Δεν υπήρξα Δεσπότης κατοικιδίου «δεσποζομένου» όντος , όποτε ήμουν urban citizen. Αλλά στο βουνό και στον κάμπο, ξεσάλωνα. Την Σούζη, μια ευτραφή μύγα που με συντρόφευε στο Γιόρκ, την έφερα με το κατρελάκι στην Ελλάδα και συνέβαλε μάλλον σε μια δυο γενιές ιθαγενείς, που «ήταν παχειές οι μύγες» στην αυλή μου. Σε κανένα ψαράκι ενυδρείου δεν σκέφτηκα να βάλω τσιπάκι, ενώ ένα κινέζικο αηδονάκι σε ένα κλουβί από μπαμπού, μου ψόφησε από το κρύο. Επίσης, ένα σκαθάκι από τη Βλάλη, δεν το εγκλωβίσαμε- είχε έναν μεγάλο πολύκλαδο θάμνο μέσα σε ένα δωμάτιο και επέτα ελεύθερο, ώσπου μια γάτα το ‘φαγε και βρήκαμε το καυκάκι του πάνω στο κρεβάτι. Αλλά συντροφευόμουνα από σκυλιά, γάτες, έναν σκατζόχοιρο, σαλιαγκούς προστατευμένους, ένα γριβάδι και άλλα ζωντανά, που πλαισίωναν κατά καιρούς τον αγροτικό, λέμε τώρα, βίο. Προσπαθήσαμε να σώσουμε ανεπιτυχώς ένα μπουφάκι, μία σύντροφός μου έσωσε την Μαρίτσα, μία σκυλίτσα σκουληκιασμένη που έγινε η Βαλιντέ Σουλτάνα κάμποσων αδέσποτων κι όταν γρύλλιζε, οι αρσενικοί της υποτακτικοί άρχιζαν τις περιπολίες. Ανάμεσά τους ο Μάσσιμο, ένα σέττερ που βρέθηκε ημιθανές από τροχαίο και το βάφτισε έτσι ο Μπίλης επειδή έτρωγε μόνον μακαρόνια λόγω ανέχειας. Κάθε αυλή που κατοίκησα είχε νεκροταφείο. Όποιο γλύτωνε και επίκειτο μετακόμιση, πήγαινε σε αυλές φιλόζωων , καταφύγια ζώων και άσυλα, ενώ ο Αστέρης, το άλογο, έφτασε σε μια αγέλη ελεύθερων ίππων στο Πάικο.
Αγορασμένα ή περιμαζεμένα, δώρα ή αντίδωρα, όλα τα ζωντανά που έζησα μαζί τους, τα θυμάμαι με νοσταλγία, τουλάχιστον όσο και ακριβούς φίλους που θανάτωσε η μοίρα.
Τι θέλουν τώρα αυτοί οι παράξενοι ρυθμιστές, που επιβάλουν πρόστιμα και ετήσιες συνδρομές, ανατριχιαστικά ακριβείς, σε αυτό το ιδιόρρυθμο σκλαβοπάζαρο; Οι γονείς που χαρίζουν κοτοπουλάκια στα τσαμένα τα παιδάκια το Πάσχα, έχουν δει την απόγνωσή τους κατά του Θωμά, καθώς τα κρατάνε ψόφια στα χεράκια; Τα κουταβάκια και τα γατσούλια και τα «μπαμπάκα σέλω ένα κυλάκι ζια παλέα» και μετά ξεχνάνε; Με τα τσομπανόσκυλα, τι θα γίνει; Με τα κυνηγόσκυλα που κάποια στιγμή βαριούνται και τους ρίχνουν με το δίκαννο; Έχετε μήπως την «τύχη» να περάσετε από εκτροφείο ζώων;
Όχι. Έχομε κράτος κραταιό και οι Δήμοι υποχρεώσεις. Και οι πολίτες με κατοικίδια είναι φοροκλέφτες και ώρα να γεμίζουνε τα ταμεία. Κτηνίατροι, έμποροι τσιπάκηδες και οικονομολόγοι, μπαίνουν στην περιπέτεια της ζωής τους. Εννέα δέκατα των κατοικιδίων, μιλάμε για σκυλιά γατιά κι όχι χάμστερ η χελωνάκια, θα αμολυθούν σε αγέλες θνησιγενείς, αφού γκαστρωθούν ,παράγοντας κι άλλες αγέλες. Πού πήγαν άραγε τα αδέσποτα στα χρόνια των Ολυμπιακών αγώνων;
Ευκαιρία για φορομπηξία και προσλήψεις στους Δήμους. Που θα πάρουν γρήγορα πόδι προς άλλες υπηρεσίες, πιο συστατικές. Κάποιος νεοεπιχειρηματίας, από τους επιδοτούμενους, θα σκεφτεί να στείλει το πρώτο ψυγείο κατεψυγμένων σκύλων, υπό πιστοποίηση και τηρώντας προδιαγραφές σε κουζίνες εκατομμυρίων σκυλοφάγων. Και εμείς, θα φερμάρουμε το αρχαίο αίσχος των δουλεμπορικών του άλλου αιώνα, κλαίγοντας για την μαύρη τους μοίρα, δίνοντας δίκιο σε αντισπισιστές και άλλους, πεπεισμένους της Μαύρης Σελήνης,διότι ασκούμε ευρωπαϊκή σύγκλιση και τα σκυλιά δεμένα.