Πώς στη μανιασμένη αυτή καταστροφή μπορεί η ομορφιά ν΄ αντιταχτεί; / ΣΕΞΠΙΡ, ΣΟΝΕΤΟ 65
Φράνκο Βεντούρι (απάντηση στην ερώτηση «Ποια είναι η γνώμη σας για τον εικοστό αιώνα»): «Οι ιστορικοί δεν μπορούν να απαντήσουν σ’ αυτό το ερώτημα. Για μένα, ο εικοστός αιώνας δεν είναι παρά η διαρκής προσπάθεια που καταβάλλουμε για να τον καταλάβουμε.»(Παρατίθεται από τον Έρικ Χόμπσμπομ, στην Εισαγωγή [«Ο Αιώνας – Μια Κάτοψη. Δώδεκα άτομα εκφέρουν τη γνώμη τους για τον εικοστό αιώνα»] του βιβλίου του «Η εποχή των άκρων – Ο σύντομος εικοστός αιώνας 1914-1991»).
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Τραπεζική Εισαγωγή
Περιμένοντας σε μια Τράπεζα να εισπράξω τα υπολείμματα του κατακρεουργημένου κοινωνικού μου μισθού αναγκάστηκα να συμμεριστώ με τη φωτεινή οθόνη, που μαγνήτιζε με εκτυφλωτικής ευκρίνειας φωτογραφικά στιγμιότυπα τα βλέμματα των πελατών, σαν φως τις νυχτοπεταλούδες, τις κορυφαίες, κατά τον αυτοδιαφημιζόμενο πάροχο των πληροφοριών, «Intelligent Ideas»: «η γαρίδα έχει την καρδιά της στο κεφάλι ενώ ο κάβουρας έχει τα δόντια του στο στομάχι, τα Ιμαλάια κατέχουν το 1/10 της γήινης επιφάνειας, τα μυρμήγκια δεν κοιμούνται ποτέ, τα σαλιγκάρια κοιμούνται τρία χρόνια». Συνδυασμένες με το ενοχικό τραπεζικό περιβάλλον και τη μακρά διάρκεια της αναμονής (περικοπές στο υπαλληλικό προσωπικό συν «ο χρόνος μας, αλλά όχι και ο δικός σας, είναι χρήμα»), αυτές οι ασύνδετες φυσιοδιφικές εμβαθύνσεις αποκτούν πολυδύναμη συνωμοτική ηχώ. Ας πούμε—
—Η ΗΧΩ: «Άρτο μπορεί να μην έχετε, αλλά έχετε θέαμα και πληροφορία δωρεάν, τυχεροί αδέκαροι του πρώτου πέμπτου του εικοστού πρώτου αιώνα, άσημοι απόλεμοι απόγονοι ηρώων παλαιών πολέμων, που προετοίμασαν την ειρήνη σας, και μάλιστα, πληροφορία που ενισχύει τη γαλήνη και σχεδόν τη ραθυμία του πνεύματός σας,—είστε εδώ για να μοιραστείτε μαζί μας εν έστω επισφαλεί ειρήνη τα άχρονα θαύματα της αιώνιας φύσης και όχι τη μιζέρια της Ιστορίας, την οποία συνήθως αγνοείτε και για την οποία παντελώς αδιαφορείτε ενώ “ζείτε σ’ ένα κλίμα διαρκούς παρόντος, χωρίς καμιά οργανική σχέση με το δημόσιο παρελθόν της εποχής που ζείτε” (Χόμπσμπομ, ό.π., για το “αλλόκοτο φαινόμενο της καταστροφής του παρελθόντος όπου επιδίδονται οι νέοι στο τέλος του εικοστού αιώνα”).— Τι περιμένατε τάχα να σας πούμε—
[ότι οι πόλεμοι του εικοστού αιώνα] έκαναν τον κόσμο να συνηθίσει στις υποχρεωτικές απελάσεις και τους σκοτωμούς σε «αστρονομική κλίμακα» … για τα πρωτοφανή αυτά φαινόμενα χρειάστηκε να εξευρεθούν νέοι όροι για να τα χαρακτηρίσουν: «άπατρις» (χωρίς κράτος) ή «γενοκτονία» … ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε στη σφαγή ανυπολόγιστου αριθμού Αρμενίων από τους Τούρκους—ο πιο συνήθης αριθμός που αναφέρεται είναι 1,5 εκατομμύριο άτομα—, που μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη σύγχρονη απόπειρα εξολόθρευσης ενός ολόκληρου πληθυσμού. Περισσότερο γνωστή είναι η μαζική σφαγή 5 περίπου εκατομμυρίων Εβραίων από τους Ναζί που ακολούθησε αργότερα … Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ρωσική επανάσταση εξανάγκασαν εκατομμύρια ατόμων να μετακινηθούν ως πρόσφυγες ή με τις υποχρεωτικές «ανταλλαγές πληθυσμών» μεταξύ κρατών, πράγμα που ισοδυναμεί με το ίδιο. Κάπου 1,3 εκατομμύρια Έλληνες, κυρίως από την Τουρκία, επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα. Γύρω στους 400.000 Τούρκους γύρισαν στη χώρα τους που τους διεκδικούσε. Περίπου 200.000 Βούλγαροι μετακινήθηκαν από άλλα εδάφη στη χώρα που έφερε το εθνικό τους όνομα αλλά είχε τώρα μικρότερη έκταση. Κάπου 1,5 εκατομμύριο ή ίσως 2 εκατομμύρια Ρώσων βρέθηκαν χωρίς πατρίδα είτε γιατί έφυγαν για να γλιτώσουν από