραηλίτες, Ρώσσοι, Βρετανοί, χαμός! Γεμίσαμε κρουαζιερόπλοια ολούθενε. Και να πεις ότι ήρθαν για κάνα μπανάκι, μπα. Αυτουνούς τους αρέσει να βλέπουν. Αράζουν στο πλεούμενο λέει και παρακολουθούν. Και περιμένουν τις εξελίξεις.
• • •
Το διπλανό μας σπίτι νοικιάστηκε από ροζ νοτιοαφρικανούς με κυπριακές ρίζες που προφανώς βαρέθηκαν τους λοιμούς, τους ιούς και τους καταποντισμούς του Τρίτου Κόσμου και ήρθαν στα καθάρια ήρεμα εδάφη του Πρώτου να φάνε μια ωραιότατη χυλόπιττα από φρέσκο λουβί με τρεις κι εξήντα 10ωρο 7ήμερο και σκάρτο ένα τσιγάρο δρόμο τσι πυραύλοι και τα Ορκ.
• • •

Είναι πολλές πλέον οι φορές που σκεφτόμουν πως ζούσα σε μια γιγάντια βρωμερή φυσαλίδα, που μπορεί μεν να ήταν κακάσχημη και τεχνητή, ήταν όμως μια βολική φυσαλίδα. Δεν το λες άσχημο να έχεις κάθε μέρα σκουπιδιάρη, καθόλου φύλλα να σκουπίζεις, αστυνομία και ασθενοφόρο όποτε ζητήσεις, βροχή πάνω από μια φορά τον χρόνο και πόσιμο νερό στη βρύση σου.
 
