Δε λέω να ξεχάσω το ταξίδι που οργανώναμε με τον Μπίλη τον μακαρίτη, κοντά έξι χρόνια τώρα, στις εργώδεις αναπολήσεις μας για το μέλλον. Αφετηρία η Ατλάντα ή κάποια Καρολίνα, αγορά αυτοκινήτου της κακιάς ώρας και μετά, αφήνοντας τις ακατανόητες ζώνες μεταξύ Έβεργκλέηντς και Απαλλαχίων, και πάνω απ’ όλα την ασελγή παραμύθα περί υπερπόλεως – Μεγάλου Μήλου και την Ευρωπαικότητα της Φιλαδέλφειας και της Βοστώνης, άρπαγμα των μαλλιών της πεδινής, κατάμαυρης Αμερικής από το μπλουζ στις λίμνες του Τσίκαγκο, κι έπειτα στροφή προς την δυτική Ακτή, όπου τίποτε δεν συμβαίνει (ενώ το studio Nu, από Boyana θα αποκτήσει αντένες στην Κασκάρκα και στο Καραϊσίν).
Το ταξίδι, δηλαδή η φενάκη του, κρατούσε λίγα λεπτά, επειδή έπρεπε να μιμηθούμε ατάκες του Ζήρο Μοστέλ και του γελοίου Έμμεριχ. Ωστόσο συμφωνούσαμε πως οι Αμερικάνοι είχαν λατρέψει τον δικό τους Μεσοπόλεμο, γι’ αυτό και οι ταινιάρες που έπλασαν δεν υπάρχει περίπτωση να μη περιέχουν νότιες προφορές και μπόλικη Λουιζιάνα, κάμπους υδαρείς και απονεννοημένα σταυροδρόμια όπου χωρίς ίχνος τρένου το τοπίο ανέδιδε το Love in Vain.
Όταν ο Μπίλης χάθηκε, έπαψα να φοβάμαι το παραμικρό, ο θάνατος έπαψε να λειτουργεί ως φόβητρο και κατάλαβα πως μάλλον με φοβούνται, τουλάχιστον οι περαστικοί της ζωής μου τολμητίες. Από τη θέση του καυστικού γρουσουζελεμέ, έψαχνα και δεν εύρισκα τιμιωτέραν πολτρόναν. Και η Ελλάς, παρά τους γλωσσικούς αγώνες και άλλα ελευθεριακά, παραμένει μία χώρα (και ιδίως, μία ιδιοτελής κοινωνία) όπου η Δημοτική, ο δημοτικισμός και οι αγώνες του, κατέληξαν σε μία άνευ προηγουμένου ακατανόητη, δύσχρηστη και αντιπαθή νεοκαθαρεύουσα, η οποία έχει αντικαταστήσει την υλακή, τον βρυχηθμό, το νιαούρισμα, και κυρίως, τον θρήνο. Μια νεοκαθαρεύουσα δημιουργημένη από καθαρόαιμες εμμονές «μαλλιαρών».
Είπαμε: η Φύση, βοηθά τους βοηθούς της. Γλυτώσαμε από τους σωτήρες και πέσαμε σε ένα παρωχημένο οικογενειακό μπετόν. Πάλι και πάλι, η Ελλάς αποδίδει περίφημα στις Βασικές Άνωθεν Ιδέες και αδυνατεί να πραγματώσει το παραμικρό στοιχειώδες εικοσιτετράωρο. Επίσης, άλλη σωλήνωση το Δίκαιο και καμία σχέση με τον έλεγχο της Αδικίας.
Μια χώρα τεχνητά ενωμένη, χωρις δρόμους επικοινωνίας, παρά τους αυτοκινητοδρόμους. Από τον σοκολατοπόλεμο στο καρναβάλι της Πάτρας, στα πεντοχίλιαρα των σεισμών του Ρουσόπουλου, έως το μοίρασμα δανεικών από το Γκουβέρνο, η τεχνική είναι ίδια και η κατάληξη εξίσου μοιραία.