Αισθήσεις γευστικών καλύκων υπάρχουν πολλές, αλλά προτιμώ την εμβάπτισή τους στο καφτερό της κόλασης καζάνι, ενώ στην προσωπική επετηρίδα, πρώτο βάζο το πικρό, είτα το ξυνό και τέλος το γλυκύ.
Όπως όλα τα παιδάκια του τότε, έκανα μπλιάχ με ό,τι έκαιγε. Δεν εκάτεα. Αλλά σε μία παμπ στο δρόμο του Μπρίντλιγκτον, άκουσα τη συνοδό μου από τους Αντίποδες που παρήγγειλε extra extra hot κάρι και είπα δώσε και μένα μπάρμπα.
Ακολουθώντας τον Καβάφη, το στόμα μου «αναισθητοποιήθηκε ολόκληρο για μένα». Ω, αίσθησις, και τα λοιπά. Δύο είχα οφθαλμούς και πηγαί δακρύων ανέβλυσαν, ενώ η μύτη ξεράθηκε άχρι ιγμορίων και η πικρίλα με κατείχε ημέρας δύο. Το καταχάρηκα, διότι αυτό το διάστημα, η κεφαλή δεν μου ανήκε και μου πέρασε η βλάβη πλησιάζοντας το Σκοτσέζικο Lauder.
Εχθρός των γεύσεων, σπανίως όταν κέφαρα, φρόντιζα να είναι Ιούλιος και να έχω πάντοτε ταμπάσκο και τσούσκες και τσίλι-τσίλι. Αλλά ένα καφτερό δεν άντεχα. Κάτι πιπεριές κέρατο σε ένα μανάβικο που άνοιξε στα Γιαννιτσά, κοντά στον Αη Γιώργη, πάνε σαράντα χρόνια και ήταν οι μόνες που ολοτρόγυρά τους υπήρχαν πτώματα εντόμων στον αέρα-τόσο τοξικές.
Ο Μπίλης απεναντίας τις έτρωγε με πάθος και απορούσα, ώσπου μία των ημερών με πήγε στον μανάβη να εξηγηθεί το φαινόμενο.
Ο διάλογος:
-Λένε τίποτα ρε αυτές; Καίνε,καίνε;
-Τρελός είσαι; Καίνε περισσότερο κι από το να φάει τριάρα ο Μπάογκ εντός.
-Μαλακίες.
-Δοκίμασε και πες μου.
Κόστιζε ένα δεκάρικο η μία.
-Να σου πω τι θα κάνω. Θα φάω μερικές. Αν είναι καφτερές, θα σε πληρώσω. Αν όχι, θα πάρεις τον πούλο.
Έκαμαν τις συμφωνίες και ο Μπίλης αδράχνει μία, την μασάει ατάραχος και λέει του:
-Δεν καίει. Απατεώνας είσαι.
Και βάζει τρεις μαζί στην απαλάμη, τις βάζει στο στόμα και τον βλέπαμε ενεοί.
Μασάει, καταπίνει και λέει στον μάστορη:
-Αδίκως με έφεραν εδώ. Δεν αξίζουν μία.
Και φύγαμε, στρίβοντας τη γωνία.
Μόλις μείναμε μόνοι, λέει μου:
Φέρε ψύχα ψωμί, μαλάκα, φέρε νερό, πολύ νερό και ένα πλαστό ψωμί. Με κατέστρεψε ο μανάβης, τα σωθικά μου σάλεψαν.
Χρόνια πολλά μετά, ανέτρεξα στην σκεπτομορφή του. Εξωτερικά ήταν ανάλλαγος. Αλλά από το αστρικό του σώμα έβγαινε πυριφλεγής και κωμικός, ο δράκος της Καλίσι.