• • •
• • •
Vera J. Frantzh | 06.07.2017
Panos Dodis | 05.07.2017
Georgia Drakaki | 05.07.2017
Nicolas Androulakis | 05.07.2017
Πέμπτη έκδοση, 1830.
Ευρώπη και Ελλάδα
Sraosha | 07.05.2017 | 20:58
Αυτή είναι η τέτaρτη συρραφή θεματικά συναφών κειμένων μου -- κι ελπίζω η τελευταία. Μετά την Αθήνα, τον ελληνικό φασισμό και το φαλιμέντο του ΣΥΡΙΖΑ σειρά έχει η Ευρώπη.
 
Επί της αρχής
 
Ήμουν και είμαι αντεθνικιστής και ευρωπαϊστής. Ναι, πιστεύω στην ομοσπονδιακή Ευρώπη των περιφερειών και των λαών με μάξιμουμ αντιπροσώπευση. Και έχω πλήρη επίγνωση ότι αυτό που λέω ακούγεται εξίσου φθαρμένο και έωλο με το να λέει κανείς το 1989 ότι πιστεύει στην προλεταριακή επανάσταση και στον σοσιαλισμό. Κι αυτό οφείλεται στο ότι η ΕΕ το 2017 είναι ένας αδιαφανής γραφειοκρατικός σχηματισμός με υψηλές αρχές που συνοδεύονται από καταστροφικές κι ανελεύθερες πολιτικές -- όπως η ΕΣΣΔ του 1989. Δυστυχώς, και η Ευρώπη των λαών και ο σοσιαλισμός είναι τελικά απαραίτητοι, έστω και σαν στάδια πριν την ουτοπία.
 
Ευρωπαϊκή ενότητα με κάθε κόστος;
 
Ένα ιστορικό προηγούμενο σαφώς πιο κοντινό στην ΕΕ του 2017 από την ΕΣΣΔ είναι η Αυστροουγγαρία μετά τη Συνεννόηση (Αusgleich) του 1867 μέχρι και τον διαμελισμό της το 1918.

Η Αυστροουγγαρία ήταν πολυεθνική δίδυμη μοναρχία. Σκοπός του συμβιβασμού που μετέτρεψε την αυστριακή αυτοκρατορία στην κατά Μούζιλ Κακανία ήταν να ικανοποιηθούν οι διάφορες εθνότητες διατηρώντας παράλληλα την ενότητα της δίδυμης μοναρχίας, ώστε να μην οδηγηθούμε σε χάος και κατακερματισμό. Άλλωστε οι Ούγγροι είχαν εξεγερθεί το 1848, ενώ το είχανε σκοπό και πολλοί άλλοι. Κάτι πρέπει να μας θυμίζουν αυτά.

Γενικότερα, το Ausgleich αποσκοπούσε στο να να ανακοπούν οι εθνικισμοί, ιδίως οι επικίνδυνοι νοτιοσλαβικοί, να προστατεθούν οι πανταχού γερμανικές μειονότητες και να ανακοπεί ο ρωσικός επεκτατισμός που ήδη είχε φάει τη μισή Πολωνία. Κι αυτό με τη Ρωσία θυμίζει πολύ τη δεκαετία του '10 του 21ου αιώνα. Τέλος, οι Γερμανοί, που οι Αυστριακοί ακόμα θεωρούν τσομπαναραίους, δεν ήταν φίλοι της Αυστροουγγαρίας.

Έτσι λοιπόν, ενώ στην Αυστρία επίσημη γλώσσα ήτανε τα γερμανικά και στη (μεγάλη) Ουγγαρία τα ουγγρικά, όλες οι γλώσσες της Αυστροουγγαρίας χρησιμοποιούνταν τοπικά. Στη Βουλή μπορούσε ο καθένας να μιλάει στη γλώσσα του. Το χρήμα κι αυτό πολύγλωσσο.

