Στην προηγούμενη καραντίνα, γράψαμε και είπαμε πράγματα που κρατούσαμε μέσα μας για τουλάχιστον μια δεκαετία. Κλείσανε οι πόρτες και άρχισε ο απολογισμός. Καθένας μας ζορίστηκε για διαφορετικό λόγο. Άλλος γιατί έχασε τη δουλειά του και πρέπει να συνεχίσει στεγνός, άλλος γιατί προδόθηκε από τον έρωτα της ζωής του, άλλος γιατί έχασε δικό του άνθρωπο, άλλος έχασε το σπίτι του, άλλος τον εαυτό του, άλλος το δίκιο του. Επαναστάτες με πυτζάμες και σόμπες αλογόνου, αποθηκεύσαμε αλεύρι, που μάθαμε να το κάνουμε ψωμί. Στερηθήκαμε το ημιμόνιμο στα νύχια και τον καφέ μας στην Αγίας Ειρήνης, και νομίζαμε ότι ήρθε το τέλος του κόσμου. Αρκετοί το έριξαν στο φαγητό και το ποτό. Άλλοι πάλι, έμειναν με εκείνο τον κόμπο, που δεν κατεβαίνει μπουκιά. Αυτή τη φορά είναι ακόμα πιο δύσκολα. Χωρίς παιδικές φωνές στα προαύλια, έξω μυρίζει φόβο. Νούμερα και θανατικό. Ακόμα και οι λέξεις, βγαίνουν με το τσιγκέλι.
Ετικέτες: Καραντίνα