Τα τηλεοπτικά προγράμματα και οι εξ αυτών εικονες άρχισαν να πλατυάζουν επικίνδυνα, και δεν εννοώ μόνον εκπομπές του τύπου «γεια χαραντάν ορε παιδιά» που ούτως η άλλως εκτελούνται απο κοτσονάτα γηρατειά. Αναφέρομαι σε μία βαθιά φιλοσοφική κρίση που διακατέχει τους διαφημιστές. Τα σποτάκια, έγιναν σποτ, τραβηγμένα από τα μαλλιά, μελωμένα, με ευσυγκίνητες φωνές, είτε μιλάμε για ηλεκτρικό ρεύμα ή για τηλεφωνική εταιρεία ή ακόμη για κανένα γιαουρτάκι.
Είναι της μόδας το κλέπτειν και το τσιμπολογείν, οπότε οι διαφημίσεις δεν σε χτυπάνε μεν με παντζούρι, αλλά το ρόπαλο του μπέηζμπωλ, το έχουν διαθέσιμο. Ρίγες και αστροναυτικά σαλτανάτια διαρρέουν ένα ανθρώπινο μυαλό που ατενίζει μελαγχολικά ηλιοβασιλέματα και πολύ κονσήλερ στα μέτωπα των μοντέλων. Ένα Επικούρειο άγχος συγκρούεται με ένα Σπινοζικόν αμάλγαμα αμώμου ατμοσφαιρικής Ηθικής.
Κοντολογής, ακούγονται ασυναρτησίες ζηλευτές που θα αθώωναν και τον πιο τολμηρό λογοκλόπο.
Τι συμβαίνει και ο καταρρέων χρόνος έγινε μια εφέσιμη διαδικασία να μη λανσάρεις καν ένα προϊόν, και γιατί αυτή η μαστιχωτή, σπάταλη χρήση αλόγιστων λεπτών της ώρας; Η απάντηση δε παρουσιάζει δυσκολίες: έπεσε σινάχι στην αγορά, ο τηλεοπτικός χρόνος δεν είναι πλέον ακριβός, επειδή το κοινό δεν αγοράζει, αλλά αγοράζεται.
Δεν θυμάμαι άλλη εποχή όπου ανά τακτά χρονικά διαστήματα να βγαίνει ένας ποκοπίκος, ήτοι ανθρωπάκι με αντιλήψεις, και να λανσάρει εαυτόν με πρόγραμμα, βρέξει-χιονίσει. Τα θέματα δεν ταυτίζονται πλέον με τα ψέμματα, αλλά κάποια στοργική χερούκλα τα ανακατεύει, προκαλώντας απλώς σύγχυση.
Και οι διαφημιστές, εφευρίσκουν πλάνα, μαζί με τους τοπιογράφους του ελληνικού φωτός, όπου το πιο συνηθισμένο θέαμα στον τόπο είναι μια κιτρινόχρωμη παραλία, άδεια σαν κουφιοκέφαλο που λειτουργεί ως κράχτης ενός τόπου που δεν θα πατήσει κανένας.
Βλέπετε οι αμμουδιές του Ομήρου και άλλα ευάρμοστα, κατά φρικτήν πλειοψηφία, ζέχνουν. Και τα πράσινα φυλλώματα, οι κουκουναριές και οι θάμνοι κρύβουν κάτω από το δέρμα της φύσης ένα απερίγραπτο σκουπιδαριό. Τα πανοραμικά πλάνα δείχνουν ανεπίληπτα, αλλά όλα κρίνονται από το ζουμ των οφθαλμών του αυτόπτη και εκεί, το μαγικό τοπίο χτίζεται όπως λάχει.
Αλλάζει η Αγορά, αλλάζει. Όπου και να ταξιδέψεις, η Ελλάδα δεν σε πληγώνει πια. Αλλά κάποιος να μαζέψει τις γάζες και τις σερβιέτες και τον κατασκηνωτικό χρυσόν αιώνα, ανάμεσα σε χιλιάδες κενά ενοικιαζόμενα, όπου ο υπουργός τουρισμού βρίσκεται στα νύχια ενός Ευαγγελάτου και γυάλινος χαρτοπόλεμος ξεσκιζει τις καρδιές.
Η υπόλοιπη χώρα, ένα ανάλατο μελάτο αυγό.