Περαίωσις
15-05-2019

Ενδιαφέρεσαι να βρεις κάποια φόρμα;

-Όχι. Ενδιαφέρομαι να το λήξω. Περαίωσις.

-Για να δω… Μα… Ειδικά τα βιβλία… Δεν πρόλαβες καν να τα ανοίξεις. Δεν έπρεπε να γραφτεί, να υπογραφεί, να παραδοθεί πρώτα κάτι για να μπορείς να κλείσεις λογαριασμούς; Τι χρωστάς; Τι σου χρωστάνε; Πού είναι γραμμένα αυτά;

-Εγώ βρέθηκα σε αυτό το πάρε δώσε για την ψυχή μου. Δεν μ’ ενδιέφερε να θησαυρίσω. Ναι, να συναλαγώ, όμως τι είχα να πάρω περισσότερο από αυτό που μπορούσα  να δώσω, για να ψάξω να βρω τη χασούρα; Είδα κάποιον που κολύμπαγε δίπλα μου. Βγήκα έξω, του ετοίμασα μια πετσέτα για να μην κρυώσει. Αυτό δε σημαίνει ότι το ‘ριξα στις τουριστικές επιχειρήσεις. Ένιωσα ότι πρέπει να αποχαιρετούμε με αγάπη κάθε πλάσμα που φεύγει από τη ζωή ή από τη ζωή μας, να συνοδεύουμε κάθε μεγάλο ή μικρό θάνατο. Αυτό δε σημαίνει ότι έγινα νεκροθάφτης.

-Εδώ είναι υπηρεσία. Τα καταλαβαίνω όλα αυτά που μου λες, αλλά δε μπορώ να τα λάβω υπ’ όψιν μου.

-Το ότι τα καταλαβαίνεις είναι από μόνο του ένα μεγάλο βήμα. Μόλις έπαψες να είσαι ο κύριος Ψ. Γραφειοκράτης. Θα αποκτήσεις  υπόσταση και όνομα  μέσα στις αναμνήσεις μου. Το δικό σου, ένα δικό μου για σένα, δεν έχει σημασία… Έχεις σώμα και σκιά πια.

-Θα πρέπει να σου  κάνω μερικές συγκεκριμένες ερωτήσεις. ’Άκου με, λοιπόν, προσεκτικά και απάντα μου όσο πιο απλά και συγκεκριμένα μπορείς.

-Παρακαλώ…

-Υπάρχει κάτι που έμαθες να κάνεις καλά όλον αυτόν τον καιρό;

-Έχω μάθει να μη ζητάω. Ω, ναι, σ’ αυτό μπορώ να πω με σιγουριά ότι έχω γίνει καλλιτέχνης. Ό,τι μπορούσε κάποιος να μου δώσει ήταν για μένα αρκετό. Αλλά ποτέ να επιδιώξω, να απλώσω το χέρι, να εκλιπαρήσω. Έμαθα να μην υποχρεώνω κανέναν, ποτέ, για τίποτα.

-Μόνο αυτό;

-Όχι βέβαια, η εμπειρία είναι μεγάλη, είναι κι άλλα. Έμαθα την ειλικρίνεια του γυμνού κορμιού. Στην αρχή το νόμιζα άσχημο, έτσι που μένει εκτεθειμένο στο φως και στο αισθητήριο της όρασης. Με τον καιρό κατάλαβα ότι τα ρούχα είναι αυτά που το μορφοποιούν, το δείχνουν όμορφο ή άσχημο, αδύνατο ή χοντροκομμένο.Ή πραγματικότητα του όμως είναι κάτι πέρα από αυτή την κομψή απάτη. Γυμνό κορμί απέναντι σε γυμνό μάτι. Εκεί αναμετριέται η αλήθεια. Οι  ατέλειές του είναι η ομορφιά αλλά και ο χάρτης. Τι θα καταφέρεις να μάθεις από ένα φασκιωμένο σώμα; Οι αμυχές του, οι ραγάδες, τα στίγματα ,οι ελίτσες είναι η ιστορία του. Κοιμήσου δίπλα σε ένα γυμνό κορμί. Ξύπνα μέσα στη νύχτα, κοίταξέ το προσεκτικά. Θα αντιληφθείς με τον καλύτερο τρόπο ότι αυτά που θα γυρέψεις να βρεις πάνω του δεν καταγράφονται στα περιοδικά.Το πρώτο πράγμα που θα αιχμαλωτίσει τη ματιά σου είναι το θάμπος του, που γίνεται αντιληπτό με το πρώτο βλεφάριασμα .Ύστερα οι κόχες του με τα μυστικά τους. Το δέσιμο των οστών με τη σάρκα .Το σώμα μας είναι τα κόκαλά μας. Χωρίς τον ιστό η σάρκα θα έρεβε σαν άδειο σακί. Ψηλάφισε ένα ένα τα κόκαλα και θα καταλάβεις με τι άνθρωπο έχεις να κάνεις. Κι έπειτα, οι μυρουδιές… Ποια φωτογραφία, ποιος πίνακας  μπορεί να αποδώσει ή και να προδώσει την οσμή της ανθρωπιάς, του έρωτα ,της κούρασης, της απογοήτευσης, της αγωνίας;;;

-Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι. Πάντα τη φοβόμουν τη γύμνια. Τόσο των άλλων όσο και τη δική μου. Φοβάμαι ότι όσο εύκολο είναι σε μένα να κάνω δεικτικά σχόλια, το ίδιο εύκολο και παραπάνω είναι και για τους άλλους να σχολιάσουν εμένα. Έτσι δε δέχομαι ποτέ τη γυμνή πραγματικότητα  ενός ανθρώπου, για να μην αναγκαστώ να εκθέσω και τη δική μου.

-Δεν σκέφτεσαι κάτι βασικό, αυτός είναι ο λόγος. Κι αυτό είναι το τρίτο πράγμα που έμαθα όλον αυτόν τον καιρό. Ξόδεψα πολύ χρόνο και μεγάλη ενέργεια για να το καταλάβω, όμως τώρα πια είμαι σίγουρος. Ο άνθρωπος αγαπιέται με τις χάρες του. Αν η ομορφιά ήταν το βασικό κίνητρο για να έρθουν δυο άνθρωποι κοντά, δεν θα υπήρχε ζωή πάνω στον πλανήτη. Κοίτα γύρω σου τον κόσμο. Υπάρχουν τόσες μορφές στη φύση που ο άνθρωπος θα βιαζόταν να τις κακοχαρακτηρίσει. Ο μυρμηγκοφάγος, ένα άσχημο ζώο, η τσουκνίδα, ένα άσχημο φυτό, η κατσαρίδα, ένα σιχαμερό ζωύφιο, δήθεν ατελείς μορφές που κανένας ζωγράφος δε θα έμπαινε στον κόπο να απαθανατίσει πάνω στον καμβά. Κι όμως, όλα τα όντα βρίσκουν τη θέση τους επάνω στη Γη και δημιουργούν μια τέλεια αρμονία. Όλοι οι οργανισμοί βρίσκουν για χιλιετίες, ακόμα και κάτω από την καταστροφική συνύπαρξή τους μαζί μας, τον τρόπο να διαιωνίσουν την ύπαρξή τους. Κι αυτό γιατί κρύβουν μέσα τους τη δύναμη και την ομορφιά της ζωής. Αυτή είναι η χάρη τους. Κι αυτή η χάρη υπάρχει και μέσα στους ανθρώπους, όσο κι αν εμείς την έχουμε λησμονήσει και κάνουμε τα πάντα για να την εξαφανίσουμε. Αν δεν υπήρχε η χάρη να φέρνει τους ανθρώπους κοντά, δε θα υπήρχαν ευτυχισμένοι γέροι, ευτυχισμένοι ανάπηροι ή άρρωστοι άνθρωποι. Ξέρω, δεν είναι πολλοί, αλλά υπάρχουν και θα ‘πρεπε να είναι οι φάροι μας. Αν δεν υπήρχε η χάρη, δε θα υπήρχε και η χαρά και όλοι θα μέναμε μόνοι με τα πρώτα σημάδια της παρακμής ή της ατέλειας. Όμως όχι! Μπορούμε και συνεχίζουμε να αγαπιόμαστε χωρίς το δεκανίκι της τελειότητας.

