Oι δρόμοι έχουν τη δική τους ιστορία
12-04-2021

To ακροατήριο που άκουσε τον ακαδημαϊκό Μανόλη Κορρέ στην ενημέρωσή του για το μέλλον του σχεδιασμού της Ακρόπολης των Αθηνών, το ήξερα καλά. Για δέκα χρόνια, την εποχή της αβρής θύμησης, υπήρξα ομιλητής των σεμιναρίων που οργάνωνε ο Χαράλαμπος Μπούρας, και επί πέντε χρόνια ανέπτυσσα θέματα στο συνέδριο της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Αλλά αυτά συνέβησαν, ενίοτε επικαλυπτόμενα, μεταξύ 1975 και 1985.

Έκτοτε κύλησε πολύς καιρός, όπου η επίνοια του Μανόλη, κυριάρχησε στο αναστηλωτικό έργο του δημοφιλούς και διαχρονικού Ελληνικού μνημείου. Ωστόσο, η διάστρωση ενός δικτύου εξωτερικών δαπέδων στον Βράχο, που για πολλούς ομοιάζει με συμπαγή στρώση κρέμας μπεσαμέλ άνωθεν βραχώδους υποστρώματος, ξένισε αρκετούς θεατές του, ιδίως συνδυαζόμενο με έναν χορηγικό ανελκυστήρα μορφής εντόμου μάντιδος ή φασματόπτερου εντόμου που μιμείται κλαράκι. Ακούστηκαν επίσης έπαινοι και αρές εναντίον του βασικού υλικού διάστρωσης, όχι μόνον στα ευρύστερνα μονοπάτια, αλλά και στην επαπειλούμενη ενίσχυση στερεοποιημένου χώματος που θα δέχονταν έναν στερεωτικό παράγοντα στην σάρκα  του προσόμοιον με ένεμα καταλύτη. Υπήρξαν άραγε αντιρρήσεις «δίκαιες» στην παρέμβαση αυτή, ή συμπαρασύρθηκε η διαφωνία, δίκην του τελευταίου πλάνου του Underground του Κουστουρίτα, στο δάσος ευλόγων ή παράλογων διαφωνιών;

Αναμφίβολα. Υπέδειξα, δίχως απαίτηση ομοφωνίας ή έστω συμφωνίας, πως το τεράστιο έργο του Μανόλη Κορρέ στην Ακρόπολη επί σχεδόν μισόν αιώνα, είναι διαχρονικά κατοχυρωμένο και χωρίς αμφισβήτηση, προορισμένο να έχει το όνομά του ανάμεσα στους μεγάλους ανακαινιστές και εμπνευσμένους αρχιτέκτονες του μνημείου. Το ότι η κεκτημένη ταχύτητα των επιτευγμάτων του, ενδεχομένως να περιείχε ανεπιθύμητη και για τον ίδιον δόση γεροντισμού, μήτε παράλογη είναι μήτε πρωτοφανής. Το κύριο χαρακτηριστικό των τελευταίων του απόψεων, είναι πως υπάρχει ένας διαφαινόμενος μανιχαϊσμός στην στρατηγική του: αντιμετωπίζει μόνον δύο λύσεις μπροστά του στην διάστρωση προσβάσεων της Ακρόπολης και καταλήγει πως η πολυδάπανη και χρονοβόρα τεχνική τον οδηγεί, άκοντα, σε αναγκαστική λύση. Όπως λέει ο ίδιος «Ο ιδανικός για εμένα τρόπος είναι η ανάπλαση επιφάνειας από παρόμοιο βράχο, αλλά αυτό κοστίζει πάρα πολύ και είναι πολύ δύσκολο. Αν ήμουν νέος ίσως το δοκίμαζα, αλλά ξέρω πόσο δύσκολα είναι να περνάμε από τη θεωρία στην πράξη. Κινηθήκαμε ρεαλιστικά με ένα υλικό που είναι στενός συγγενής του φυσικού βράχου. Το σκυρόδεμα είναι κοντά στη φύση».

Η φράση αυτή του Μανόλη Κορρέ περιέχει ευδιάκριτη προσωπική θέληση ενός «εγώ», σε ένα κείμενο όπου οι πολλαπλές αναγνώσεις της αναστηλωτικής Μεγάλης Ιδέας, συγκρούονται με τα ελάχιστα περιθώρια που αφήνονται στην Διοίκηση του Πολιτισμού είτε να δεχθεί την «γραμμή Κορρέ» ή να επιχειρήσει κάποια δημόσια ζύμωση, απέλπιδα, αλλά πιο προσγειωμένη. Όπως ο στρατηλάτης Μακάρθουρ, που για να «καθαρίσει το άγος της Κορέας» εισηγήθηκε να ρίξει την Βόμβα επί των κεφαλών της (μία είναι η Βόμβα!) αλλά ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ απλώς ζήτησε την παραίτησή του, πράξη που εντέλει συνέβη, αφήνοντας σπάνια παρακαταθήκη στην προθανάτια ομιλία του για την προσωπική του εξέλιξη: ανέφερε το κλασικό πως οι απόμαχοι στρατιώτες «ξεθωριάζουν» (fade away).

