Η δική μας κυβέρνηση, έστησε κατά τόπους σύρματα πάνω σε μεταλλικές σκαλωσιές την άνοιξη, για να εμποδίσει την είσοδο προσφύγων από τον Έβρο, αλλά μόλις καταλάγιασε το ντου, το ξέχασε. Τώρα, πήρε απόφαση να φτιάξει σωστό φράχτη και μιλάει για συνοριοφύλακες και προσλήψεις. Και δηλώνει πως τα έργα θα είναι έτοιμα κατά την άνοιξη που έρχεται ενώ εμείς καιγόμαστε.
Η κατάσταση είναι επιεικώς εξοργιστική. Είναι τόσα πολλά τα σχέδια που χρειάζονται συντονισμό και προώθηση, ώστε θεωρώ απαραίτητο να υπάρξουν περίοδοι εκτάκτου ανάγκης, κι αν δυσκολεύεστε εσείς οι αρμόδιοι ή παραείστε ξυλάγγουροι, βάλτε να παίζει ο Νίκος Μακρόπουλος το «είμαι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης». Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή.
Βραχύ ιστορικό
Η Ελλάδα και η Τουρκία μπήκαν στο ΝΑΤΟ και πήγαν στην Κορέα πολεμώντας για τα ιδανικά. Για να πνίξουν τους κίτρινους στο αίμα, δείχνοντάς τους τι θα πει Ελευθεριά. Και ο Παπάγος, καταμεσής του πιο βαρβάτου αντικομμουνιστικού δόγματος, από Τουρκία έως Πακιστάν, καραβανάς άρρωστος και κουρασμένος, ανακίνησε θέμα Κύπρου, αυτοδιάθεσης μέσω δημοψηφίσματος, όταν η Κύπρος χρειάζονταν στο ΝΑΤΟ για να «φράξει» ως αεροπλανοφόρο την αραβική δυσφορία και τον κίνδυνο να πάμε σε σοβιετοποίηση της διώρυγας του Σουέζ, προς Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία, σε διαπάλη για το Ισραήλ και την Παλαιστίνη, για φούντωση του κινήματος των αδεσμεύτων και σε χούντες σχεδόν όπου φύτρωνε γκαζόν.
Για να καταλάβετε την Εθνική μας τύφλωσιν, καταμεσής του Πολέμου των Δύο Κόσμων, φτιάχτηκε μια ΕΟΚΑ υπό τον αρχηγόν των Χιτών στα Δεκεμβριανά, τον «Γρίβα-Διγενή».
Από τότε, οι Τούρκοι, οργάνωσαν τη μάκινα, προβλέποντας το νεοελληνικό μελό. Οργάνωσαν προβοκάτσιες και τα Σεπτεμβριανά, φρόντισαν σε λιγότερα από δέκα χρόνια να χαθεί ο ελληνισμός από την Κωνσταντινούπολη, παράλληλα με τους Αλεξανδρινούς λόγω κρίσης του Σουέζ, κι όλα αυτά με προσκυνηματικό προορισμό την Ισταμπούλ που δεν διακόπηκε ποτέ. Κρέμασαν και τον Μεντερές για να μη λένε οι «Σύμμαχοι» πως φτιάχνουν δυσάρεστα καθεστώτα και τάραξαν την περιοχή στις χούντες και στην κουρδική σύγκρουση.
Η Κύπρος παρέμεινε ανήσυχη, προκλήθηκαν σφαγές και συρράξεις τα Χριστούγεννα του 1963, χωρίστηκαν οι κοινότητες, ο Μακάριος επώλει τριτοκοσμική υπερηφάνεια, και στη συνάντηση του Κεσάν, με την ελληνική χούντα, έφυγε η ελληνική μεραρχία και άρχισε να βράζει «η νήσος των κατασκόπων».
Η Χούντα επιχείρησε πραξικόπημα, την έκατσε τη βάρκα, Τουρκία, έτοιμη από καιρό μπουκάρισε στο νησί και έφτασε εκεί που ήθελε, σε δύο βάσεις. Εμείς, είπαμε «δεν ξεχνώ» και είπαμε τον τούρκικο καφέ, ελληνικό.