Βεβαίως, στο σχολείο μάθαμε ότι η Αυστροουγγαρία ήτανε λείψανο της φεουδαρχίας και "φυλακή των λαών". Αξίζει ωστόσο να σκεφτεί κανείς ότι όλοι οι αντίπαλοί της στον Μεγάλο Πόλεμο ήτανε αποικιοκράτες (και οι Ρώσοι, βεβαίως, απλώς από τη Σιβηρία δεν τους χώριζε ωκεανός) και στυγνοί ιμπεριαλιστές: οι ΗΠΑ είχανε κανονίσει Μεξικό, Φιλιππίνες και Κούβα με σκληρότητα μεθοδικότατη, ενώ βεβαίως είχαν αποικίσει τη μισή βόρεια Αμερική με το πρόσχημα ότι ήταν "άδεια" (ως συνήθως: όπως η Σιβηρία για τους Ρώσους, η Παταγονία για τους Αργεντίνους ή κι η Παλαιστίνη για το Ισραήλ...).

Αν έμοιαζε σε κάτι η Αυστροουγγαρία με την ΕΕ του 21ου ή και τους τότε εχθρούς της ήτανε το χάσμα μεταξύ συμβολικού και πραγματικού. Επιπλέον, όπως και στην ΕΕ μας, οι λαοί της δίδυμης μοναρχίας ήταν ισότιμοι (αλλά παντού υπήρχαν χαφιέδες και σπιούνοι), οι Εβραίοι τυπικά χειραφετημένοι (αρκεί να μην προκαλούσαν), υπήρχε μια (ας πούμε) ομοσπονδιακή Βουλή χωρίς πολλές εξουσίες, την οποία μάλιστα έκλεισε δις ο Αυτοκράτωρ (της Αυστρίας) και Βασιλεύς (της Ουγγαρίας) για λόγους εθνικού συμφέροντος.
 
Η αυστροουγγρική ρητορική ήταν ενωτική κι αντιεθνικιστική και τα ιδεώδη υψηλότατα: πολλοί πίστευαν ότι μια μέρα, μάλλον μετά τον δυσκοίλιο Φραγκισκο Ιωσήφ, η δίδυμη μοναρχία θα εξελισσόταν σε μια πραγματική ομοσπονδία των λαών της. Οι αυστρομαρξιστές, όπως μου έλεγε ο Ρακάσα, εργάζονταν μάλιστα προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν τα κατάφεραν στο τέλος.

Όπως και η ΕΕ, συνταίριαζε αντιδραστικότητα κι οπισθοδρόμηση στις πολιτικές με ρητορική και προσπάθειες για συνύπαρξη, συνεννόηση και ανεκτικότητα. Το έδαφός της πάλαι αδιαίρετης και αχώριστης αυτοκρατορίας σήμερα είναι μοιρασμένο σε 11 (αν μέτρησα σωστά) κράτη, κάποια από τα οποία είναι πιο αντιδραστικά από τη δίδυμη μοναρχία.

Ο μύθος δηλοί ότι πατερναλιστικοί και γραφειοκρατούμενοι άνωθεν καταβαίνοντες σχηματισμοί (όπως λ.χ. και η ΕΣΣΔ) μεγαλουργούν συμβολικά και ρητορικά υποσχόμενοι ενότητα κι ισοτιμία αλλά στο τέλος καταλήγουν να ηγεμονεύονται από τον μεγάλο παίκτη.
 
Μα είναι η Μεσευρώπη η Ευρώπη;
 
Ίσως όχι τυχαία, η ιδεώδης Ευρώπη των μενουμευρωπαϊστών ταυτίζεται με τη Mitteleuropa, τη Μεσευρώπη των αυτοκρατοριών, με τις κατά τόπους αστικές τάξεις, με κάποια τοπία πέριξ των Άλπεων και (απρόθυμα, λόγω σοσιαλιζουσών τάσεων) με τις σκανδιναβικές δημοκρατίες.