τα δεινά της Ρωσικής επανάστασης είτε γιατί ήταν με τη χαμένη πλευρά του ρωσικού εμφυλίου πολέμου. Κυρίως γι’ αυτούς μάλλον παρά για τους 320.000 Αρμένιους που έφυγαν για να γλιτώσουν τη γενοκτονία απ’ τους Τούρκους, εφευρέθηκαν νέα διεθνή έγγραφα … οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν γραφειοκρατική ύπαρξη σε κανένα κράτος, ήταν «άνευ κράτους» (χωρίς υπηκοότητα-«stateless»). Έφεραν όλοι αυτοί το αποκαλούμενο διαβατήριο «Nansen» της Κοινωνίας των Εθνών, που πήρε το όνομά του από το μεγάλο νορβηγό εξερευνητή της Αρκτικής, ο οποίος έκανε μια δεύτερη σταδιοδρομία ως φίλος αυτών που δεν είχαν κανένα φίλο. Κατά μια χονδρική εκτίμηση, η περίοδος 1914 – 1922 δημιούργησε κάπου τέσσερα με πέντε εκατομμύρια προσφύγων. Κι αυτό το πρώτο κύμα ανθρώπινης «σαβούρας» δεν ήταν τίποτε μπροστά σε αυτό που ακολούθησε κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ή μπροστά στην απανθρωπιά με την οποία αντιμετωπίστηκαν αυτοί οι προσφυγικοί πληθυσμοί. Έχει υπολογιστεί πως μέχρι το Μάιο του 1945 υπήρχαν στην Ευρώπη περίπου 40,5 εκατομμύρια ξεριζωμένων ατόμων, χωρίς τους μη Γερμανούς που δούλευαν σε καταναγκαστικά έργα και χωρίς τους Γερμανούς που έφευγαν για να γλιτώσουν από τα προελαύνοντα ρωσικά στρατεύματα … Κάπου δεκατρία εκατομμύρια Γερμανών απελάθηκαν από εδάφη της Γερμανίας που προσαρτήθηκαν από την Πολωνία και την ΕΣΣΔ, από την Τσεχοσλοβακία και εδάφη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης όπου ήταν εγκατεστημένοι επί μακρόν … Από τα 11.332.700 «εκτοπισμένα άτομα» διαφόρων εθνικοτήτων που βρέθηκαν στη Γερμανία από τα νικηφόρα συμμαχικά στρατεύματα το 1945, δέκα εκατομμύρια σύντομα επέστρεψαν στις εστίες τους—αλλά οι μισοί από αυτούς εξαναγκάστηκαν να επιστρέψουν παρά τη θέλησή τους.»
Κλείνω τον τόμο του Χόμπσμπομ που επιμένω παρά το μισόκιλο του βάρους του να τον σέρνω μαζί μου ως συνεχές βάσιμο αντίβαρο σε όλες τις εφήμερες σταθμεύσεις της μεγάλης κοσμικών διαστάσεων αίθουσας αναμονής όπου αναγκαστικώς ακόμα συχνάζω. Πριν από την τελική έξοδο προς την απελεύθερη χωρίς υπηκοότητα και βαρύτητα κοινωνία των μηδενικών απαιτήσεων. (Θυμάμαι αρμοδίως τόσο τη Βίβλο συντροφιά με τον τηλεφωνικό κατάλογο στο συρτάρι του κομοδίνου παλιών μελαγχολικών ξενώνων της ταξιδιωτικής μου άνοιξης, όσο και την παρουσία ενός τόμου με έργα του Φρόιντ, σε εμφανές σημείο, στην τουαλέτα φιλικού σπιτιού να υποβάλει το αναπάντητο ερώτημα: καταλυτική παρηγορία, ή, κυριολεκτικώς, practical joke). Πίστεψα πως ήρθε η σειρά μου. Όμως ο κύριος που εδώ και δέκα λεπτά μονοπωλεί το ΑΤΜ καταθέτοντας ατελείωτα πάκα χαρτονομισμάτων βγάζει άλλον ένα χοντρό λαγό από το καπέλο του, ενώ η διπλανή μου νεαρή κυρία σα να μην της έφτανε η πληροφορία πως «η στρουθοκάμηλος κοιμάται με τα μάτια ανοιχτά ή με ελαφρή για δέκα λεπτά επίκυψη», σκύβει στο κινητό για περισσότερη γνώση, ύστερα σηκώνει ανυπόμονα το βλέμμα και ξεσπάει σε μια οξυκόρυφη λυρική κολορατούρα «Μα επιτέλους! Θα ανακεφαλαιώσετε απόψε όλες τις τράπεζες;!». Και οι δυό τους—και ασφαλώς κι εγώ—θεωρούν αυτονόητα τα αγαθά της ειρήνης, αγανακτούν με το παραμικρό ξεβόλεμα, έχουν την ψευδαίσθηση πως ζουν σε έναν κόσμο από καταβολής του ειρηνικό, έχουν καβαλήσει έναν ξύλινο Πήγασο άγνοιας παραγνωρίζοντας πως σημαδιακά το αλογάκι ξεπήδησε από το αίμα της κομμένης κεφαλής της φρικτής Μέδουσας και πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να αναφλεγεί εκεί στα ιλαρά ύψη. Σαν ορειβάτες που χαίρονται τη λιακάδα αμέριμνοι στην κορφή ενός βουνού. Μέχρι ν’ ανακαλύψουν πως πρόκειται για ένα βουνό ιστορικών πτωμάτων.
ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΧΗ ΠΕΜΠΤΗ