Ο ήλιος δυνατός, ο ουρανός ακουαρέλα στο γαλάζιο. Ελαφρύ ντύσιμο. Η πλαζ που δυο μήνες πριν ήταν γεμάτη και η αναμονή για μια θέση στη σκιά ξεπερνούσε το μισάωρο, τώρα σε καλωσορίζει με σπασμένο πορτάκι σαλούν.
Ο ξύλινος διάδρομος, πασαρέλα. Περπατάς. Δεν σε νοιάζει τίποτα. Δεν σε σπρώχνει κανείς. Έχεις δικό σου ρυθμό. Δεν παίζει στη διαπασών το Χοτέλ Καλιφόρνια, ούτε αγόρια με χαμηλόμεσα μαγιό και απολλώνιους κοιλιακούς ούτε κορίτσια με ψηλόμεσα μαγιό και αψεγάδιαστους κωλιακούς. Κολλημένο στο τζάμι, σχεδόν λειωμένο από τη βροχή: Είσοδος 7 ευρώ Ξαπλώστρα 2. Καφές από το δρόμο. Πετσέτα στην άμμο. Το μέρος κάπως ανοιχτό. Φυσάει από παντού. Ναι, έχει ήλιο. Αλλά μην ξεχνάς είναι χειμώνας. Βγάζεις τα ρούχα. Είναι κι άλλοι εκεί. Το μαύρισμα κρατάει ακόμα. Δεν κοιτάζει κανείς το κορμί σου. Εδώ μετράει η ψυχή.
Πατάς στο νερό. Η θάλασσα το καλοκαίρι είναι η “εύκολη” πιτσιρίκα που σε δέχεται με ευκολία, για ένα παγωτό χωνάκι, σε δροσίζει, σε ξεκουράζει, όμως είσαι ένας από τους πολλούς. Τον χειμώνα βγάζει το σαδιστικό της πρόσωπο. Περιμένει. Εσύ ανεβάζεις παλμούς. Η επαφή. Το μούδιασμα. Χωρίς καν να σου δώσει εντολή θα τα κάνεις πάνω σου. Η ανάσα κόβεται. Τα μάτια κλειστά. Ίσως κάνεις ό,τι ο διπλανός. Μια ολόσωμη φόρμα λατέξ… Όμως όχι. Το δέρμα ανατριχιάζει, δεν το αντέχεις, μπορείς να κάνεις πίσω και να γλιτώσεις, όμως κάνεις άλλο ένα βήμα μπροστά και νιώθεις ότι σε κόβουν ξυράφια ή έχεις πέσει πάνω σε σπασμένα γυαλιά και δεν ξέρεις αν είναι πόνος η τσούξιμο, μόνο που μέσα σου ζητάς “κι άλλο”, και μέχρι να καταλάβεις τι είναι, νιώθεις να ζεσταίνεσαι. Γλυκειά ηδονή όταν αυτό γίνει κάψιμο. Και επιτέλους αναπνέεις πάλι κανονικά και ξεκολλάς τα χέρια από τον κορμό και η φωτιά στην καρδιά και ανοίγεις τα μάτια και βλέπεις τον ορίζοντα και εκείνη τη στιγμή νιώθεις ότι βαπτίστηκες πραγματικά και ο αέρας φέρνει στη μύτη σου κάθε άρωμα και κολυμπάς.
Στα ανοιχτά μια παρέα με σκουφάκια και χαμογελαστές ρυτίδες και ονόματα δεν ξέρουμε και οικειότητα δεν υπάρχει όμως μοιραζόμαστε τον ίδιο βίτσιο. Η κάθε βουτιά κρατάει ένα μισάωρο. Το κολύμπι προς την ακτή είναι παιχνιδάκι. Έχεις τον αέρα του νικητή. Οι ώμοι έχουν μαζέψει αίμα η πλάτη έχει μαζέψει ήλιο, το δέρμα κόκκινο μετά το λυτρωτικό μαστίγωμα, τα πόδια ξεκούραστα σαν μωρού σε αμνιακό υγρό. Εσύ βγήκες. Πρέπει να βγει και το μαγιό. Δεν ψάχνεις αποδυτήρια δεν κάνεις το κόλπο παραβάν με την πετσέτα. Γδύνεσαι αργά εκεί επιτόπου. Η θάλασσα σε εξοικειώνει με τη γύμνια. Η γύμνια σε κρατάει πιο κοντά στην αλήθεια. Δεν έχεις τίποτα να κρύψεις.