Πρωτοβγήκε στα γράμματα με την τέταρτη ποιητική του συλλογή. Τα ποιήματα των τριών πρώτων δεν τα είχε γράψει ποτέ. Ούτε τα είχε σκεφτεί. Ούτε και τα είχε έστω ονειρευτεί. Αλλά ήξερε ότι τα είχε κάπου μέσα του καταχωνιασμένα, έστω και σε άμορφη μορφή. Δεν ήθελε όμως να ασχοληθεί με οτιδήποτε πρώιμο και πρόωρο, δεν ήθελε να βρεθεί μελλοντικά σε θέση να αποκηρύττει άγουρες ακόμη εκδοχές της τέχνης του. Ποιος ο λόγος; Έτσι όταν ένιωσε έτοιμος και ώριμος, πέρασε απευθείας στην τέταρτη συλλογή. Για λόγους συμμετρίας αποτελούνταν από τέσσερα ποιήματα. Καθένα τους από τέσσερεις στίχους. Καθένας τους από τέσσερεις λέξεις. Οι τίτλοι τους ήταν «Ποίημα 4.1», «Ποίημα 4.2», «Ποίημα 4.3» και «Ποίημα 4.4.» Είχαν κοινή θεματολογία, γεγονός μάλλον αναμενόμενο αφού ήταν πανομοιότυπα. Αλλά, όπως εξηγούσε ο ποιητής, όχι και ίδια. Δεν επρόκειτο δηλαδή για ένα ποίημα που επαναλαμβανόταν τέσσερεις φορές, αλλά για τέσσερα διαφορετικά ποιήματα, που ετύγχανε να αποτελούνται από τις ίδιες ακριβώς λέξεις στην ίδια ακριβώς σειρά. Και έπαιζε πολλές φορές με τους αναγνώστες του, παραθέτοντας ένα από αυτά και καλώντας τους να μαντέψουν ποιό από τα τέσσερα είναι. Το ποσοστό επιτυχίας τους ήταν εξαιρετικά μικρό. Γύρω στο 25%. Συζητούσε πολλές φορές με απογοήτευση με ομοτέχνους του για το πόσο λείπουν οι ιδανικοί αναγνώστες, πόσο λείπει ένα κοινό εκπαιδευμένο και αντάξιο του. Τον κατέβαλε όλο αυτό, δεν είναι ψέματα. Δεν ξαναεξέδωσε ποτέ. Μετά θάνατον βρήκαν ένα σεντούκι με εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες. Αποδείχθηκε ότι δούλευε και ξαναδούλευε τα ποιήματα που περιέχονταν στην τέταρτη ποιητική του συλλογή. Τους τίτλους τους κυρίως. Στο περιεχόμενό τους δεν βρέθηκαν κάποιες ορατές με γυμνό μάτι αλλαγές.
Το σεντούκι
08-12-2017