Πρωίας περιβάλλον
20-03-2021

Πρέπει αυτές τις μέρες να συμπληρώνω ένα έτος περίκλειστος και μάλιστα δίχως προαυλισμό. Όχι πως μου έλειψε το εξωτερικό περιβάλλον. Στο δωμάτιο που κατοικώ, συχνά βρέχει. Διότι υπήρξα ορκισμένος εχθρός των λυρικών τοπίων, των μακροσκελών τηλεφωνημάτων τύπου «εδώ αι αναμνήσεις και άλλα άγρια θηρία», των διανυκτερεύσεων δίχως αύριο. Μέσα σε ένα έτος, πρέπει να επισκέφθηκα ίσως και τρία ιατρεία. Λάθος, πέντε.

Τυχαίνει να είμαι εθισμένος σε βαρβαρικές ρουτίνες. Δεν αντιλαμβάνομαι τη γλυκύτητα της έκφρασης «βγαίνω να πάρω τον αέρα μου», ή της άλλης «να προσέξω αν ανέβηκε το ζάχαρο». Εργάζομαι όσο και στα είκοσι, και στα πενήντα. Καμιά φορά ξενερίζω και μια πέτρα, ριγμένη από άγνωστο χέρι, θρυμματίζει το τζάμι του ωραρίου. Τότε γίνομαι, στιγμιαία, ενορατικός. Θυμάμαι, όσο πατάει η γάτα, λίγα κειμενάκια που έγραψα για τους «Άγαμοι θύται» και για μια θνησιγενή στήλη σε εφημερίδα, καμιά φορά με πιάνει άγχος που καθυστέρησα μια συνεργασία που ουδέποτε μου ζητήθηκε, αλλά προσγειώνομαι σχετικά εύκολα στην πραγματικότητα. Και, μεταξύ μας, άρχισαν να μου αρέσουν μερικές «ασκήσεις θανάτου». Για την αλητεία, όχι για προσκόλληση στο αγγλικό spleen.

Πάντα ανακαλώ και θα ανακαλώ τοπία από την παρεγκεφαλίδα: τα σπίτια στο Μπανφ της Σκωτίας, ένα φωτογραφικό στούντιο για ένα διαφημιστικό ενός αμερικάνικου ηχείου, εικόνες από ταινίες, ακόμη και μερικές που σιχαίνομαι, ώρες που αναπολώ τους ελάχιστους φίλους μου, μερικά λεπτά μέσα σε μια σπηλιά όπου μπήκα και δεν ήξερα πώς να βγω, ή να κατέχομαι από την προσωρινή πεποίθηση πως πρέπει να δοκιμάσω πάλι ένα κουρκούτι που λέγεται χαβίτς.

Η μόνη ώρα που με αγανακτεί πλην δε λέω να την ακυρώσω, είναι το επίμονο ψευδολόγημα που καθημερινώς αναπτύσσεται στην ειδησεογραφία, καμωμένο από σκύμνους της πιάτσας, όλο και πιο αδιάντροπα ξετυλιγμένους. Και με τη Φαραώνα διαλυόμαστε καμιά φορά από τα γέλια, ερμηνεύοντας τα πένθη της ζωής ως μια παρέλαση χαμένων προσώπων που δεν θα υπάρξουν πια.

Μόνο κάποια φορά που πείθομαι να με ματιάσει το φεγγαράκι, κοιτάζω μια γύρα το περιβάλλον στα Κυβέλεια και στα Σεπόλια (όχι τα αττικά, αλλά το γωνιακό Chez Paul όπου μαζευόμασταν πριν τις καραντίνες και σχολιάζαμε) και η συγγραφική ιδέα, κάνει μια φούρλα 3600 μοιρών και πλακώνομαι στο πληκτρολόγιο. Κάποια στιγμή, λέω, θα φιλοτιμηθώ να διαβάσω τι σκατά γράφω.

Ετικέτες: ΕγκλεισμόςΜΜΕ