• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Έλλη Λαμπέτη: Από ατσάλι και όνειρο...
Μετά το περάσμά της από τους θιάσους του Κώστα Mουσούρη και της κυρίας Κατερίνας η Έλλη Λαμπέτη, πρωταγωνίστρια πια, δέχεται την πρόταση για την δημιουργία του θιάσου Λαμπέτη – Παππά – Χορν. Ο Χορν αντιπαθούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή την Λαμπέτη και η Λαμπέτη τον Χορν. Εκείνη τον θεωρούσε ψηλομύτη και «σουσού» κι εκείνος την κορόιδευε για το μονόχνοτο του χαρακτήρα της και τη λαϊκή της καταγωγή. Ο θίασος ξεκίνησε με μια μεγάλη περιοδεία εκτός Ελλάδος και από την Κωνσταντινούπολη ο Χορν τηλεφώνησε στον φίλο του σκηνοθέτη Γιώργο Τζαβέλλα και του ζήτησε να τους φτιάξει για διαφημιστικούς λόγους μια ταινία με τρεις ισάξιους ρόλους. Ο Τζαβέλλας του είπε πως δεν μπορεί να γράψει σενάρια επί παραγγελία και ο Χορν πήρε τηλέφωνο ένα φίλο του που είχε γνωρίσει δύο χρόνια πριν στο Λονδίνο. Ο Μιχάλης Κακογιάννης, γιατί περί αυτού πρόκειται, έγραψε το σενάριο για το «Kυριακάτικο ξύπνημα» μέσα σε 9 μόλις μέρες και τα γυρίσματα έγιναν στην Αίγυπτο όπου ο θίασος ήταν σε περιοδεία. Εκεί στην Αίγυπτο ξεκίνησε και ο μεγάλος έρωτας της Λαμπέτη με τον Χορν που διέλυσε το γάμο της με τον Μάριο Πλωρίτη και κράτησε έξι χρόνια όσο και ο θίασός τους. Τελείωσε με την αναπάντεχη φυγή μια μέρα της Λαμπέτη για την Αμερική. Ένας έρωτας απ’ ό,τι λένε παθιασμένος και σαρκοβόρος. «Η καημένη η Έλλη μ’ αγάπησε πολύ περισσότερο απ’ όσο μπόρεσα εγώ να την αγαπήσω» μου είχε πει κάποτε ο Χορν. Ενώ ένας φίλος της Λαμπέτη μου είχε πει πως του είχε πει εκείνη, «ο καημένος ο Τάκης μ’ αγάπησε πολύ, εγώ δεν μπόρεσα να τον αγαπήσω τόσο» – νομίζω καταλαβαίνετε…
 
Ο έρωτας της Λαμπέτη και του Χορν! Ένας έρωτας γραμμένος στα αστέρια που λένε. Ήταν και οι δύο νέοι, όμορφοι, ταλαντούχοι, ερωτευμένοι, είχαν δικό τους θίασο τότε που δεν είχε ο καθένας δικό του θίασο και είχαν την γενική εκτίμηση, την αναγνώριση. Έπαιζαν σε ταινίες, έκοβαν χιλιάδες χιλιάδων εισιτήρια, ήταν τα ινδάλματα της νεολαίας της εποχής. Φυσικά τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Κάποια στιγμή τέλειωσε, αν όχι ο έρωτας, πάντως η ερωτική ιστορία οπωσδήποτε και αυτό έγινε το 1959 που η Λαμπέτη έφυγε ξαφνικά από την Αθήνα, απ΄ την Ελλάδα και από τη ζωή του Δημήτρη Χορν…
 
Μια προσπάθεια για διεθνή καριέρα με μια ταινία του Κακογιάννη γυρισμένη στην Ιταλία, το «Χαμένο κορμί» δεν είχε συνέχεια. Επέστρεψε παντρεμένη με έναν Αμερικάνο συγγραφέα τον Φρέντερικ Γουέικμαν. Έφτιαξε δικό της θίασο όπου μέχρι το θάνατό της έπαιξε ένα ποικίλο ρεπερτόριο από τα πιο σημαντικά έως τα λιγότερο σημαντικά έργα. Από το «Λεωφορείο ο πόθος» όπου έδωσε μία σπουδαία ερμηνεία ως Μπλανς Ντιμπουά έως ελαφρά έργα σαν τα «Σαράντα καράτια» και τη «Μις Πέπσι». Από τα «Έξι μονόπρακτα» με Κοκτώ, Τσέχωφ Στρίντμπεργκ, Μπρεχτ και Αρού που ήταν ένα ρεσιτάλ ερμηνείας, έως το «Βυσσινόκηπο» του Τσέχωφ, τη «Φθινοπωρινή ιστορία» και βέβαια τη «Φιλουμένα Μαρτουράνο» που ήταν από τις πολύ μεγάλες της επιτυχίες…
 