Ήδη κατά το 1980, άρχισε ηπίως και κρύφα, η τάση για να κυβερνάνε οι χοτζάδες. Πήγα δεκάδες φορές και ξέρω τι σας λέω. Και πάνω στη δική μας μεταπολίτευση, άρχισε η κίνηση «Χόρα», «Σισμίκ» και άλλες μαλατσίες, και η Ελλάς είχε αλλαή κι απάνω τούρλα και ώσπου να στρίψει ο αιώνας, δίκασε τον Κλιντον, έπεσε σε μαύρη κρίση και κατάφερε να μπερδέψει πολλά μπούτια στα Ίμια και στην διαμάχη για τις θαλάσσιες και αερικές ζώνες. Για δεκαετίες μιλάμε. Χώρια τις προσφυγιές που λουστήκαμε, απένταροι και ωραίοι.
Όλα σε θυμίζουν, αυτάρεσκε σασκίνη!
Μπορεί να ξεκίνησα πραγματιστής και κεντριστής όσο έβλεπα πως η κατάσταση ελέγχεται, αλλά άσχετο που ρίχνω το δικό μου ψηφαλάκι, ποτέ δεν με αγανάχτησε κυβέρνηση σαν αυτή που έχουμε. Διότι πίσω από κάθε φυλλωσιά, ένας βαρύς περονισμός μετέρχεται κάθε επιχείρημα για να μας καθησυχάσει.
Ξέρετε κάτι; Από τον 11ο αιώνα, αρκετά! Χίλιες φορές καλύτερα να ζούσαμε ως ηττημένα ζούδια, αντί να μαστιχάρεται ένας δήθεν νικηφόρος οδηγός πολέμου. Εννοώ πως αν ακούγαμε τον παλαβιάρη με το στέμμα και μας βάραγαν «οι νικητές», μπορεί να είχαμε αλλάξει από το 1917 τη μοίρα μας. Τι καταλάβαμε που με ανείπωτες θυσίες βγήκαμε «νικητές» σε δύο παγκοσμίους πολέμους;
Βλέπω, αρκετά ταραγμένος πως εδώ και αρκετούς αιώνες τείνουμε να διαλέξουμε κάποιον σύμμαχο, αλλά ζητώντας άλλα απ΄ότι ο ίδιος, γεμίζουμε «αδικία, πόνο και καταραμένη διάθεση». Τι θέλουμε εντέλει; Πορτοκαλάδα; Από πορτοκάλι; Μάλλον όχι.
Ψοφάμε για τι ατίμητο κατ΄εμάς σκουλίκι της μελαγχολικής ήττας. Οι γενιές που πέρασαν, γεμάτες προδομένους. Εννιά στα δέκα τραγούδια μας, πόνος και δάκρυα. Αμετάφραστα φυσικά. Και οι μόνοι που επιβιώνουν μπέικα σε αυτήν την χώρα είναι οι «ήρωες» που θαυμάζουμε.
Μακρινό ανέκδοτο
Ένα τελευταίο: μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας δεν παίζεται τρίλιζα, εννοώ μία σου και μία μου. Παίζεται κάτι που γνώρισα στα Γιαννιτσά, μεταξύ του θείου μου του Πέτρου και του φαρμακοποιού του Γρηγορίου που είχε φαρμακείο διαγωνίως απέναντι, στο Χαζνέ. Μόλις λοιπόν έφτανε πακέτο από φαρμακαποθήκη με το ΚΤΕΛ, ο Γρηγορίου πατούσε μια φωνή: «Πέτρο, ήρθαν φάρμακα!». Άφηνε ο θείος το μπακάλικο, και δοκίμαζαν με προσήλωση, αφού διάβαζαν το χαρτάκι, όλα τα νέα χάπια και σιρόπια. Ανελλιπώς, χρόνια ολόκληρα. Δοκίμαζαν και την επαύριο σχολίαζαν: «Αυτό το ροζ χαπάκι, πολύ μου άρεσε» ή « μη πάρεις απ΄αυτό το ριγέ, με χάλασε».
Κανένας δε ρώτησε ποτέ, είτε την Πυθία, είτε άναψε κεράκι, είτε ζήτησε γιατρό. Τάλε κουάλε όπως εμείς.