«Σαραντα πέντε τεχνικοί κι εξήντα στελεχάρες
Γιοφύριν εθεμέλιωναν στου Τσίπρα το μητάτον
Ολημερίς μας πρήζανε, το βράδι στα μπαράκια.
Το πρόσεξαν οι τεχνικοί, και λέν στις στελεχάρες
Αλίμονο στο σχεδιασμό, κρίμα στις προσδοκίες
Ολημερής μας πρήζουνε, το βράδι στα μπαράκια
Πολάκης διάβη κι έκατσεν στης μπάρας το σκαμνάκι
Δεν εκελάηδε σαν Ανέλ μηδέ σαν Συριζόνι
Παρά εκελάηδε κι έκρωζε σαν κοκκινοσκουφίτσα:
Αν δεν στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δεν στεριώνει
Και μη στοιχειώσετε υπουργό, μη φίλο, μη κι εμένα
Παρά του αρχιμουντρούχαλου την όμορφη νοβάρτις
Που έρχεται αργά στον δικαστή και εφμπηάη το γιόμα»
Τα κουσε ο αρχιμουντρούχαλος και του θανάτου πέφτει.
Πιάνει, μηνάει της Νοβαρτής με μια καρακαηδόνα
Αργά να πάει στο δικαστή,αργά με τσοκαράκια.
Και το ζαβό παράκουσε κι αλλιώς τα μαγειρεύει:
«Γρήγορα φόρα το μποχώ, πέτα το τσίτι ακόμα
Για να προλάβεις να διαβείς του Τσίπρα το γιοφύρι»
Nάτηνε κι εμφανίστηκε Στουρνάρη-Πατησίων.
Την είδ΄ο αρχιμουντρούχαλος, Ρουβίκων η καρδιά του.
Από μακριά τους χαιρετά κι από κοντά τους κραίνει:
«Γειά και χαρά σας τεχνικοί και σεις οι στελεχάρες
Μα τι έχει ο πρωτογκόμενος κι είναι βαργιομισμένος;
«Το δαχτυλίδι τούπεσε στην πρώτη την καμάρα
Και ποιος να μπει και ποιος να βγει την Εντολή για να΄βρει;»
«Μάστορα μη πικραίνεσαι κι εγώ θα σε συνδράμω
Εγώ να μπω, εγώ να βγω, την Εντολή να φέρω»
Δεν πρόκανε να κατεβεί, τα σουαρέ ν΄ αφήσει
«Κύρι, τράβα την άλυσσο, τράβα το αναβατόρι
Όλον τον κόσμο ανάγυρα και Εντολή δε βρήκα»
Βορίδης βάζει το μυστρί, η ΟΝΝΕΔ το πηλοφόρι
Παίρνει κι ο ανατσούμπαλος και ρίχνει μαύρη πέτρα.
«Ανάθεμα τη μοίρα μας, κρίμα στο ριζικό μας
Τρεις γεφυρούλες χτίσαμε, κι οι τρεις κακογραμμένες
Η μια ΄χτισε τον Τσιριμόκ, η άλλη τον Αβέρωφ
Κι εγώ η πιό στερνότερη, του Τσίπρα το γεφύριν.
Ως τρέμουν οι πενηντατρείς να τρέμει το γιοφύρι
Κι ως τρέμει ο Βρούτσης κι ο ντουνιάς, να πέφτουν αποστάτες»
«Νοβάρτα, λόγον άλλαξε κι άλλη κατάρα δώσε
Πώχεις μπλεγμένο συγγενή, μη λάχει και περάσει»
«Αν τρέμουν οι δοσίλογοι να τρέμει το γιοφύρι
Κι αν ξεχαστεί η Μακρόνησος, να ξεχαστούν οι Χίτες
Τι έχω μπλεγμένο συγγενή, μη λάχει και περάσει»