Ο κύριος έκατσε στη θέση που ελευθερώθηκε και ευχαρίστησε την κυρία που μεταφέρθηκε στη διπλανή θέση. Προσπαθώντας δε να εξηγήσει πως δεν είναι τόσο μεγάλος όσο φαίνεται της είπε πως εκείνος «είναι μία χαρά παρά το γεγονός ότι έκατσε στην άδεια θέση και άλλοι πέφτουν ξεροί, ευτυχώς που εμείς περπατάμε» και τίποτα δεν έχει «παρά λίγο υψηλό σάκχαρο». Εκείνη του απάντησε «Παναγία μου, ναι, ναι!» που είναι το αντίστοιχο του like σε τέτοιους είδους συνομιλίες μέσα στα μέσα μεταφοράς.
Δεν ξέρω πώς το κάνουν οι άνθρωποι αυτό, αλλά το εκτιμώ που βρίσκουν το θάρρος, την τεχνική και εξομολογούνται στο λεπτό στον άγνωστο και τυχαίο όλη τη καθημερινότητά τους. Είναι κάπου χαμένο στα βάθη της επικοινωνίας και της δημιουργίας της γλώσσας των λαών, ολότελα ξένα πια και απανθρακωμένα. Αλλά και μπροστά σε όλο το κοινό του λεωφορείου που εκούσια και ακούσια ακούει.
Είναι κάπως πιο ειλικρινής η εξιστόρηση των τελευταία δέκα σελίδων των καταγεγραμμένων φαρμάκων στο βιβλιάριο του ΙΚΑ παρά ένα ξερό «καλά». Αυτή η ταύτιση, η συμπόρευση των ανθρώπων που μοιράζονται τα προβλήματα υγείας τους μοιάζει κάπως εθιμοτυπική. Δεν είναι τόσο για να λυπηθεί ο ένας τον άλλον, αλλά για να επιβεβαιώσουν πως «είμαστε ακόμη ζωντανοί» και λίγο να συγκρίνουν την κατάστασή τους και να τελικά κοιτώντας το επόμενο πρωί το πρόσωπό τους είναι να δουν το «κάπως καλά», καλύτερα από τον πιο νέο τυχαίο συνεπιβάτη τους.
Στον αντίποδα βρήκα την δήλωση του Πρέκα, την πρώτη λογική δήλωση που έχει κάνει, ότι θα ζήσει άλλα 22 χρονιά μιας και είναι 78 και παντρεύεται και είναι κάπως βιαστικό να τον χαρακτηρίσεις αισιόδοξο…