Αυτή την περίοδο δεν γίνεται κάτι σημαντικό. Άλλοι το λένε ρουτίνα, εκείνη το λέει πρόγραμμα. Όλα λοιπόν με το ρολόι, γυμναστική, δουλειές, διάβασμα, βόλτες με τους φίλους τους παλιούς, ταινίες αγαπημένες που της αρέσει να ξαναβλέπει, τα μαθήματα κεραμικής που προχωράνε πιο αργά από τον Μητροπάνο να λέει το δυοοοοοοο, τελειώνει ο μήνας και ακόμα φτιάχνει το τέλειο χερούλι για την μέτρια κούπα. Όμως εκεί, με τα χέρια λασπωμένα και τον ίλιγγο από τον τροχό που γυρνάει ασταμάτητα, έπιασε το αυτί της τον δάσκαλο να κουβεντιάζει με κάποιον στο τηλέφωνο, ότι ψάχνουν μοντέλο για μαθήματα ζωγραφικής. Ώπα. Μοντέλο δεν είναι, αλλά έχει δει πώς είναι οι κοπέλες που ποζάρουν. Συνέχισε να πιέζει με τα δάχτυλα το τοίχωμα του κεραμικού σκεύους, για να το λεπτύνει, ενώ χαμογελάει πονηρά λες και έχει πάρει ήδη την δουλειά. Όταν πέρασε δίπλα της ο δάσκαλος, σκούπισε τα χέρια της στην ποδιά και του είπε ότι ενδιαφέρεται για τη θέση. Εκείνος της έριξε μια γρήγορη ματιά από πάνω μέχρι κάτω, της έκανε με το δάχτυλο νόημα να κάνει στροφή, της έλυσε και την ποδιά και είπε “αύριο στις 5 το απόγευμα να είσαι εκεί”. Της έδωσε κι ένα χαρτάκι με τη διεύθυνση. Τα χρήματα είναι λίγο παραπάνω από το να μοιράζεις φυλλάδια. Εδώ που τα λέμε δεν το κάνει για τα λεφτά. Της αρέσει η ιδέα να τραβήξει τη προσοχή των σπουδαστών, της αρέσει να είναι το αντικείμενο μελέτης για λίγες ώρες. Γραμμές, πινελιές, χρώμα, αίσθηση. Φυσικά θα υπάρχει αμηχανία. Τώρα θα πεις, ότι είναι όπως στην πλαζ: κάθεσαι σε μια ξαπλώστρα και σε βλέπουν τόσοι άσχετοι. Λες να κολλήσει μπροστά σε δέκα καλλιτέχνες; Είναι κι ο δάσκαλος. Εκείνος ίσως έχει απαιτήσεις. Ξέρεις πώς είναι αυτοί της Καλών Τεχνών. Βλέπουν το μουνί σαν λουλούδι, τα στήθια σαν ζωή, το στόμα σαν άβυσσο. Τώρα που τα σκέφτεται όλα αυτά, την πιάνει ταχυκαρδία, μάλλον από ανυπομονησία. Είναι και η λίμπιντο που πήρε το τελεφερίκ και ανεβαίνει. Μέχρι να ξημερώσει θα έχει φτάσει στην κορυφή. Χωρίς προετοιμασία. Τα μαλλιά της όχι πολύ στημένα, το κορμί της δεν επιδέχεται επιδιόρθωση. Μόνο που δεν ήπιε πολύ νερό, να μην έχει έννοια την τουαλέτα. Αν και προβλέπονται διαλείμματα. Ένα τελευταίο ντουζάκι. Μια άσπρη σατέν ρόμπα στο σάκο, ταξί, ντριν-ντριν χτυπάει νευρικά το κουδούνι, ανοίγει η πόρτα.
