Ομογενείς γειτόνων, ωσαύτως ανησυχούντες.
Πόσο έχουμε ξεφύγει;
20-03-2018

Ο Πρόεδρος της Βουλής παρατήρησε πως κάποιοι «έχουν ξεφύγει» επειδή πιέζουν εγγράφως και προφορικώς ότι θα δικάσουν, θα λοιδωρήσουν και θα κάνουν δύσκολη τη ζωή των βουλευτών που θα ψηφίσουν παραλλαγή, είτε της ενδιάμεσης συμφωνίας, είτε των προτάσεων που πρωτακούστηκαν στο Βουκουρέστι. Δηλαδή, μια ονομασία των γειτόνων με συστατικό το όνομα που έχουν ενσωματώσει στο δικό τους Σύνταγμα.

Παμμακεδονικές ή όχι, εξ ομογενών ή  από το εσωτερικό της χώρας, δεν παύουν να είναι ένα λόμπι. Το οποίο έχει συμμάχους, υποστηρικτές και υπερασπιστές. Δεν είναι πρωτοφανές το φαινόμενο, αφού δεν λείπουν οι χώρες που το έχουν αντιμετωπίσει ή το αντιμετωπίζουν. Από πολύ παλιά, πιστέψτε το. Μήτε είναι μη αναμενόμενο. Και σπανίως έχει να κάνει μόνο με το όνομα! Ο Ρούζβελτ να δείτε τι προβλήματα προσπαθούσε να κατασβέσει με τους ομογενείς του των Βαλτικών χωρών που αριτσώνονταν όποτε φαινόταν πως ενδεχομένως θα ήταν σύμμαχος των Σοβιετικών, τον καιρό του πολέμου.

Η «έρις περί το όνομα» συμβαδίζει με ένα άλλο φαινόμενο, που απλοϊκά χαρακτηρίζω «φόβο της απόσχισης». Δηλαδή συρρίκνωση της πατρίδας απ’ όπου κατάγονται (η πολέμησαν γι αυτήν) και επιστροφή στις εθνοτικές συρράξεις του προπερασμένου αιώνα που δε λένε να κοπάσουν. Η ψύχα αυτής της συμπεριφοράς, είναι κλάδος από τον ίδιο κορμό που οι νησιώτες, λόγου χάρη, κατάφεραν να απορρίπτουν τα υποβρύχια καλώδια για την ηλεκτροδότησή τους, φορτώνοντας τον λογαριασμό στους συνέλληνες ή στον δήμαρχο εκείνον που δεν ήθελε στάση μετρό στην Αγία Παρασκευή.

Με δεδομένα τα βυτία «ενημέρωσης», «εκπαίδευσης» και «πεποίθησης» που ενστάλαξε η Παιδεία μας, επί δεκαετίες στην Ελλάδα, συνεργούσης και της «Μεγάλης Ιδέας», του «πάλι με χρόνια με καιρούς» και της παράλληλης περιφρόνησης «των λαών του Ζάσταβα», παλιότερα των «γουρνομύτηδων» και βέβαια «της κόκκινης μηλιάς» (γι’ άλλη περίπτωση) και πάλι λίγους τους βρίσκω τους διαμαρτυρομένους. Διότι η μόνη «εθνική γραμμή» που επικρατεί σε κάπως ανασφαλή κράτη, παραγόμενα κυρίως από τους υπηρετούντες την «Εθνική αφήγηση», είναι η παραγωγή ευλήπτων, άκρως κατανοητών και απέθαντων επιλεγμένων μύθων ή γεγονότων μη σφαιρικά ιδωμένων.

Τα φυλλώματα του δέντρου που προανέφερα, ανάλογα με το σκιασμό ή ηλιασμό που δέχονται, απλώνονται σε ποικίλα κοινωνικά φαινόμενα: απ’ το να εξαγριώνεσαι που αμφισβητείται το κρυφό σχολειό, ενώ καμαρώνεις ωσάν το παγόνι για την έκρηξη της ελληνικής παιδείας επί Οθωμανών. Να σκοτώνονται οι Μήλιοι όταν τους κλέβουν την Αφροδίτη τους ή να θρηνούν οι Σαλονικιοί όταν βλέπουν τις «Μαγεμένες» τους στο καράβι για την ξενητειά, αλλά να ρίχνουν τους αρχαιολόγους στη θάλασσα εάν εμποδίζουν την «ανάπτυξη». Αφήνω τις εδραίες πεποιθήσεις πως όπου να ‘ναι, αύριο πρωί, θα να πεθάνει ο φασισμός. Εξάλλου και οι γιούφτοι είναι πείξιοι και δείξιοι, αλλά τες συμφωνίες με τους ρηγάδες τους τις πράττουν μια χαρά οι διαπραγματευτές ψήφων.

Οι κυβερνήσεις και οι Βουλές είναι δίβουλες, όσο και οι παμμακεδονικές συσπειρώσεις. Αμφότερες υποφέρουν από ένα εσωτερικό σαράκι: την ψηφοθηρία που μπορεί να λαθέψει το καμάκι και να εκτοξευθεί  τζάμπα, οπότε θήραμα γιοκ.

Ναι, έχουμε ξεφύγει. Πολύ. Όσο η Ιστορία χώνεται στην Πολιτική, νοθεύονται αμφότερες.