Δεν είμαι από τους καταναλωτές ταινιών. Ή τέλος πάντων δεν έχω άγχος να δω τις πρώτες προβολές μέσα στο μήνα που βγαίνουν. Αφήνω τα επιτρεπόμενα όρια να περάσουν, να με κοιτάξουν ενδεχομένως με κάποια ειρωνεία επειδή δεν έχω δει την ταινία για την οποία μιλούν όλοι στις παρέες και στα σόσιαλ μίντια. Και πραγματικά μέχρι να δω την ταινία που έχει βραβρευτεί ή συζητιέται αγνοώ επιδεικτικά την ύπαρξή της, τον τίτλο της, τους συντελεστές. Όταν τη δω, γίνεται κτήμα μου για λίγο. Οι σκηνές της, οι ήρωές της, οι λέξεις του σεναρίου. Μετά έρχεται η επόμενη ταινία και την εξευτελίζω σε μικρά καρέ στο σκληρό δίσκο των αναμνήσεων, των φευγαλέων εικόνων. Δεν θυμάμαι αν τα έχω ζήσει εγώ ή ο σκηνοθέτης ή κάποιες ανύπαρκτες οντότητες που έχουν υπόσταση μόνο για δύο ώρες περίπου στο γυαλί (για τους ηθοποιούς που έχουν ενσαρκώσει τους ρόλους αυτούς ίσως μία ολόκληρη ανθρώπινη ζωή… ποιος ξέρει τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό ενός ηθοποιού; Δεν θέλω να ξέρω.)
Είδα το ‘’Mother!’’ του Ντάρεν Αρονόφσκι και έπειτα το «Η σφαγή του ιερού ελαφιού» του Λάνθιμου. Το πρώτο σουρεαλιστικό και ωμό σε τέτοια ισορροπία των δύο αυτών σχετικά αντικροούμενων στοιχείων που εντυπωσιάζει -γιατί πώς η ωμότητα όταν αυτή πια είναι μία εκδοχή του ρεαλισμού μπορεί να βρεθεί στο διαστρεβλωμένο κόσμο μίας οπιούχας οπτικής γωνίας; Αυτά είναι τα θετικά της τέχνης. Το δεύτερο εντελώς πραγματικό, σχεδόν συμβατικά ανθρώπινο που εμβολιάζεται με τόσα υπερρεαλιστικά στοιχεία, αγγίζει την μεταφυσική και στην προσφέρει ως ένα σκαλί επιβίωσης στο δράμα, την κακουχία, την ανυπόφορη δυσλειτουργία της ζωής. Το πρώτο εγκιβωτίζει την πραγματικότητα μέσα στο παραμύθι για ειλικρινείς ενηλίκους. Το δεύτερο αφηγείται την ψυχική παράκρουση ως λύση στο αναπόφευκτο αυτών που συμβαίνουν στο απροστάτευτο θνητό σώμα.
Βέβαια, όλα αυτά είναι οι δικές μου ερμηνείες για δύο ταινίες που μπορούν να μεταφραστούν με ποικίλους τρόπους, ο καθένας με την δική του. Και φυσικά υπάρχει και η ερμηνεία πως δεν σημαίνουν τίποτα οι συμβολισμοί, οι ρήσεις, οι τυχοδιώκτες ήρωες και είναι επιφανειακές ιστορίες για αργόσχολους. Αυτή η μηδενιστική άποψη πέρι ”σοβαρών ταινιών” δεν μπορεί να διαγραφεί από τη λίστα των μελλοθάνατων θεατών. Δεκτές και αυτές.
Όμως, το σίγουρο είναι πως οι μεγάλες ταινίες όπως αυτές οι δύο έχουν μάλλον αυτό τον σκοπό, αυτό υποψιάζομαι ότι έχουν: Δεν θα σου δώσουν καμία απάντηση. Θα σου δημιουργήσουν ένα κενό, μία αμφιβολία, πολλά ερωτήματα. Θα σε ταλαιπωρήσουν και θα τις ακυρώσεις για λίγο. Θα επιστρέψεις σε αυτές και θα τελειώσει το ζύμωμα χωρίς τελικό προϊόν. Έτσι είναι τα άυλα εν γένει.
Οι μεγάλες ταινίες όπως και η ζωή δεν θα απαντήσουν στα ερωτήματά σου. Θα σε αφήσουν όπως και ο θάνατος με ερωτήματα, αλλά σημασία έχει πως για λίγο μας έδωσαν μία διαστολή πνεύματος, μία συζήτηση και λίγη ανημποριά μπροστά σε αυτό το τέρας που λέγεται αναπνοή και τροφοδοτεί με ελπίδα, έρωτα και παιδιά το ανθρώπινο γένος.
Πήξαμε στους τεχνοκράτες και στους αισιόδοξους απέναντι στο μετέωρο βήμα της ζωής. Φτάνει.