Θρυλείται πως όταν ο Ρωμανός Διογένης, άτσαλος και με επίγνωση του κινδύνου από τους Σελτζούκους, συγκέντρωσε έναν σύγκληδα στρατό από Ρωμιούς, Φράγκους, Νορμανδούς, Ίβηρες του Καυκάσου και Σλάβους, Γότθους και Αλανούς, Χάζαρους, Κουμάνους και Πετσενέγους, ξεκίνησε μια εκστρατεία εναντίον του Αλπ Αρσλάν και βρέθηκε στο Μαντζικέρτ απέναντί του.
Ο πολέμαρχος που θα αντιμετώπιζε, όδευε για την Αίγυπτο, διότι υπήρχε ειρήνη με τους Βυζαντινούς. Εθυμώθη και αντί φλάμπουρα και εμβλήματα, ανάρτησε σε ένα κοντάρι την Συνθήκη που παραβιάστηκε, ενώ ο Ρωμανός, χτίζοντας παλάτια στην άμμο, μοίρασε τα φουσάτα του με βάση την στρατηγική και οι ευγενείς που τον σιχαίνονταν, τον παράτησαν και έφυγαν για να τον υπονομεύσουν στην Πόλη.
Η μάχη ήταν όλεθρος και ο Ρωμανός πληγώθηκε και αιχμαλωτίστηκε. Λένε πως όταν τον έφεραν μπροστά στον Σελτζούκο, εκείνος σηκώθηκε και τον εξανάγκασε να πέσει στο χώμα, τον πάτησε με το πόδημά του, ως ένδειξη θριάμβου και μετά τον σήκωσε, τον αγκάλιασε, του φέρθηκε αρχοντικά, διαλεγόμενος μαζί του και τον γιάτρεψε, αφήνοντάς τον να γυρίσει στην Πόλη όπου φρικτή μοίρα του περίμενε.
Ήταν 1071 και οι Κομνηνοί αγωνίστηκαν έναν αιώνα για να ανακτήσουν την Μικρασία, έως το τελειωτικό κάζο στο Μυριοκέφαλον, ενδιαμέσως μετέχοντας σε φοβερούς πολέμους όπου τα εμιράτα είχαν την πρωτοβουλία. Οι προφήτες του κράτους ήξεραν την ακροστιχίδα «Α.Ι.Μ.Α» που σήμαινε Αλέξιος, Ιωάννης, Μανουήλ και έσχατος ο γέροντας Ανδρόνικος.
Οι τελευταίες τριάντα μέρες που περάσαμε, είναι συρρίκνωση των τριών ετών που ο Ρωμανός αγωνίζονταν να βάλει σε τάξη τον στρατό του κερδίζοντας μικρές επιτυχίες. Κι αν δεν βρίσκετε ομοιότητες και αναλογίες, θυμίζω μια Συνθήκη, έναν Καμμένο, ένα Τσίπρα, πλήθος στελεχών που ξεκατινιάστηκε και φοβίτσους βουλευτές που με μύριες όσες δικαιολογίες τρωγόπιναν στην Πόλη, ενώ γύρω τους κατέρρεε το σύμπαν, οι Σταυροφόροι έπλεναν τελευταία φορά τα ρουχικά τους και το μέλλον που ήρθε, είχε κακά μαντάτα γι αυτούς.
Ως επίμετρο, επειδή η Ιστορία δεν σας διασκεδάζει και η αθυμία μάτι βγάζει, όταν κάθομαι ράθυμος και λογαριάζω ποιος θε να πληρώσει το σπασμένο βάζο, στιχάκια παρωδών μεγάλων ποιητών, διότι και να παρωδούσα Παπαδίτσα ή Μαρτζώκη, ελάχιστοι θα το καταλάβαιναν, αφού δεν βρίσκεται σε χείλη βαθυνόων πολιτικών και άλλων που εμπιστεύονται κειμενογράφους
ΤΑΒΑΦΕΙΣ: «Ο ΜΠΟΥΛΗΣ»
Είπες «Στον πάγο βρέθηκε η γη, παχνίστηκεν η θάλασσα.
Ως Μπούλης άλλος θα βρεθώ, σε πιό θερμή πηγή.
Κάθε μου φούρλα, ξεγυρισμένη γλύστρα προκαλεί
Κ’ είν’ η ματιά μου από τρότσκες μολεμένη.
Ο νους μου χάνεται στον παστουρμά μ΄αριστερό τσιμένι
‘Οπου το μάτι μου στηλώσω, όπου στραφώ
Κοτζιά και Σόρος συνιστώσες συναντώ
Τέσσερα χρόνια οφλάντισα και έγκωσα και χάλασα»
Καινούργιους χώρους δεν θα βρεις, εξόν αυτούς που χάλασες.
Το «Μπούλης» θα σε ακολουθεί. Στους χώρους θα ξερνάς
Τους ίδιους. Πρόβατα και γίδια θε να σαλαγάς
Ίδιες κατούνες μ΄έναν μπατανά θ΄ασπρίζεις.
Πάντα ως Μπούλης παντού θα φτάνεις. Κι άλλο μη με πρήζεις
Δεν έχει πλοίο δεξιό, δεν έχει οδό.
Έτσι που τις στολές σου χάλασες εδώ
Σε μπαλαούρο ασφυκτικό, δεν θα ατενίζεις θάλασσες.