Στο χασάπικο του ΑΒ Βασιλόπουλου, πίσω από τη βιτρίνα με τα κρέατα, στέκεται ο Φράνσις Μπέικον. Εξυπηρετεί υπομονετικά και χωρίς χαμόγελο τις κυρίες που ψωνίζουν παϊδάκια και μπριζόλες για το τσιμπούσι της Τσικνοπέμπτης. Περιμένω να κάνει διάλειμμα για τσιγάρο για να ανταλλάξουμε δυο κουβέντες. Τον βλέπω να βγαίνει μέσα από το μεγάλο ψυγείο και να στέκεται δίπλα στον ανελκυστήρα των εμπορευμάτων. «Ελπίζω να μπορείς να εκτιμήσεις την ειρωνεία», μου λέει μόλις με βλέπει. «Ποια ειρωνεία;» ρωτάω. «Όπως γνωρίζεις, ο Φραγκίσκος Βάκωνας, ο φιλόσοφος και συνονόματός μου, προγονός μου από τα βάθη των αιώνων, πέθανε από πνευμονία πειραματιζόμενος με την ψύξη κρεάτων», λέει με σαρδόνιο χαμόγελο. Κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά. Ανάβει τσιγάρο και μου προσφέρει. Αρνούμαι ευγενικά και του δείχνω το ηλεκτρονικό που κρατάω στο χέρι. «Μαλακία σου. Δεν τα αντέχω αυτά τα γκατζετάκια. Ώρες ώρες νομίζω ότι μοναδικός στόχος της επιστήμης είναι να μεγιστοποιεί τις απολαύσεις ελαχιστοποιώντας τις συνέπειες. Ηλίθια λογική καθότι οι συνέπειες είναι αναπόσπαστο κομμάτι των απολαύσεων», μου εξηγεί και αλλάζει θέμα. «Δεν ξέρω τι περιμένει πια ο κόσμος από την τέχνη. Ίσως και τίποτα. Ξέρεις αυτό το τίποτα είναι η λογική κατάληξη της τεχνολογικής προόδου μέσω της επιστήμης που σου έλεγα. Ο άθεος το περιμένει αυτό το τίποτα με διεστραμμένη προσμονή. Το μετά τίποτα είναι που του δίνει δύναμη για να συνεχίζει με το εδώ κάτι. Η ψυχή δεν χωράει πουθενά σε αυτό το πακέτο. Μόνο νους τώρα. Όλο νους. Όταν μιλάω σήμερα για ζωή μετά θάνατο οι χίψτερ με κοιτάζουν με μισό μάτι. Η αθανασία της ψυχής δεν θα μπορούσε να έχει λογική συνάφεια στον κόσμο της επιστήμης. Τι δουλειά μπορεί να έχει ένας ζωγράφος ή ένας ποιητής σε ένα κόσμο που δεν βλέπει τίποτα πέρα και πάνω από τα φαινόμενα; Τι δουλειά έχει η τέχνη σε ένα κόσμο που περιμένει το τέλος του δυο μέτρα κάτω από τη γη;» μου λέει. Τον κοιτάζω που φοράει την ποδιά με τα αίματα. «Τι θα κάνεις απόψε;» τον ρωτάω για να ελαφρύνω την κουβέντα. «Ό,τι κάνω κάθε βράδυ. Θα πιω και θα παίξω χαρτιά. Το έχω δουλέψει το κρέας από παλιά και γι’ αυτό τώρα είμαι βίγκαν. Ο καλός χασάπης έχει καταναλώσει τόνους κρέατος πριν γίνει βίγκαν, όπως ο καλός ντίλερ έχει κάνει χρήση ουσιών πριν αρχίσει να τις εμπορεύεται. Δεν μπορείς να πουλάς σεφταλιά, γαρδούμπα και ρολό χοιρινό αν ονειρεύεσαι να τα φας κιόλας. Δεν γίνεται», μου λέει. Τον φωνάζει ο προϊστάμενος γιατί έχει μαζευτεί ουρά. Πετάει το τσιγάρο κάτω και φεύγει σφυρίζοντας το Largo al factotum από τον Κουρέα της Σεβίλλης.
Φράνσις Μπέικον
08-02-2018