Αυτός δεν μοιάζει με ζωγράφος. Πιο πολύ της θυμίζει τον μαθηματικό της στο γυμνάσιο. Είχε-δεν είχε πιει νερό, μάλλον θα τα κάνει πάνω της. Ψαρωτικός, της λέει “καλησπέρα, περάστε”. Φοράει ένα τζην κάπως στενό. Τι χαζή που είναι, όλο της το κορμί θα έχει τις ραφές και τα κουμπιά. Ευτυχώς από πάνω φοράει μακό. Το ατελιέ ακόμα άδειο. Τα καβαλέτα στημένα. Μετράει γρήγορα 8, κι ένα του Αϊνστάιν, 9. Λοιπόν, της λέει, δεν έχουμε πολύ χρόνο. Σε λίγο αρχίζει το μάθημα. Το παραβάν είναι εκεί. Φορέστε κάτι άνετο και ελάτε στη θέση σας. Ούτε τόλμησε να ρωτήσει. Λες και ήταν στον γυναικολόγο. Να βγάλει τα εσώρουχα; Να φοράει τουλάχιστον το βρακί; Μπήκε στο παραβάν. Ούτε θα τους ξαναδεί ούτε θα την ξαναδούνε. Σα να μοίραζε φυλλάδια. Έβγαλε το τζην, σαν να ήταν στολή κατάδυσης, κατέβηκε μαζί και το βρακί, γλίτωσε χρόνο και σκέψη. Έβγαλε και το φανελάκι. Είπε από μέσα της και το επαναστατικό “Φρι νιπλς”, έβαλε λίγο ρολ ον στις μασχάλες, ψέκασε στον αέρα το άρωμα της, φόρεσε το σατέν και βγήκε στην αίθουσα, σαν ασπρόμαυρη σταρ, εθισμένη σε σκόνες και προβολείς. Ο ζωγράφος γύρισε απότομα σαν να τον χτύπησε ρεύμα. Αυτή, δεν ειχε κλείσει εντελώς το άνοιγμα της ρόμπας αφού έτσι και αλλιώς, σε λίγο θα τα έβγαζε όλα.
Καθίστε εδώ. Της δείχνει κάτι σαν τραπέζι. Δεν είναι και το πρώτο μπόι. Έι χοπ. Κάθεται κάπως άτσαλα. Να γδυθώ; “Όχι, όχι” της είπε, σχεδόν σαν να την μάλωσε. Να ανοίξω τη ζώνη; Ούτε ναι της είπε ούτε όχι. Το πήρε σαν ναι. Έλυσε τη ζώνη και έμεινε μια λωρίδα ακάλυπτη στο κορμί της, όπως στο βουνό, η ζώνη πυρός. Εκείνος στραβoκατάπιε. Η κοπέλα κράτησε τα μπούτια της κλεισμένα σφιχτά. Της είπε μόνο να είναι χαλαρή, τότε τα άνοιξε και ο δάσκαλος κοίταξε αμέσως το ταβάνι. Τι να κάνει και το κορίτσι, προσπάθει να χαλαρώσει κι άλλο. Ρίχνει λίγο πίσω το σατέν και μόλις σιγουρεύει την πόζα, ακούει γέλια και βήματα. Σκέφτηκε ότι μάλλον ήρθαν τα παιδιά. Παιδιά που λέει ο λόγος. Έβλεπε να πλησιάζουν κυρίες, καθωσπρέπει με φούστες μίντι και κιλά μίντιουμ και κάτι νεαροί μάλλον συνταξιούχοι και αμέσως ξέρει ότι την πάτησε και η λίμπιντο κάνει μπάντζι τζάμπινγκ και είναι με το κεφάλι ανάποδα και κάνει ζουμ ιν/ζουμ αουτ στη χαράδρα ενώ οι νεαροί έχουν πάθει αυχενικό χαζεύοντας την δική της και οι κυρίες μοιάζουν έτοιμες να ψάλλουν το τροπάριο της Κασσιανής. Ο ζωγράφος κρατάει τη βελόνα που μετράμε στο σχέδιο, μοιάζει λίγο με μαέστρος, όμως τους βάζει σε τάξη, ενώ εκείνη έχει ήδη μουδιάσει. Πώς θα μείνει έτσι για 4 ώρες; Τουλάχιστον με τα φυλλάδια κουνιέσαι και λίγο. Εδώ άμα κουνηθεί πάει η φωτιά, θα πηδήξει απέναντι. Δεν είμαστε για τέτοια.
