Η λέξη «θηρίος» υπήρξε ο πρώτος μου αυτοπροσδιορισμός. Έχω την εικόνα ενός φωτεινού δωματίου από τουρκόσπιτο. Οπωσδήποτε πριν το 1951. Οι γονείς μου συζητούν κι έχουν ανάμεσά τους ένα τραπέζι. Εγώ βρίσκομαι πάνω στον καναπέ με το κατηφένιο ύφασμα. Γκρινιάζω. Τους ενοχλώ. Ο πατέρας μου σηκώνεται ενοχλημένος και με πλησιάζει, μήπως και καταφέρει να το βουλώσω. Θυμάμαι πως φοβήθηκα, αφού η όψη του είναι σκοτεινή. Κι όταν σκύβει επάνω μου, για να με νουθετήσει, του λέω, όσο απειλητικά μπορώ: «θηρίος είμαι!» οπότε γελάει και στρέφει προς τη μάνα μου, λέγοντάς της «Βαγγελιώ, είπε θηρίος είμαι» και γέλασαν αμφότεροι.
Λοιπόν, κατέληξα. Ο Σύριζα είναι «θηρίος». Κάτι άλλο από αυτό που δείχνει, όπως ο Πυθαγόρας, σε τραγούδι του Γιάκοβλεφ, βάζει την Μαίρη Λω, να άδει «το θηρίο με τσαφ τσουφ να προχωρεί», εννοώντας το πρώτο μετρό των Αθηνών. Σύμφωνοι, διορίζει όποιον μπορεί, νομοθετεί ακατάπαυστα, κάθε μέρα κι άλλο φασούλι, αλλά μερικά χαρακτηριστικά του, με πείθουν πως έχει βάση μια ιδιοκατασκευή, είναι επιβάτης και όχι ιδιοκτήτης του «θηρίου». Δεν βρίσκω σημαντικό πως ευνοεί «δικούς του» δικαστές, νεολαίους, συνεταιράκια. Διότι ελάχιστα πράττει προς την θεσμική τους εξασφάλιση. Προτείνοντας «πνεύμα και ηθική» παραπέμπει στον Βασίλη Αυλωνίτη και όχι στον Σαβοναρόλα. Χτίζει το κράτος-πόα που επιθυμεί φυτεύοντάς το παραπλεύρως. Δεν ξεριζώνει κάτι, μήτε καν ένα λάπατο. Επικαλείται ακατάσχετα τον φόβο του αυταρχισμού και τον φασισμό, επειδή τους φοβάται, όχι επειδή έχει τα στάμινα να τους βαρέσει στο δοξαπατρί. Δεν «επαναπατρίζει» τους αρχαίους Πασοκείς-τους φιλοξενεί, ιδρύοντας διάφορα hot spots. Δεν αναπτύσσει γλώσσα, αλλά ιδιόλεκτο. Θα προσέξατε πόσο στηρίζεται σε ζευγάρια ή ζευγαράκια, πόσο εμπιστεύεται κοντοχωριανούς (όπως Ηπειρώτες και άλλους ορεινούς) και πόσο πολύ ασκεί συστημική ασυνταξία και νοοτροπία ξύλου απελέκητου, ενώ η κακογλωσσιά του με κανέναν τρόπο δεν μοιάζει με πρόλογο μονομαχίας σε μαρμαρένια αλώνια. Η χώρα που κυβερνάει παραμένει αχώνευτη, χωρίς δραστικές μεταγραφές στελεχών, κι αυτό φαίνεται από την αυτοδιοικητική του αγωγή.Μόνον αρκετοί πελούσιοι τον παίζουν, όσο το μπαγιόκο τους είναι ισχυρό, αλλά στην πρώτη αναποδιά θα μεταστραφούνω ωσάν τον Σαούλ. Ακόμη και οι Ρουβίκωνές του, είναι γιαλαντζή προ αιώνος Επίστρατοι. Είναι πληθυσμός που μεγαλώνοντας ηλικιακά, θα τους ξεχάσει, πάντα μιλώντας για «αγώνες της νεότητας».
Έχει εξαρτηθεί από την υπέρυθρη έως την υπεριώδη ακτινοβολία, ταΐζοντας πλήθος «συμμάχων» που είναι παροδικοί. Οι οπαδοί των Ναπαίων, του Δηληγιάννη, οι πρωτοβενιζελικοί, οι εκάστοτε Παπανδρεϊκοί ή και Καφανταρικοί, χαίρονται από τον άλλο κόσμο για την διακυβέρνησή τους.
Εντέλει, είναι πολύ παραδοσιακοί. Μπορεί να τα βάζουν με λαμόγια και πλουτοκράτες, αλλά δεν μπορούν να συναλλάξουν την παραδοσιακή εμπειρία των τζακιών με τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις τους, με τίποτε. Δεν κάνουν τομές, παρά στο πλαστικό κάλυμα. Ευτυχώς γι αυτούς, πέτυχαν αστική αντιπολίτευση μουσαντένια. Και δεν έμαθαν ποτέ πως ναι, υπήρξαν παλαιά οι Ζηλωτές κυριάρχησαν λίγα χρόνια ενάντια σε φεουδάρχες και μεγάλους ιδιοκτήτες, αλλά στα τελευταία τους, συμμάχησαν με ξένους, μισητούς στο πόπολο και ξεχάστηκαν.