Η ανιστορική λοιπόν επιλεκτικότητα είναι έντονη στο πώς βλέπουν την Ευρώπη τους οι μενουμευρωπαϊστές. Για να τελειώνουμε μαζί της θα αρκούσε λ.χ. ακόμα και η δειλή και ανισοβαρής ανάλυση της έννοιας της Ευρώπης από τον Norman Davies στο πολωνοκεντρικό Europe: a history. Η σύγχρονη Ελλάδα, αλλά ακόμα και η οθωμανική κληρονομιά, είναι οργανικό μέρος του ευρωπαϊκού συστήματος περισσότερο και πιο ουσιωδώς από ό,τι η Ισλανδία, ο σύγχρονος αγγλικός εξεψιοναλισμός, ο Καύκασος, η αμερικάνικη κουλτούρα στρωμάτων της ολλανδικής ή της ιταλικής νεολαίας ή η γλωσσα της Μάλτας.

Δεύτερον, ο πρόχειρος και σαρωτικός τρόπος που γίνεται αντιληπτή η Ελλάδα ως θύμα της Ορθοδοξίας, ως λείψανο της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, ως ηλιόπληκτο μεσογειακό θέρετρο ή ως απόστημα στην άκρη της βαλκανικής προϋποθέτει πλειάδα οριενταλιστικών, νεοαποικιοκρατικών και -- το χειρότερο -- ανιστορικών προκειμένων. Το ίδιο ισχυει και για την όποια νεοαποικιακή αβελτηρία για "μετασχηματισμό" της Ελλάδας σε "συγχρονο ευρωπαϊκό κράτος". Αναρωτιέμαι ποιο είναι το πρότυπο "σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους" των μενουμευρωπαϊστών όταν ληφθεί υπόψη το μέγεθος και ο πλούτος της Ελλάδας. Η Δανία των εκατοντάδων τοπικισμών; Εάν ναι, η ανιστορικότητα τέτοιων ιδεών σοκάρει: θα απέβλεπε η πτωχή πλην με περασμένα μεγαλεία Πορτογαλία στο να γίνει η Αυστρία του Ατλαντικού;
 
Είναι η Ελλάδα Ευρώπη;
 
Η ταύτιση της Ευρώπης με το Ζάλτσμπουργκ, το Μόναχο, το Μιλάνο, τα βιεννέζικα βαλς και τις μεγάλες λεωφόρους των Παρισίων είναι αποσπασματική και βαθύτατα επαρχιώτικη. Θα ήτανε και κωμική εάν, τουλάχιστον από τον καιρό του πρώτου Εμφυλίου το 1823, δεν αποτελούσε το πεδίο που παράγεται από ένα ιδιότυπο δίπολο:
  • στον ένα πόλο έχουμε την κομπλεξική ανάγκη να δείξουμε στους άλλους ότι είμαστε αρχαίοι Έλληνες, άρα νεοκλασσικιστικά "πολιτισμένοι" και όχι βάρβαρες βαλκανικές μάγκες, φάρες και φυλές·
  • στον άλλο πόλο βρίσκεται η κομπλεξική περιφρόνησή μας προς όλους τους άλλους, που δεν είναι αρχαίοι Έλληνες -- με μια σχετική επιείκεια απέναντι στους Ιταλούς.
Οι δύο αυτές τάσεις, απόρροιες της εθνικής ιδεολογίας που νοηματοδοτεί το ελληνικό κράτος, συνυπάρχουνε πάντοτε και η σύγκρουσή τους, μια σύγκρουση καθόλου διαλεκτική, παράγει τις όψεις της εθνικής μας ιδεολογίας και της, ας πούμε "εθνικής αυτοεικόνας" μας. Κατά καιρούς επικρατεί η ανάγκη να φανούμε αντάξιοι απόγονοι των προγόνων, άλλοτε υπερισχύει η περιφρόνησή μας προς τους άλλους. Για λόγους πολιτικούς από το 2010 τα συμπλέγματα κατωτερότητας έχουνε πάρει τα απάνω τους, ως ελληνοκεμαλισμός ή μενουμευρωπαϊσμός, ως ένα πρόγραμμα να γίνει η Ελλάδα "πραγματικό κράτος" και οι Έλληνες "να γίνουμε λαός".
 