Από το 1945 και τα «Παιδιά της Αθήνας» μέχρι το 1958 το «Τελευταίο ψέμα» του Κακογιάννη, η Λαμπέτη ήταν η νούμερο ένα ενζενί του ελληνικού σινεμά και πάνω σ’ αυτήν βασίστηκαν και αντέγραψαν οι μετέπειτα. Εύθραυστη, χαριτωμένη, ζωηρή, ζωντανή, σε κωμωδίες και δράματα. Τα «Ματωμένα Χριστούγεννα», «Διαγωγή μηδέν», «Το κορίτσι με τα μαύρα» και βέβαια η «Κάλπικη λίρα» που καταγράφει και περνάει στην αιωνιότητα την ερωτική της σχέση με τον Χορν με κείνο το ανεπανάληπτο «σ’ αγαπώ». Οι Times έγραψαν γι’ αυτήν στο «Τελευταίο ψέμα» του Κακογιάννη: «ποτέ από την εποχή της Γκρέτα Γκάρμπο ο φακός δεν ερωτεύτηκε τόσο πολύ ένα πρόσωπο»…
 
Δυο μεγάλα σκάνδαλα δυστυχώς την έφεραν στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων και όχι για καλλιτεχνικούς λόγους. Στα τέλη της δεκαετίας του ´60 με ένα σεξουαλικό σκάνδαλο που ακούστηκαν απίστευτες ιστορίες για ομαδικά όργια και στα μέσα της δεκαετίας του ´70 όταν με σπαραχτικό τρόπο προσπάθησε απεγνωσμένα να κρατήσει ένα μικρό κοριτσάκι που είχε η ίδια μεγαλώσει και που οι γονείς του το είχαν παραδώσει σ’ αυτήν και ξαφνικά το ζητούσαν πίσω. Τα σκάνδαλα πέρασαν, ξεχάστηκαν, αλλά η εύθραυστη υγεία της Λαμπέτη κλονιζόταν ακόμα περισσότερο. Τα τελευταία 16 χρόνια της ζωής της μαζί με όλα τα άλλα είχε και την μάχη της με τον καρκίνο. Ώσπου ο καρκίνος νίκησε…
 
Αν δεν έχεις δει την Λαμπέτη πάνω στη σκηνή, είναι δύσκολο να καταλάβεις τι ήταν ακριβώς η Λαμπέτη. Όπως δεν μπορείς να περιγράψεις ένα σύννεφο ή ένα όνειρο, έτσι είναι δύσκολο να την περιγράψεις να ερμηνεύει ένα ρόλο. Ήταν συγχρόνως τρυφερή και σκληρή, ήταν συγχρόνως πέτρινη και χωρίς ύλη, ήταν από ατσάλι και όνειρο. Μπορείτε να φανταστείτε ένα ποίημα του Καβάφη να κυκλοφορεί πάνω σε μια σκηνή θεάτρου; Αυτό ήταν. Μην νομίζετε πως προσπαθώ να γράψω κάτι το ψευτοποιητικό, προσπαθώ να περιγράψω απ’ αυτήν ό,τι θυμάμαι από το πέρασμά της στη σκηνή μπροστά στα μάτια μου…
 
Συνήθως ένας ηθοποιός μπαίνει στο μέτρο του ρόλου του εκτός από τους σταρς που φέρουν τους ρόλους στα μέτρα τους. Η Λαμπέτη ήταν τόσο σημαντική που έφερνε κάθε ρόλο στα μέτρα της για να τον κάνει ακόμα πιο σημαντικό από ό,τι ήταν όταν γράφτηκε…
 
Τη θυμάμαι στη «Φιλουμένα Μαρτουράνο». Σε κάποια σκηνή που στο φινάλε αυτή βάζει τα κλάματα λέγοντας: «τώρα κλαίω Ντουμί, γιατί τώρα ξέρω τι είναι η ευτυχία και ξέρω τι έχανα τόσα χρόνια». Θα έλεγε κανείς ότι ο ήχος που έβγαζε σ’ εκείνη τη σκηνή η Λαμπέτη ήταν σαν να ξεκινούσε από την μήτρα της και ανέβαινε χειμαρρώδης ξεσκίζοντάς της τα σωθικά για να βγει σαν λυγμός απ΄ το στόμα και σαν δάκρυα απ’ τα μάτια…
 
«Ναι, τον αγαπώ γιατί δεν είναι ντροπή να αγαπάει κανείς, ντροπή είναι να λέει ψέματα και να φοβάται…»… Έλλη Λαμπέτη, στο «Κορίτσι με τα μαύρα» του Κακογιάννη…