Μόνο το κεφάλι της διόρθωσε ο ζωγράφος. Αυτό το ¾ το κινηματογραφικό που το έχει από φυσικού της. Χαρτιά, πινέλα μουσική, ρολόι στον τοίχο. Δεν το είχε φανταστεί ακριβώς έτσι. Είχε στο μυαλό της 18χρονα και πιτσιρίκες που θα έβραζε το αίμα τους, θα ζωγράφιζαν όρθιοι με τέτοια ένταση που θα την ανατρίχιαζαν οι γραμμές από τα μολύβια τους στο χαρτί. Αυτοί κάθονται σε σκαμπό, σκύβουν πολύ μήπως δούνε κάτι περισσότερο από το πίρσινγκ στον αφαλό, χαμογελάει σαν πεθαμένη, κοιτάει και τον μαέστρο έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Αυτός βέβαια έχει το σωστό ύφος, τη σβελτάδα στα χέρια και τη ματιά που δεν διαφέρει πολύ από κάποιον που έχει συγκεντρωθεί να λύσει εξίσωση. Δεν ήθελε καν να δει τι φτιάχνουν οι άλλοι. Πάντως βλέπει νερομπογιές. Είναι και δύσκολη η ακουαρέλα. Δεν τους έδινε κάρβουνο μωρέ να την γεμίσουν μουτζούρες. Ετούτοι εδώ στάζουν έρωτα. Τα χαρτιά παπαριάζουν, τα χέρια τρέμουν και οι κυρίες σίγουρα ζωγραφίζουν λουλούδια και δράκους στην ρόμπα της. Η πλάτη της καίει. Οι προσαγωγοί τρέμουν και αυτό το ούτε-κάθομαι-ούτε-ξαπλώνω, αν και είναι η τέλεια ισομετρική άσκηση, την έχει πεθάνει.
Τα παράθυρα ανοιχτά. Βρίσκεται μάλλον στον 8ο. Βγάζει ένα αεράκι, που κάπως φυσάει το σατέν και νιώθει πιο αμήχανα απο κύριο που του φυσάει ο νοτιάς το περουκίνι. Χαρούμενοι μικροί ζωγράφοι στην αίθουσα. Οι κυρίες γελάνε κρυφά, όμως όλοι ζωγραφίζουν. Τίποτα δεν χαλάει τη στιγμή. Μένει ήρεμη, το φάγαμε το μισό. Κάνει ταξίδια νοερά. Έγινε και μια μικρή παύση. Το δεύτερο κομμάτι πέρασε όπως στο σινεμά μετά το διάλειμμα. Είχε αλλάξει στάση. Ούτε που τη διόρθωσε κανείς. Είχαν πέσει οι ώμοι. Έκλεινε τα μάτια, τα άνοιγε. Το ίδιο εκανε και με τα πόδια. Εύχεται τουλάχιστον να έχει εμπνευστεί ο δάσκαλος. Τέλος χρόνου. Τα πινέλα κάτω. Κάτω κι εκείνη. Πονάει παντού. Εντελώς σαν να μοιράζει φυλλάδια. Πριν σηκωθεί, έριξε μια τελευταία μάτια στο κορμί της. “Φαντάσου πόση μπογιά θα έχουν χαλάσει για να φτιάξουν τόσες καμπύλες”, σκέφτηκε και γέλασε. Ο ζωγράφος είπε ευχαριστώ. Τα παιδιά την χειροκρότησαν. Έκανε και μια υπόκλιση χωρίς το χέρι στο στήθος. Έχει αγωνία. Γύρισαν τα σχέδιά προς το μέρος της. Όλοι έχουν ζωγραφίσει το πρόσωπο της. Αν και το μάθημα ήταν “πορτραίτο”, ο αέρας συνέχισε να της φυσάει τα εσώψυχα και να τα σκορπάει σαν φυλλάδια.