Αυτό το ιδιότυπο δίπολο, ας το πούμε αντιφατικό, βρίσκεται επίσης στον πυρήνα της ιδεολογίας του Μένουμε Ευρώπη και όλων των προηγούμενων ενσαρκώσεων αυτού του ιδιότυπα ελληνικού κεμαλισμού.

Ο μενουμευρωπαϊσμός εμφορείται από την επιθυμία να γίνουμε περισσότερο "Ευρωπαίοι" και η Ελλάδα να γίνει περισσότερο "Ευρώπη". Παράλληλα, τονίζει μεθοδικά την απόσταση, αβυσσαλέα συνήθως, που χωρίζει την Ευρώπη και τους Ευρωπαίους από την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Ο μενουμευρωπαϊσμός λοιπόν είναι ένα κίνημα που προσπαθεί να κρατήσει πολιτικά στην Ευρώπη μια χώρα και έναν λαό που δεν ανήκουν στην Ευρώπη, τουλάχιστον όχι ακόμα.

Η αντίφαση είναι εξαρχής ολοφανέρη, ακόμα και αν παραβλέψει κανείς τον αφελή επαρχιωτισμό του αιτήματος να παραμείνει μια ενότητα (η Ελλάδα) μέσα σε ένα όλον (την Ευρώπη) στο οποίο δεν ανήκει.
 
Ο μενουμευρωπαϊστικός επαρχιωτισμός αποτελεί θλιβερό πισωγύρισμα σε σχέση με τη δοξολογική παραδοχή του 1981 ότι ευρωπαϊκή ενότητα είναι αδιανόητη χωρίς την Ελλάδα, όχι μόνο των αρχαιοτήτων αλλά και της Φιλοκαλίας (κατά Le Monde τότε)· βρίσκεται επίσης σε παραφωνία με την κρατούσα αντίληψη στη δυτική και βόρεια Ευρώπη, ακόμα και μετά εφτά χρόνια προπαγάνδας και συκοφαντιών, ότι Ευρώπη δεν υφίσταται χωρίς την Ελλάδα.
 
Έχουμε λοιπόν εν έτει 2017 (μενουμ)ευρωπαϊστές Έλληνες, Κωλέττηδες και Μαυροκορδάτους, οι οποίοι θεωρούν ότι δεν είμαστε Ευρωπαίοι και προσπαθούν να μας κάνουν Ευρωπαίους μεταρρυθμίζοντας το Ελληνικό κράτος σε κάτι το οποίο αντιλαμβάνονται ως "κανονικό ευρωπαϊκό κράτος".
 
Παράλληλα, ο λόγος περί ευρωπαϊκού πολιτισμού, ευρωπαϊκών ταυτότητων και ευρωπαϊκού μέλλοντος διαφεντεύεται από δύο ομάδες ανθρώπων: από παντοειδώς αταξίδευτους ή από όσους γεύτηκαν μια περιορισμένη dégustation φοιτητικής ή μεγαλοαστικής ζωής, σε κάποια πόλη της Μεσευρώπης συνήθως. Εμείς, η γενιά του Ιντερέιλ, των κάμπινγκ, των ανταλλαγών, των ενοικιαζόμενων και των χόστελ, των πεζοποριών και των city breaks (τραμ και διατροφή κρουασάν και κονσέρβες) παραμένει σιωπηλή.
 
[Περιλαμβάνει αποσπάσματα από εδώ, εδώ, εδώ και εδώ.]