Oι διαβάσεις του Χρόνου
03-04-2018

Βλέπω μια φωτογραφία, την στερεομετρία μιας τούμπας στο Νάρες, άλλοτε Φιλαδελφιανά, ή και Νέα Φιλαδέλφεια, σε ένα πέρασμα ποταμού. Αρχίζει η άνοιξη, όλα πράσινα, και η φωτογραφία από τον γιο παλιών μου φίλων.

Κι άρχισα να βλέπω σαν σινεμά την εποχή που την πρωτοείδα και την συγκίνηση που ένοιωσα σε εκείνες τις ακατάσχετες πεζοπορίες, κουβαλώντας χάρτες και σημειώματα, ψάχνοντας ψηλαφητά μέσα στην μαύρη νεότητα.

Ήταν λέξεις σε επιτελικό χάρτη, αναζήτηση ενός καφέ και μιας ομελέτας, ανίχνευση επιγραφής ή απλή δραπέτευση από την πόλη του δειλινού; Ό,τι και να ήταν, τέλειωσε. Η οδοιπορία δεν άφησε ίχνη. Ένα άλλο αυτοκίνητο πέρασε, πρόσεξε την τούμπα, την σκόπευσε και η φάση πέρασε.

Και γεννάει, αυτόνομα, νέες εντυπώσεις, νέα υποσελίδια σημείωση, άλλες υποθέσεις εργασίας. Καιρός να βρεθούν οι δικές σου σημειώσεις ,ηλίθιε,να ακυρωθούν παρευθύς, είναι μια νέα εικόνα και κατακάθεται η σκόνη των δικών σου συνειρμών.

Την τούμπα την έβλεπαν οι παλαιότεροι, ντυμένοι με άλλες στολές, έκαναν κι ανασκαφές, έτσι η επιγραφή, αλλοιώς τα φελλία (=ψήγματα χρυσού) στην άμμο, το τι και το πώς του Καμινιάτη, κι έπειτα εσύ και άλλοι τόσοι, ο καθένας στη δεκαετία του.

Χωρίς καμία συνέχεια. Κάθε γενιά και η αίσθησή της, βαθύτερη ή τελείως ρηχή. Ό,τι πέρασε, ήταν απέρατο. Ό,τι χάθηκε, βρίσκεται και πάλι.

Ευτυχώς, ο δικός μου χάρτης θα χαθεί από την εικόνα. Ήταν πάντοτε εξίτηλος και δεν είχα ιδέα. Ανακάλυψη, παροδική συγκίνηση, λησμονιά.