Έμεινα χάσκοντας κι έπειτα, ήρθαν οι μέλισσες. Δηλαδή κεντρίνες ήταν.
Αρχές Αυγούστου του 1974, δεν τα κατάφερε ένας γιός μου. Χάθηκε πρόωρος και μοιραία με στιγμάτισε. Έκτοτε γνώρισα ή ανάθρεψα παιδιά γεννημένα στο τέλος της δικτατορίας. Και γνώρισα παιδιά φίλων μου, κάπου εκεί, μερικά σήμερα κλείνουν τα πενήντα.
Μέσα στο φαρμάκι μου, είδα στο βλέμμα τους όλη τη διαδρομή της μεταπολίτευσης.
Δεν μπορεί, σκεφτόμουνα, δεν θα μας μοιάζουν, δεν θα είναι χύμα και προσκολλημένοι σαν κι εμάς.
Κι έμεινα εκστατικός, βλέποντάς σε να γελάς ανάμεσα σε γυναίκες,όπως γελούν στις επετείους και στις προκαθορισμένες εμβληματικές στιγμές. «Εἴθοις Σαββάτης μὴ ἐγεννήθη» έκραζαν οι Πράσινοι στον Ιουστινιανό, εννοώντας τον Σαββάτιο, τον πατέρα του.
Ω, μη μου ανησυχείς. Εγώ αισθάνομαι Σαββάτιος. Εγώ δεν γεννήθηκα. Κάτσε και κλώσσαε τ΄αβγκά και άμα περάσεις από Σαλονίκη, μήνα μου να φεύγω. Θα σε καλέσουν σίγουρα διότι. Σύμφωνα με το άσμα «να χαμηλώναν τα βουνα, να δω τη Σαλονίκη τα μεσάνυχτα, την πόρτα σου άνοιξα»
Παίζει και το «διαβάς ες Μακεδονίαν, βοήθησον ημίν». Σαββάτιος-ξεσαββάτιος, τέτοιο παιδί δεν μεγάλωσα, δεν ανάστησα και δεν καμάρωσα.