Υπάρχουν τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, κατά τις οποίες η καναγκαιρίσια άποψη πως ο δημόσιος διασυρμός διαβαίνει τον Ρουβίκωνα (δεν εννοώ την συλλογιότητα, αλλά τον ποταμό) και απομειώνεται, εάν ο άνθρωπος ντύνεται για να κρύψει ελαττώματα που οι άλλοι του έχουν φορτώσει, βρίσκεται σε πλήρη ισχύ, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων και υπηκόων.
Οι κυρίες με το ριχτάρι
Όποιος στάθηκε τόσο τυχερός ώστε να έχει ιδεί το Εδιμβούργο και θάμνους δίπλα σε αγιάσματα πήχτρα στα μαντιλάκια και αφιερώματα, μπορεί να άκουσε συζήτηση μεταξύ φιληνάδων που σχολιάζουν η μία τα επιτεύγματα της άλλης σε μία συστοιχία δοκιμαστηρίων.
Συνήθως κάθεται σε κυβικό σκαμπουδάκι «μόνον για άνδρες» μέσα σε κατάστημα γυναικείων νεωτερισμών και σκάει από ανία. Ο ίδιος, δεν τρελάθηκε να εκφέρει γνώμη. Συνήθως από την λάμψη στα μάτια της συνοδού του, ξέρει πω η γνώμη του δεν μετράει. Αλλά οι φιληνάδες δεν έχουν τέτοιο γονίδιο. Θα τηνε πουν τη γνώμη τους, βρέξει-χιονίσει.
«Καλό είναι, σε κόβει» σχολιάζουν ή «δεν σε κολακεύει». Αμφότερα αποδίδουν το αντάρτικο των θηλέων με τα κιλά τους. Που δεν έχει καμία σχέση με κιλά η φυζίκ. Όποιος δεν είδε γυναίκα να κοιτάζεται σε καθρέφτη γυμνή ή με καινούργιο ρούχο, με απλανές βλέμμα προσηλωμένο σε υποθετικά παχάκια που την βασανίζουν, δεν θα καταλάβει ποτέ την σύγκρουση Στουρνάρα- κυβερνητικών για το «μαξιλαράκι».
Συνήθως προτιμούν ό,τι νομίζουν πως «τις κόβει» προτιμώντας σκουρόχρωμα ρασοειδή. Ή αν γοητευτούν από κάτι ανοιχτόχρωμο, τείνουν να υποστηρίξουν, στις αμπιγιέ εμφανίσεις, ένα ριχτάρι. Η πασμίνα, ή μακρύ μαντίλι, κασκόλι και τα σχετικά. Με το ριχτάρι ειδικά σκίζουν στις δεξιώσεις και στις επίσημες εμφανίσεις. Καμιά τους δεν σκέφτηκε μήπως φοράνε έτσι ένα ύφασμα που κάποτε, ήταν γεμάτο παράσημα, ειδικά για τις ηρωίδες της Εργασίας ή τους απόστρατους Ρώσους στρατηγούς.
Οι κύριοι με το προσχηματικό γένι.
Ήταν ευρέως διεδομένη η άποψη, στα χρόνια της anaptyxis, όπου το κόντρα ξύρισμα, σε βαθμό γυαλόχαρτου, ήταν απαραίτητο αξεσουάρ στις μεταπολεμικές φυλές, πως εάν ο άνδρας είναι σπυριάρης ή του λείπει το θεληματικό σαγόνι, ή περισσεύει το προγούλι, μια λύση επωφελής, είναι να αφήνει γένι. Σαν τον Τζωρτζ Λούκας, ένα πράμα.
Με την εισβολή του χιπστερισμού, η τάση αυτή ξεχάστηκε, καθώς οι πάντες αφήνουν γένια. Αλλ’ αυτή η μόδα, δημιούργησε άλλο ζήτημα. Οι όντως ασάγονοι, ατάραχοι, αφήνουν μεν γενάκι, αλλά δεν το μακραίνουν. Το ψαλλιδίζουν κάθε τόσο, με αποτέλεσμα να βγάζει μάτι πόσο λίγο μοιάζουν με δραστήριους μαχητικούς αρσενικούς, όπως θα το ήθελαν.
Όλα αυτά τα σκέφτηκα παρακολουθώντας σποράδην ένα συνέδριο των Δελφών, όπου το να σχολιάζεις τα λεγόμενα, έκρινα πως θα ήταν βαρύτατη προσβολή για τους αναγνώστες μου.