O αγράμματος
05-05-2018

Πάνε 35 χρόνια, που η ανησυχία μου κατέστη μονομανία. Ήταν ένας spectrum που απόκτησα, τον καιρό που είχα ένα σκαθάκι ελεύθερο, σε ένα δυάρι ρετιρέ στην Καμβουνίων, οπότε σταμάτησα να προμηθεύομαι φωτοαντίγραφα από δυσπρόσιτες βυζαντινολογικές πραγματείες και κυκλοφορούσα με περιοδικά τύπου pixel στη μασχάλη. Το είχα συνδέσει με μια γκουμούτσα TV και με ένα κασσετοφωνάκι για αποθήκευση πληροφοριών και παιχνιδιών.

Οι ώρες της ακαδημαϊκής ανάγνωσης πήγαν περίπατο. Τώρα, αντέγραφα ρουτίνες και μάθαινα να κινώ ένα πράσινο τετραγωνάκι ή κάτι ανάλογο. Πώς δεν τρελάθηκα, δεν ξέρω. Ήταν αντιπαθές, αμάσητο και τυραννικό. Διάβαζα επιστολές αναγνωστών και δεν καταλάβαινα Χριστό. Ήταν σαν τους 4T που προμηθευόμουνα, πάλι αγνοώντας το ιδιόλεκτό τους, από το οποίο θυμάμαι τη λέξη «ομολογκαρισμένος».

Από παιχνίδια, είχα κολλήσει σε μια Rome που έδειχνε έναν χάρτη με λαούς και νούμερα, Σαρμάτες, Ρωμαίους και έτσι. Μέσα σε δέκα χρόνια μήτε θυμάμαι τι συσκευές αγόρασα που ακυρώνονταν από την επόμενη παραγγελία. Κι από την 10η Φεβρουαρίου 1993, όταν γνώρισα το civilization στην Αγροσυκιά, έκανα μήνες να αφήσω το τραπέζι μου ,επειδή έσωζα τον λαό μου. Υπομονετικά.

Παρέμεινα πεισματικά αγράμματος έως σήμερα, παρά τις οθόνες και το διαδίκτυο. Θεωρώ θαύμα που έγραψα εντέλει τόσο πολλά κείμενα, με αφάνταστες δυσκολίες που ακόμη μερικές τις σέρνω. Αλλά ήταν και είναι μια λυτρωτική αίσθηση, κι ας υποφέρω, σχεδόν καθημερινά.

Ενώ χωρις αυτά, θα φόραγα καβουράκι με μια καρτ βιζίτ στo μπορ και θα παινευόμουνα για την γραφομηχανή που ήταν σκέτη έμπνευσις.