(Περιμένοντας μια προσημασμένη απόφαση του Κ.Α.Σ.)
Όταν επιμένω πως έπρεπε να λέγεται και να δρα ως υπουργείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς, συνήθως δέχομαι ένα κρύο ντους. Στη ραχοκοκκαλιά.
Κάθε ιστορική διαδρομή, είναι και μία επανεκκίνηση μιας περιόδου, συχνά σε συνυπάρχουσες, ισότιμες πολιτιστικά στρώσεις. Δεν είναι υπερβολή πως κάθε ανασκαφή είναι μία σφαγή νηπίων και κάθε αναστήλωση, η επικράτηση μιας ανώριμης ιδέας πάνω σε ανυπεράσπιστα και απροστάτευτα ερείπια.
Σε κάθε περίπτωση, ο ανασκαφέας πάντα κάπου θα σταματήσει. Αλλά είναι επίσης υποχρεωμένος να καταστρέψει τα εποικοδομηματα της στρωματογραφίας στην οποία στοχεύει, καθώς υπάρχουν εποχές και περιοχές, προσημασμένες και ανήμπορες να τσιρίξουν, να φωνάξουν, να διαμαρτυρηθούν.
Να διατηρηθεί η διασταύρωση; Ασφαλώς! Βεβαίως! Και θα έλεγα, παρά τις παμπόνηρες καθυστερήσεις, «πάλι καλά που πρόλαβαν!» Διότι οι Θεσσαλονίκειες αρχαιότητες συμπιέζονται εδώ και αμέτρητα χρόνια από την πολυόροφη φάουσα που καταπατάει τυραννώντας ό,τι βρέθηκε κι ό,τι θα βρεθεί!
Τα επιχειρήματα γίνονται καπνός και σκόνη, αν έμπαιναν προτεραιότητες στην πολιτιστική κληρονομιά. Κανονικά, έπρεπε από την εμφάνιση αυτής της κλείδωσης του ρωμαϊκού και βυζαντινού κανάβου της πόλης, να έπαυε κάθε διχογνωμία: η αξία των ευρημάτων όφειλε να δημιουργήσει (α) πυρετό αναζήτησης εναλλακτικών λύσεων για τον σταθμό Βενιζέλου και (β) ακύρωση της κατασκευής, αν καμία εναλλακτική δεν ήταν πειστική. Το μετρό της πόλης μια χαρά θα ήταν χωρις σταθμό Βενιζέλου. Εξάλλου ο φόρος «αίματος» από τον σταθμό Αγίας Σοφίας και τον Σταθμό Σιντριβανίου με τις εμβαλωματικές λύσεις αρκούσε.
Ίσως μια τελευταία ελπίδα για να υπάρξει σταθμός, θα ήταν να διερευνηθεί κατά πόσον θα ήταν αρκετές δύο κάθοδοι προς τις έτοιμες σήραγγες, όχι αναστατώνοντας τους υπάρχοντες δρόμους, αλλά κατεβαίνοντας στα βύθια μέσω του οικοπέδου που χρησιμοποιείται ως πάρκινγκ του παλαιού Δήμου, δίπλα στο «Αλκαζάρ» αλλά και της πλατείας μπροστά από το Μπεζεστένι.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό στους πάντες πως η πολιτιστική κληρονομιά δεν είναι ένα μαύρο κουτί που μπαίνει ενέχυρο δια πάσαν νόσον. Ο «κληρονομικός κάναβος» στη χώρα μας είναι σταθερός, χωμένος στην γη από 30 εκατοστά έως και υπερ τα δέκα μέτρα, δεν υπάρχει τυχαίο εύρημα, η διασπορά των αρχαιοτήτων μοιάζει με τα ρήγματα σεισμού που αναζητούν οι σεισμολόγοι για τα πορίσματά τους. Υπάρχουν αρχαιότητες που, αναλόγως ιστορικής περιόδου, απαντώνται κάθε μία η δύο ώρες με τα πόδια, στην καλύτερη περίπτωση. Στον ελληνικό αστικό ιστό, η κατάσταση είναι αρκούντως τραγική για να είναι ελέγξιμη η προβλέψιμη.
Ο Ολέθριος συνδυασμός Κτισμάτων και Υποδομών στο Κέντρο της Θεσσαλονίκης, δεν προβλέπεται να μειωθεί ή να σιγήσει, όσο υπάρχουν άχτιστα οικόπεδα και ανάπηρες ψευτοϋποδομές. Και μόνο που τόλμησαν να χαράξουν μετρό σε έναν ανθισμένον λειμώνα αρχαιοτήτων ήταν μια τελείως λανθασμένη πρωτοβουλία αμαθών πολιτικών και αρχοντοχωριατιάς.
Η γη της Θεσσαλονίκης, έχει ένα ιδίωμα: μπήγει φωνές διαμαρτυρίας. Δεν αντέχει άλλους βρυκόλακες να την τσιμπολογούν τις νύχτες.