Κάθε μέρα πετυχαίνω πολλές κυρίες καθώς περιμένω στη στάση του λεωφορείου. Μάλιστα έχω περιμένει τόσες ώρες συνολικά στη ζωή μου στη στάση του λεωφορείου και έχω σκεφτεί πολύ τη ζωή μου. Από ανήλιαγα πρωινά του Φεβρουαρίου μέχρι καστανοκόκκινα απογεύματα του Αυγούστου και από δροσερά μεσημέρια του Απριλίου μέχρι νωχελικά βράδια του Ιουνίου… περνάει η ζωή. Λοιπόν, οι κυρίες. Οι περισσότερες κυρίες που πάνε στον φούρνο της γειτονιάς με την επιγραφή ότι είναι παραδοσιακός φούρνος με ξύλα από το 1928 και έχει μισοσβηστά φώτα και είναι και ερείπιο, αλλά βγάζει κάποιες οκές ψωμιά και μυρίζει η γειτονιά σαν αγκαλιά μανούλας και μαξιλάρι με πούπουλα και ύπνος ελαφρύς όταν έχουν φύγει όλοι από το σπίτι, φοράνε αυτήν την μαύρη περιβολή με την μαύρη μίντι φούντα τη χαχόλικη και το καλτσάκι στο χρώμα του δέρματος γυρισμένο στον αστράγαλο και την παντούφλα με τις τρύπες. Πριν πάρουν το ψωμί, το βάλουν υπό μάλης και πάνε σπίτι να δουν τα γεμιστά ή το χοιρινό στην κατσαρόλα, ρίχνουν μία ματιά στα κηδειόχαρτα της κολώνας. Τα διαβάζουν λέξη προς λέξη. Μια καθημερινή τελετουργία. Εμείς τη γλυτώσαμε μπορεί να λένε. Η να δουν σε ποια κηδεία να πάνε για να φάνε κόλλυβα και να συλλυπηθούν. Εγώ τα κοιτάω γιατί πάντα εντυπωσιάζομαι από τα επώνυμα. Όλο πεθαίνουν αυτοί με περίεργα επώνυμα στη γειτονιά. Αν είσαι Παπαδόπουλος σε προσπερνά ο Χάρος. Ισως να είναι βέβαια όλα θέμα συγκυριών,γιατί ξέρω και παπαδόπουλους που έχουν πεθάνει. Από την άλλη πώς τον έλεγαν τον Μαθουσάλα στο επώνυμο;
Σημειώσεις πραγματικότητας #20190110
10-01-2019