Από τον Βεσελτζό έως τα Στεφανινά, ήταν κάστρα αρκετά, αλλά καταμεσής ήτονε το κάστρο του Λάντζου. Κι όταν ήτανε πανσέληνος, κύκλωθεν τα βουνά και, ατλάζι υπογάλανο, άστραφταν δυο λίμνες, οι και Βρωμολίμνες.
Σπάνιοι ταξιδευτές, κυρίως από τον παράδρομο που έβγαζε στην Τσερπίστα και στους πύργους του Χάνδακος, εκκινώντας από Λαγκαδά.
Ένα των δειλινών, κατέφθασαν στα Στεφανινά Βάραγγοι ορκισμένοι στον βασιλέα και έτυχε Πεντηκοστή, οπότε άναψαν φωτιές και χάραξαν ρούνους σε κέρατα ελαφιού και τραγουδούσαν το αγιέ αγιέ. Ζούλεψαν κι οι Λαντζηνοί και έπαιξαν τα άρματά τους, σε μια περιποιημένη ρουγκάτσια και φίλησαν τη μπάμπου και περπάτησαν στα κάρβουνα και τραγούδησαν αγιέ αγιέ.
Άκουσαν ο ένας τον άλλονε και βαθέως συγκινήθηκαν, οπότε συναντηθηκαν ξημερώματα και ηρώτουν μεθυσμενάκηδες τινος παιδιά εισίν άραγε;
Κι επειδή δεν ελάλουν ο εις την γλώτταν του άλλου, μήτε ταίριαζε το αλμπενί τους, έφτιαξαν επί τόπου μία παράδοσιν ότι ψάρευαν το φεγγάρι από τα πηγάδια και επήγεν ο καθείς εις την υπηρεσίαν αυτού άκρως ευχαριστημένοι και το έθιμον εορτάζεται και σήμερον.