Μετά τη βροχή συνηθίζω να πηγαίνω σε ένα γραφείο τελετών δυο τετράγωνα από το σπίτι. Εκεί συχνάζει κάτι τέτοιες ώρες και ο Τζιμ Τζάρμους. Δε μιλάμε ποτέ για κινηματογράφο γιατί εγώ αγαπώ τον Μπέλα Ταρ κι εκείνος τον μισεί. Πίνουμε τούρκικο καφέ και καπνίζουμε. «Μόλις τελειώσει η καταιγίδα, και αρχίσει να βγαίνει ο ήλιος, εκεί που κρέμεσαι από μια κλωστή και νομίζεις ότι η φύση είναι επιτέλους μαζί σου, εκεί τελειώνουν όλα. Ξέρεις πόσοι πεθαίνουν στο τέλος μιας μπόρας;» μου λέει και ρουφάει ηχηρά τον καφέ του. Και συνήθως τότε μπαίνει ο χαροκαμένος. Ο Τζιμ δίνει πάντα τον καλύτερό του εαυτό. Έχοντας πλήρη συναίσθηση της λεπτής θέσης του, κλείνει πάντα το καλύτερο ντιλ για το μαγαζί. Δείχνει τέτοια ενσυναίσθηση προς τον πόνο τού άλλου, χωρίς ποτέ να περνάει τη λεπτή γραμμή που θα του κολλούσε την ταμπέλα τού εκμεταλλευτή, που φέρνει τον ήδη γονατισμένο από τη μοίρα πελάτη ακριβώς στο σημείο που θέλει. Αφού κανονίσει τα διαδικαστικά, και ξεπροβοδίσει τον άτυχο, γυρίζει και μου λέει με το χαρακτηριστικό τουπέ του: «Only suckers left alive».
Τζάρμους για μετά τη βροχή.
24-02-2018