• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Ανάμεσα σε μια πυραμίδα από πανέρια και γαρύφαλλα σε πείθει ότι δεν ταιριάζετε, σου λεει.
Ο Μπόουι, ο Παντελίδης και μερικά γαρύφαλλα για σος σάλτσα
Βέρα I. Φραντζή | 18.01.2016 | 15:46
Όταν πέθανε ο Μπόουι, αναρωτιόμουν "ακούνε τα λαϊκά παιδιά το «Let’s dance» και παθιάζονται τόσο όσο ακούγοντας Derti fm"; Νιώθουν αυτήν την ελευθερία που δίνει στο στέρνο και το αναψοκοκκίνισμα στα μάγουλα από την επανάσταση που έχουν οι στίχοι του «Heroes», αυτά τα παιδιά που φοράνε τα καλοσιδερωμένα πουκάμισα με την μαμαδίσια τσάκιση και που πάνε και χώνονται στα τραπέζια δίπλα από τις τουαλέτες στα μεγάλα μπουζουκτσίδικα; Μόνο για πληγωμένες αγάπες σηκώνουν τα χέρια δείχνοντας και καταλογίζοντας την ερωτική απιστία και άλλες ανηθικότητες των γυναικών ή και για τα κόκκινα χορευτικά παπούτσια της συνοδού στο προαναφερθέν τραγούδι του Μπόοουι; Είναι λαϊκός ο Μπόουι, εν τέλει; Είναι ποπ είδωλο ο Παντελίδης;
 
Τόσα και άλλα τόσα ερωτήματα μετά τον καταιγισμό άρθρων για το θάνατο του Μπόουι. Και πριν πέρασει η ένταση από τον θάνατο του μεγάλου καλλιτέχνη, έρχεται αυτή η φωτογραφία με τον Παντελίδη να δείχνει και αυτός με το δάχτυλο ακμαίο προς το υπερπέραν, να του φτάνουν έως τα γόνατα τα μισοάδεια πανέρια με τα γαρύφαλλα και να λατρεύεται σαν ροκ σταρ και κάτι παραπάνω, σαν λαϊκός σταρ της Ελλάδας. Γιατί οι σταρ δοξάζονται μόνο από το ευρύ κοινό, όχι από ελίτ και μη-μου-άπτου τύπους που διαβάζουν για την αγορά ζωγραφικών πινάκων… κακά τα ψέματα.
 
Στην Έλλάδα, έχουμε τιμή και καμάρι το να μεταπηδούμε από τον νταλκά και τον βαρύ πόνο στο ελαφρύ αναπήδημα της ποπ και στην αιωνιότητα πάλι του παλιού λαϊκού τραγουδιού και του αμανέ και ξανά πίσω να τρανταζόμαστε στα στακάτα μπιτ και την ηλεκτρονική μουσική. Εμείς οι νέοι (και οι νέοι που ακουν κυρίως Παντελίδη, γιατί ο αοιδός είναι νεανικός λαϊκός τραγουδιστής) είμαστε τόσο ποπ όσο Παντελίδης και τόσο λαϊκά παιδιά όσο ο Μπόουι. Έχουμε συνδυάσει το πασπαρτού του κουνήματος των γοφών, με ανάλογο ρυθμό και ένταση, σαν χαμαιλέοντες του χορού μεταπηδούμε από τις συσπάσεις της κοιλιάς του τσιφτετελιού στις χαρούμενες στροφές της Λέιντι Γκάγκα. Αυτό το έχουμε κερδίσει. Είμαστε ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Στον μέσο όρο μας, αλέθουμε τα πάντα, κρατάμε ό,τι μας διασκεδάζει και τα κάνουμε ένα εποικοδομητικό συνονθύλευμα στοιχείων και είμαστε αυτό το καταπληκτικό γονίδιο της ευτυχίας, της απόλυτης διασκέδασης.
 