• • •

Επειδή λοιπόν ακολουθώ πιστά τον χρυσούν κανόν της μητρός μου “μάθε τέχνη κι άστηνε κι άμα βγει στις ειδήσεις πιάστηνε” και επειδή καλύτεροι είναι οι εξ αποστάσεως έξπερτς για το καθετί δηλαδή;
Σε περίφτωση λοιπόν, που γίνει ποτέ της πόπης δαμαί, εγκαινιάζω αγαπητό μου φιλοθεάμων κοινό μια νέα σειρά ανταποκρίσεων εκ της Νήσου, μετά επιστημονικών πάντα αναλύσεων.
• • •
Και φτάνεις αισίως (λέμε τώρα) στο 2014 και κυριολεκτικά βγαίνεις από τα ρούχα σου γιατί όχι μόνον όλοι οι τρελλάκηδες δεν σου φαίνονται και τόσο πολύ τρελλάκηδες πια μα κι απ΄ότι φαίνεται και οι άλλοι οι τρελλάκηδες, αυτοί με τα δάχτυλα στα κόκκινα κουμπιά (ναι, δεν είναι ένας) υπάρχουν, είναι κάμποσοι και μάλλον συνεργάζονται.
• • •
Έγινε η Αθήνα κι όλη η Ελλάδα Πειραιάς. Με την κακή έννοια. Θυμός, υπερβολή, επίδειξη και ευθιξία. Γίνανε όλοι Νικαιώτες εναντίον Μανιατών, μαγκάκια από τον Κορυδαλλό, σφίχτες από το Πέραμα, γαριδογκόμενες απ΄τα Ταμπούρια, σιδεράδες από τον Ρέντη, μπρούκληδες απ΄την Καστέλα και όσο πάει στολίζονται όλοι παρακμή. Και είναι η νόρμα.
• • •
Αυτά και άλλα παθαίνεις όταν έξω είναι πόλεμος, τριγύρω Κύπρος, στη μέση πάντα Πειραιάς και ο εγκέφαλος μόνιμα περικυκλωμένος από μια μεγάλη μπιρμπιλωτή κουρτίνα που σου κουνιέται και φλασάρει ανελέητα ΔΙΑΚΟΠΕΣ.
• • •
Δεχόμαστε να αγοράσουμε πανάκριβα την ταμπέλα του συγγραφέα επειδή μας έπεισαν ότι κοστίζει τόσο, κι ενώ θα έπρεπε να ζούμε ζωή χαρισάμενη, άντε απλά να ζούμε οι μέτριοι ή έστω να βγάζουμε κάτι έστω για το γαμώτο οι ανθυπομέτριοι από τη δουλειά αυτή, τελικά αυτό που κάνουμε είναι να στολιζόμαστε όλοι μια αρμαθιά άδεια και φωνακλάδικα τενεκεδάκια που σέρνουμε σα λατέρνες εσαεί.
• • •
Δε πα να λένε όμως οι γέροι ας προσέχανε κι αυτοί αφού η κουλτούρα μας, τα τραγούδια μας, οι ταινίες μας, τα σλογκανάκια μας, τα νησιά και το Αιγαίο μας (συκ) είναι φτιαγμένα μόνο ή με υπερβολή ή με ελπίδα. Αν δεν ελπίζεις σε ένα καλύτερο αύριο δεν ξοδεύεις, δεν είσαι ευτυχισμένος, δε ζεις. Αυτό, ή ζεις μόνο σαν ψυχάκιας και καταστρέφεις οτιδήποτε βρίσκεται σε εμβέλεια χιλιομέτρων κυριολεκτικά και γονιδιακά.
• • •
Ας πούμε, όλοι ξέρουμε πια πως οι Αγγλίδες λατρεύουν τους Έλληνες και δεν πλένονται πως οι Γερμανίδες λατρεύουν τους Έλληνες και δεν ξυρίζονται και πως οι Γαλλίδες λατρεύουν τους Έλληνες και δεν φοράνε βρακί. Οι δε Ελληνίδες πρέπει να είναι οι μόνες στον πλανήτη που δεν λατρεύουν τους Έλληνες. Οι γκρικ λάβερς ούτε να τις φτύσουνε τότενες. Γι’ αυτό ο πατέρας σου μικρέ ξέρει ακριβώς τί θέλει η Μέρκελ αλλά δεν του καίγεται καρφί τί θέλει η μάνα σου.
• • •
ΟΚ, με τα τότε δεδομένα ψιλοκαλά περνάγαμε αλλά ούτε θα μεγάλωνε ιδιαίτερα ο εγκέφαλος ούτε πολύ μέλλον ως γενιά θα είχαμε. Σε σχέση με το πυρηνικό ολοκαύτωμα που το είχαμε χαλαρά στο τσεπάκι, εγώ θα έλεγα μια χαρά τη βόλεψες με μια ψωροκρίση.
• • •
Τώρα, τα πράγματα γίνονταν απείρως σκουρότερα εάν είχες φάει και κόλλημα με το τρίτο τραγούδι και ήθελες να το ακούς συνέχεια. Μπρος, πίσω, ψάξε, πάτα, την πήδαγες την μαγνητοταινία, χαραζόταν, μετά δε γλίστραγε, τη μάσαγε το κασετόφωνο και αντίο κασέτα. Α, μάσαγε μικρέ, σήμαινε ότι μπερδευόταν η ταινία καθώς στριφογύριζε μέσα στο κασετόφωνο και αντί να γυρνά, αυτή στοιβαζόταν μέσα σε κουβάρι. Κι άντε μετά να τη βγάλεις, να την ξεμπλέξεις και μετά να την ξανατυλίξεις μέσα στην κασέτα. Οκ, σχεδόν αστροφυσική.
• • •
Πειρατικοί τότε, λέγονταν οι σταθμοί που δεν ήταν ακριβώς νόμιμοι ή μάλλον δεν ήταν καθόλου νόμιμοι και στα κρυφά ένας (συνήθως επίσης καψούρης) τύπος ανά περιοχή έβγαζε το άχτι του και το καλλιτεχνικό του αποτέτοιο με τα σουξέ της εποχής, τα σουξέ του χωριού του και τα σουξέ που ταιριάζανε στην εκάστοτε καψούρα του. Τουτέστιν σέικ, κλαρίνο και πολύ μπουζούκι. Σε όλα αυτά βάλε και ένα τσικ ηχώ στην εκφώνηση. Ή μάλλον ένα χοντροτσίκ από ηχώ. Σκάσε, ήταν τσι μοδός το έκο τότε.
• • •
Λοιπόν άσε ανοιχτή την οθόνη, βρες ένα πιτσιρίκι, χώστο μπροστά και προμηθεύσου φοφίκο και μπιράλ μόμολο ή αλλιώς, τύφλα να ΄χει ο στήβεν ο κινγκ:
Φαντάσου μικρέ πώς θα την πάλευες σήμερα αν το πρωί που ξυπνούσες, αντί να βάλεις καφέ και να δεις τα μέηλ σου και το κινητό, έβαζες καφέ και κοίταγες μια τον τοίχο, μια τη μάνα και μια την γιαγιά σου.

 
• • •