Ήταν άνοιξη του 2028 και ο γεροΠρόεδρος ξόδευε τα τελευταία τσαλιά στο τζάκι του αγροτικού του σπιτιού, εξαιτίας μιας παράλογης ψύχρας, αλλά όταν μένεις στα Άγραφα, άγραφο είναι το ριζικό σου.
Ο γείτονάς του, κάποτε Περιφερειάρχης, έφερε λίγο γιαούρτι με μέλι, να φάνε παρέα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νόστιμο είναι.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Ναι το πέτυχα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ε, στην ηλικία μας, λίγες απολαύσεις έμειναν.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Σωστός. Διέβημεν τον Ρουβίκωνα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ξέρεις τι διάβασα;
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ:Ο Ρουβίκωνας του Καίσαρα δεν είναι σίγουρο πως είναι ο Rubicone.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Στ΄αρχίδια μας, αλλά με την ευκαιρία, που τό φερε ο λόγος, ήθελα να σε ρωτήσω κάτι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πες το.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Τι έγιναν εκείνα τα παιδιά του Ρουβίκωνα;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Α, δεν ξέρεις; Φέρνω τσίπουρο να σου τα πω.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: (Πίνει μια γουλιά) Λέγε τώρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διασπάστηναν!
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Σώπα!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στα τρία. Μια ομάδα άνοιξε μπαρ. Το λένε Ρούμπικ ή Ρούμπι, θα σε γελάσω.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Οι άλλοι;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η δεύτερη ομάδα άρχισε σταρτάπ και πρόκοψε. Άνοξε γκαλερί ονόματι «Πόλλοκ» και οργανώνει σεμινάρια ατυπικής βαφής καμβά, με επιτυχία.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ: Οι άλλοι;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Χάθηκαν. Άλλος διδάσκει σε ΤΕΙ, άλλος πουλάει τάπερ στην τηλεόραση, κι ο φοβερός είναι στέλεχος της «Δεξιάς Ορμής». Διεκδικεί τον Δήμο Ιμίων.