Εκτός από κάποιες βαλκανικές χώρες όπως η Ρουμανία, που λένε τα τραγούδια του αμανέ με τον καημό και το ντέρτι μανέλες, μόνο στην δική μας χώρα έχουμε αυτήν την ιδιότυπη κουλτούρα της διασκέδασης με τα λουλούδια στην πίστα, το τσιφτετέλι στα τραπέζια και το μπουζούκι. Αυτά είναι ο καθαρόαιμος τρόπος διασκέδασης που μάθαμε από τα σόγια μας σε κάθε χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν, σε κάθε γιορτή και επέτειο. Η αποστροφή είναι λίγο γελοία, γιατί όλοι έχουμε βρεθεί σε παρόμοια γλέντια και έχουν και την πλάκα τους, αν όντως οι συμμετέχοντες τα αντιμετωπίζουν με την επιφανειακή του πλευρά, αυτή την πλευρά που οι περισσότεροι έχουμε ταυτίσει με τον ξεπεσμο στα κατώτερα ένστικτα μας. Είναι θέμα οικογενειακού όρκου.
 
Όλη αυτή η ιδιαίτερη κουλτούρα της ελληνικής διασκέδασης συνδυάστηκε έπειτα με πουράκλες στις πρώτες θέσεις, με τους σκληρούς γιακαδες των πουκαμίσων, με ανεκδιήγητες λαμέ γραβάτες, με μαύρα κοντά φορέματα με βαθιά ντεκολτέ και τα μαλλιά με λακ, με χέρια σηκωμένα και με φρασεολογία όπως «δώσε πόνο».
 
Η ποιότητα της λαϊκής μουσικής φθίνει, γιατί όταν κάτι τελειώνει παρακμάζει. Και νομίζω πως τελειώνει, γιατί η θεματολογία των στίχων των λαϊκών τραγουδιών είναι περιορισμένη, η φρασεολογία μιας αργκό που ενέχει γελοιότητα και το τίποτα του κενού λόγου, ο πόνος των τραγουδιων δεν αφορά παρά την επιδερμική συναισθηματική φόρτιση του εικοσάχρονου. Μουσικά οι δυνατότητες του μπουζουκιού δεν χρησιμοποιούνται… όλα κλισέ και τίποτα καινοτόμο.
 
Όσο για το χρήμα μεταφρασμένο σε λέλουδο που έπεσε πάνω σε καλλίπυγες νεαρές με μουσική υπόκρουση τις κορώνες του Παντελίδη, είναι σχετικά αναξιοπρεπές να μας τραυματίζει σαν εικόνα. Το φαίνεσθαι είναι και θα είναι και η πιο δυνατή επένδυση και στοίχημα με τον εαυτό μας. Το πώς το μετραφράζει ο καθένας είναι θέμα παιδείας, αντοχών, τύψεων, αισθητικής, αϊκιου και φιλότιμου. Και η εν λόγω εικόνα είναι οικεία…σε όλους μας σχεδόν. Ακόμη και αυτή η ακραία εικόνα με τα 20.000 ευρώ γαρύφαλλα να χάνουν το ροδαλό τους χρώμα κάτω από τα φωτορυθμικά του κοσμικού κέντρου, να τα πατάνε τα τακούνια και να γλιτσιάζουν στην πίστα.
 
Είναι μάταιο να μπαίνεις σε ένα πόλεμο επιπέδου κουλτούρας. Είναι μάταιο να κατακεραυνώνεις σαν ανηθικότητα το "χαμηλό επίπεδο". 
 
Και φανταστείτε ο Παντελίδης να τραγουδάει ανάμεσα στα άλλα:
 
“Let's dance put on your red shoes and dance the blues
Let’s dance to the song
they’re playin' on the radio...‘'
 
και ο κόσμος να το καταδιασκεδάζει. 
 
Και θα υποκλίνονταν όλοι στο μεγαλείο του λαϊκου τραγουδιστή. Δεν είναι άβατο το μπουζουκτσίδικο. Θα είναι το στέκι αυτών που ακούν Μπόουι στα μπαράκια στην πλατεία Αγίας-Ειρήνης και τρώνε κεμπάπ με μουσική υπόκρουση τους Μπίτλς και ρεβεγιονάρουνε με Όφενμπαχ και πετάνε γαρύφαλλα στον Παντελίδη. Αυτή είναι η διασκεδασή μας.