Aυτές τις τυφλές μέρες που τες βασανίζουν οι εορτασμοί και οι νοσταλγίες είναι δωρεάν, συνήθως γράφω και συμμαζεύω την άλαλην και μπάλαλην κληρονομία μου — κανένα ποίημα που ξεκινούσε με το «ένας αδέξιος στίχος/ και φιστίκια στην αγκαλιά» αλλά ανάθεμά με να θυμάμαι πώς συνέχιζε, ένας αρχαίος φίλος να χαμογελάει στο Φαίη Σμπουκ κι ας είχες να τον ιδείς από την αντιβασιλεία Ζωιτάκη, και πάντα με μισό βλέφαρο ανοιχτό στην τηλεόραση ή σε καμιά ταινία ή σειρά που βλέπω λαθραία.
Ο νέος χρόνος μου έμαθε πως ο παροδικός μου ήρωας των ημερών, ο Ράγκναρ Λόθμπροκ, από τη σειρά Vikings, υπέστη μαρτυρικό θάνατο που ο ίδιος επέλεξε, ώστε η κάθαρση των τελευταίων επεισοδίων να φέρει φρικτούς θανάτους στους σταυρωτήδες του.
Αλλά ο Χήρστ, που δουλεύει τη σειρά (όπως εκειός ο Φράνζ Ντέλγκερ που το παίζει Αμερικάνος και μάλλον είναι εγγόνι του άλλου Ντέλγκερ του βυζαντινολόγου επί Κατοχής, και κεντάει στο Game of Thrones) δεν χρειάζεται να κουραστεί πολύ: η νίκη του Γουλιέλμου του Κατακτητή είναι σίγουρη, οι Αγγλοσάξονες θα πάρουνε τομπούλο, η μεγάλη καταγραφή του Domesday Book, έναν αιώνα μετά τις ομοειδείς βυζαντινές, θα κάνει τους επιστήμονες να χάσκουν θεοειδώς.
Με λίγα λόγια, όσο αίμα και όσο κεφαλοκλείδωμα κι αν πέσει στις στρατιές των οπαδών που λένε «γαμώτη, καλά που δε ζούμε εκείνα τα χρόνια — τι βία ρε παιδάκι μου καλά που οι γκόμενες που παίζουν είναι μακρόταλες» λίγοι θα αντιληφθούν ότι ο σαρκικά ακάλυπτος Μεσαίων είναι μαλακιούλες μπροστά στην σύγχρονη βία, ιδίως του Μέλλοντος που Επέρχεται.
Στο άκεφο ζάπινγκ των τελευταίων λεπτών που μένω ξύπνιος πριν παραδοθώ στον ενύπνιο θρήνο, πήρε το μάτι μου σκηνούλες από μια απερίγραπτη παλούκα που εχάρηκα χρόνια πριν, κι εννοώ εκείνο το Mamma mia, ντυμένο μουσικά από τους ΑΒΒΑ και όπου οι ηθοποιοί τραγουδάνε α λα μανιέρ των Ομπρελών του Χερβούργου.
Τρυφερά αρχαία ξεκωλιάσματα νέων ντιλετάντι στο μαγευτικό Αιγαίο των Σποράδων, Νταμούχαρη και έτσι, με βασικό σεναριακό ιστό το «τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά» και στη θέση του Ιναγκάντανταβίντα και των Ντηπ Περπλ, των Them και έστω, του Λάκη Τζορντανέλλι, άντε και της Λόλα Φαλάνα, οι Άμπα, ορε πούστη μου, οι Άμπα!
Από τα χρόνια του Λιτλ Ρίτσαρντ που παίζει ροκ σε ένα πιάνο με μια παρέα αράπηδες με σαξόφωνα το 56 και τον παρακολουθούνε μόνον ασπρουλιάρηδες έκτακτοι με τον Μπιλ Χαίηλη σε ένα τραπέζι, ως την μπλού Χαουάη με το Έλβις και την Ανν Μαργκαρετ και τους πέτσινους μομπς, αμή και την περίοδο των συγκροτημάτων και ντωντ μπογκαρντ δατζόηντ μα φρεντ και μετά πανκιά και γκλάμ και πλέη μπουζούκι για μένα, εκατομμύρια πιτσιρικάδες, με τα σέα και τα μέα τους φανατίστηκαν με την ελληνίδα άμμο στα γυμνά απόκρυφά τους, κι όποιος έζησε και επέζησε, χαλάλι του!
Αρνήθηκα την ίδια τη μνήμη μου, όταν σκέφτηκα που στο διάολο ήμανε αρχές της σεβεντίλας, πουθενά οι Άμπες, και κατέληξα πως έβλεπα μια παραλλαγή των Vikings στο πιο μιούζικαλ. Αντί Βίκινγκς στην Νορθούμπρια, τώρα Σουηδέζοι χαζοχαρούμενοι να ρημάζουν την Εγγλέζικη σκηνή των σέβεντις και τα πλήθη να γουστάρουν. Ες Ω Ές, μαλάκα μου και Ουότερλου. Και ο Γουλιέλμος ο κατακτητής να αλλάζει τον Βρεττανικό νότο. Τότε στο Χέηστηνγκς, τώρα όπως ο Πιρς Μπρόσναν στην Νταμούχαρη.
Καλά τα λέγαμε τότε, μα ποιος μας άκουγε:
Στο μοναστηράκι Βαυαροί χωροφυλάκοι/ Μες στην αντηλιά, χορεύουν μπρος στον βασιλιά/ Ζωιτάκη