Η περίπτωση της επιδημίας του κορονοϊού, που δύναται να εξελιχθεί σε πανδημία, χαρακτηρίζεται από μια ιδιαιτερότητα: είναι ήπιας μορφής (χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας). Τελικά, όμως, εξαιτίας της ηπιότητάς της θα πλήξει πολύ μεγαλύτερη μερίδα τού πληθυσμού απ’ ό,τι θα συνέβαινε στην περίπτωση που θα χαρακτηριζόταν από πολύ υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Το ότι ο ιός θα πλήξει θανάσιμα μόνο ευπαθείς ομάδες του συνολικού πληθυσμού, κάνει αυτομάτως τις υπόλοιπες, μη ευπαθείς, ομάδες να στέκονται απέναντι στον ιό με μια στάση ανεμελιάς· με μια στάση σχεδόν σκωπτική. Γιατί; Γιατί αν δεν θίγεσαι εσύ ο ίδιος, τελικά, δεν έχεις κίνητρο να είσαι όσο προσεκτικός θα ήσουν αν κινδύνευε η ζωή σου. Ο φόβος φυλάει τα έρημα. Αλλά αναλογιστείτε και κάτι άλλο. Όσο δραματικό κι αν είναι το γεγονός ότι τελικά θα νοσήσει και θα καταλήξει μεγάλο ποσοστό των ευπαθών ομάδων, δεν παύει να είναι γεγονός πως ο ιός θα αφήσει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σχεδόν ανεπηρέαστο. Κι όμως…
Η επιδημία του κορονοϊού, ενός ήπιου ιού, είναι μια εξαιρετική ευκαιρία να παρατηρήσει κάποιος σε ζωντανό χρόνο τις αντιδράσεις του πλήθους· είναι μια εξαιρετική ευκαιρία να δει κάποιος στην πράξη τόσο τον παραλογισμό, όσο και τη λογική που διέπει το πλήθος. Τόσο στην Κίνα όσο και στην Ιταλία παρατηρούμε τους περιορισμούς που επιβάλλονται· παρατηρούμε την αναστολή διαφόρων ελευθεριών: κατ’ οίκον περιορισμός, απαγόρευση μετακίνησης πέρα από αυστηρά καθορισμένες γεωγραφικές συντεταγμένες. Παρατηρήστε πώς η σκωπτική διάθεση του πλήθους από τη μία, συνοδεύεται, από την άλλη, με μια υπόκωφη ανησυχία για το πώς θα εξελιχθεί όλο αυτό που δεν παύει να είναι πρωτόγνωρο. Το ξέσπασμα μιάς ήπιας μορφής επιδημίας παρουσιάζει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να δοκιμάσει μια κεντρική μορφή εξουσίας ποικίλους τρόπους ελέγχου μιας τεράστιας μερίδας πληθυσμού. Τι υπαινίσσομαι; Τίποτα.
Κι όμως, κι όμως… Διάβαζα χθες το άρθρο που επισυνάπτω από εδώ στο οποίο διατυπώνεται η θέση ότι οι επιδημίες, όπως επίσης και άλλες μεγάλες καταστροφές όπως πόλεμοι και επαναστάσεις, υπήρξαν, ιστορικά, οι μεγαλύτεροι εξισωτές ανισοτήτων. Λέει ο αρθρογράφος, και αυτό ακούγεται πολύ στενάχωρο, ότι η δημοκρατία από μόνη της δεν μειώνει με συνέπεια τις ανισότητες· το κλείσιμο της ψαλίδας, η μείωση των ανισοτήτων, έρχεται σχεδόν πάντα ως επακόλουθο άφατου πόνου· πόνου τόσο γι’ αυτούς που χάνουν τη ζωή τους, όσο και γι’ αυτούς που επιζούν. Η περίπτωση του κορονοϊού, εκτός κι αν δεν γνωρίζουμε όλα τα δεδομένα, θα είναι κάτι παροδικό που σύντομα θα ξεχαστεί. Αυτό που δεν θα ξεχαστεί όμως είναι το πόσο γρήγορα και εύκολα και εύλογα έχουν ανασταλεί διατάξεις που αφορούν την ελευθερία μετακίνησης ανά την επικράτεια, όπως και πόσο γρήγορα και εύκολα και εύλογα έχουν επιβληθεί κατ’ οίκον περιορισμοί, ακόμα και σε απολύτως υγιείς ανθρώπους. Αυτό που δεν θα ξεχαστεί είναι το πόσο εύκολα ενσταλάχθηκε λελογισμένος φόβος, άμεσα και αποτελεσματικά, σε δισεκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Αν λοιπόν μια επιδημία με υψηλά ποσοστά θνησιμότητας υπήρξε στο παρελθόν ο μεγάλος εξισωτής, ποιος θα παραβλέψει το γεγονός, όταν όλο αυτό θα έχει πια ξεθυμάνει, ότι ένας ήπιος ιός αποδείχθηκε ακριβώς το αντίθετο (από έναν μεγάλο εξισωτή ανισοτήτων)· αποδείχθηκε ένας εκπληκτικός μηχανισμός ελέγχου των μαζών· ένας εκπληκτικός μηχανισμός που σε στιγμές αναταραχών και αποσταθεροποίησης θα μπορούσε να κάνει την εμφάνιση του, ως ένας άλλος, έμβιος πια Λεβιάθαν, με σκοπό την επανασταθεροποίηση και τη διαιώνηση του στάτους κβο.