-Τα έχω καταγράψει όλα πολύ προσεκτικά. Και, μα την αλήθεια μου, σαν σωστά μου φαίνονται. Μα, απορώ… Έφτασες τόσο κοντά στην πραγματικότητα ,στην ουσία των πραγμάτων και μπόρεσες, όπως λες, να παραμείνεις περήφανος και να μη ζητάς τίποτα από τους ανθρώπους γύρω σου. Μετά απ’ όλα αυτά, γιατί να θες να βάλεις τέλος;;;

-Φίλε μου -με αυτό το ενδιαφέρον σου για μένα, μπορώ να σε αποκαλέσω έτσι-όσα πράγματα κι αν έμαθα κι όσο κι αν πάλεψα να κρατηθώ ακέραιος, υπάρχει κάτι που δε μπόρεσα ποτέ να το μάθω. Ή μάλλον, έμαθα κάτι στρεβλό και δεν έχω καταφέρει ακόμα να το ισιώσω. Έμαθα να φεύγω μακριά. Κι  αν όλα τα προηγούμενα έγιναν κτήμα μου για να έχω να σπέρνω τους σπόρους μου και να επιβιώσω, για όσο μου απομένει να ζήσω, η φυγή έγινε δεύτερη φύση μου και δεν με αφήνει να δρέψω τους καρπούς μου. Ποτέ μου δεν κατάλαβα πως είναι να πολεμάει κανείς. Ίσως να φταίει που τα γονίδια μου έχουν ξεχάσει αυτή την πανάρχαια συνήθεια των ανθρώπων. Όπως το αρνί παραδίνεται αμαχητί στο στόμα και στην όρεξη του λύκου, χωρίς να ξέρει να παλέψει για τη σωτηρία του, έτσι κι εγώ μένω άπραγος τις στιγμές που πρέπει να παραγκωνίσω έναν άλλον άνθρωπο, που πρέπει να διεκδικήσω την ευχαρίστηση του θυμικού μου και να ζήσω μέχρι εκεί που δεν πάει όσα πραγματικά τραβάει η ψυχή μου. Μα πώς, στ΄ αλήθεια, να συμβιβαστώ με κάτι τέτοιο; Στα μάτια μου πάντα η διεκδίκηση έκρυβε μια ατιμία. Πώς είναι δυνατόν να διεκδικήσεις κάτι που η ζωή δε θέλει να αφήσει απλόχερα μπροστά στα πόδια σου; Είναι σαν να την αγνοείς, σαν να θέλει να τη βγάλεις τρελή για τις επιλογές της. Έτσι, έμαθα με την πρώτη ανάποδη ζαριά να παρατάω την παρτίδα, να φεύγω  μακριά για να μη στερήσω από κάποιον άλλο την ηδονή που στερούμαι οικειοθελώς εγώ. Γι΄αυτό και σήμερα, νέε μου φίλε, βρίσκομαι εδώ μπροστά σου. Ήρθε η ώρα για ακόμα μία φορά να κλείσω τους λογαριασμούς μου με το παρόν και, με την καρδιά κάπως κολοβωμένη και το μυαλό θολωμένο αλλά με συνείδηση καθαρή, να τραβήξω ολοταχώς προς το μέλλον. Αυτό είναι το μόνο μου πατρικό, το μόνο μέρος που μπορεί να με καλοδεχτεί μετά την αναποδιά και την αποτυχία. Εκεί που ξέρω ότι θα με περιμένει πάντα ένα  πιάτο αισιοδοξίας κι ένα φιλόξενο κρεβάτι στρωμένο με ελπίδα. Γι’ αυτό, καλέ μου φίλε, κάνε γρήγορα, κλείσε τα βιβλία μου πριν με βρει το σκοτάδι.

-Έκλεισαν τα χρέη σου με το παρόν. Έγιναν πια παρελθόν. Με την υπογραφή μου και τη σφραγίδα μου και με ένα απότομο δυνατό χτύπημα για να φύγει από τις σελίδες η σκόνη, θα σαι έτοιμος να φύγεις. Δώσε μου μόνο λίγα δευτερόλεπτα… Λήξις.