O Kορρές μίλησε για έναν «ιδανικό, κατ΄αυτόν, τρόπο» που ήταν η «ανάπλαση επιφάνειας από παρόμοιο βράχο» που αμέσως απέρριψε (α) ως κοστοβόρο, (β) ως πολύ δύσκολο και (γ) δεν το αποπειράται επειδή δεν είναι πια νέος. Σα να λέμε πως ο Χαράλαμπος Μπούρας, λόγω ηλικίας, έπρεπε να εγκαταλείψει και να εγκαταλειφθεί στις αναμνήσεις του άμα τη συντάξει.

Αντ΄αυτών, ο Κορρές σφίγγει τα δόντια και κινείται ρεαλιστικά, επιλέγοντας μια μέθοδο της οποίας θα επιζήσει: το σκυρόδεμα. Ήτοι, ένα υλικό που είναι στενός συγγενής του φυσικού βράχου. Το σκυρόδεμα είναι κοντά στη φύση.

Το σκυρόδεμα, μήτε καν μια βάση τσιμέντου ή άλλης πουζολάνης, ήτοι μιας κονίας που γνώριζαν έκπαλαι οι αρχαίοι, και χάρη σε αυτήν, καλύτερα στην ελαφρόπετρα και στην παιπάλη εκ του Βεζουβίου, εξάγεται ο ανεκτίμητος πολιτιστικός θησαυρός της Πομπηίας, αμή και η πολύτιμη θηραϊκή γη που προτιμάται από το Πόρτλανδ και άλλα κονιάματα. Στην αγορά υπάρχουν κουρασάνια, αμή και καλντερίμια. Απάδουν φυσικά στο ύφος του Ιερού Βράχου.

Πόσο κοντά στη Φύση είναι το σκυρόδεμα; Επιλέγω δύο κείμενα, εκ περιοδείας στη φυλή των μηχανικών, που «μπετατζήδες» αποκαλεί η λαϊκή μούσα, ένα από την τρέχουσα πιάτσα, σε πολυτεχνειακή διάλεκτο και ένα, εμβριθέστερο, από προφανώς αντιπρόσωπο χρησίμων προσθετικών σε σκυρόδεμα:

Το σκυρόδεμα αποτελείται από το χαλίκι, την άμμο, το τσιμέντο, και κατά την παρασκευή του, και το νερό. Το χαλίκι πρέπει να είναι τριγωνικό, για να πλησιάζει το ένα το άλλο όσο πιο κοντά γίνεται. Η άμμος πρέπει να καταλαμβάνει τα κενά και μόνο αυτά που αφήνει το χαλίκι, και να είναι χονδρόκοκκη και άσπρου χρώματος, γιατί η άσπρη άμμος δεν περιέχει χώμα, και έτσι είναι πιο ισχυρή. Το νερό είναι το μέσον της χημικής αντίδρασης σκλήρυνσης του τσιμέντου. Όπως όταν κάνουμε μία συγκόλληση, πρέπει να βάζουμε λίγη κόλλα και μεγάλη πίεση για να πετύχουμε ισχυρή συγκόλληση, το ίδιο πρέπει να επιδιώκουμε και στο μπετό.[…]

Ο δε αντιπρόσωπος προσθετικών, είναι πιο αμείλικτος:

[…] Η ποιότητα του τσιμεντοπολτού ορίζει και την ποιότητα του μπετόν. Όταν βάζουμε πολύ νερό στο μείγμα του μπετόν, το μείγμα είναι λογικό να γίνεται πιο ευκατέργαστο.
Αυτό όμως έχει και το τίμημά του που μάλιστα είναι πολύ σοβαρό. Όταν το περίσσιο νερό – αυτό δηλαδή που δεν συμμετέχει στις χημικές αντιδράσεις – εξατμίζεται αφήνει πίσω του πόρους αέρα που αδυνατίζουν το μπετόν.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να μπαίνουν στο μείγμα οι ελάχιστες δυνατές ποσότητες νερού που να εγγυώνται όμως τη σωστή κατεργασία και τοποθέτηση του.
Το μπετόν στην αρχή είναι σε κατάσταση πλαστική, εύκολα κατεργάσιμο. Όσο περνάει η ώρα και προχωρά η ενυδάτωση αρχίζει και γίνεται άκαμπτο και στο τέλος γίνεται ένα σκληρό λίθωμα, δηλαδή μια τεχνητή πέτρα.


Η άλλη οδός

Τότε έστρεψα την αναζήτησή μου σε μια σύγχρονη εφαρμογή, εννοώ του εικοστού αιώνα, όπου πραγματοποιήθηκε μέγα οδικό έργο δεδομένης φήμης, που κυκλώνει το μνημείο, είναι πεζόδρομος που αντέχει και τροχοφόρα και για την απόλυτα θεμιτή μορφή του εκδαπάνησε τον βίο ο πολύς Δημήτρης Πικιώνης, ο αφοσιωμένος στο έργο του δημιουργός, ο πολύτεκνος και πολυτάλαντος αρχιτέκτων.

Εκτιμώ ότι ένας πανελλήνιος ή διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, υπό την εποπτεύουσα κρίση του Μανόλη Κορρέ, διαγωνισμός υλικών και τρόπου συναρμογής, με όλα τα συνοδά εμπόδια, θα προσέφερε στο Άστυ και στον Πάγο, μια παραλλαγή της «λύσης Πικιώνη», σεβόμενος την ευμενή συνέχεια μιας μακράς παράδοσης και ευδιάκριτα αναδεικνύων των ικανότητα και τις αναμενόμενες λαμπρές ιδέες των Ελλήνων Αρχιτεκτόνων, νέων και μη, που θα είχαν και άλλες ειδικότητες να συνεργαστούν.