Ο λευκός θόρυβος της ύπαρξης
02-02-2020

«Στιγμιότυπα μας απέδειξαν την ορθότητα της πορείας μας προς τον προπονητήν του ιδίου φαντάσματος της προελεύσεως των ονείρων και του καθενός κατοίκου της καρδιάς μιας παμπαλαίας πόλης».

(Ανδρέας Εμπειρίκος, Κλωστήριον Νυκτερινής Ανάπαυλας, Υψικάμινος)

«Αυτό κάνω εγώ για να προστατεύσω τον εαυτό μου απέναντι στα αξιοθαύμαστα συμβάντα της φύσης. Σκέφτομαι μια λέξη».

(Zero K, σ. 254)

Ο συγγραφέας θα διηγηθεί ένα παραμύθι και με κάθε ευκαιρία θα επιμείνει στα της μυθοπλασίας. Θα επιμείνει ότι η δημιουργία, όσο κι αν απαντάει στα ερεθίσματα της πραγματικότητας, λαμβάνει χώρα μέσα στο κενό μηχανεύσεων του μυαλού του. Ο συγγραφέας θα αποποιηθεί των ευθυνών και των ερμηνειών που έπονται από το παραμύθι του. Από την άλλη όμως, είναι αυτός που θα απαιτήσει την προσήλωση και την πίστη μας στα μάτια του για να μας μεταφέρει το όραμά του. Ο ΝτεΛίλλο ανήκει σε αυτή την ειδική κατηγορία δημιουργών, το έργο των οποίων κάνει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο δυσδιάκριτη. Ο ΝτεΛίλλο ανήκει στην κατηγορία των δημιουργών που δεν είναι ακριβώς προϊόντα της εποχής τους γιατί υπάρχει σοβαρή πιθανότητα τα πράγματα να έχουν έρθει αντίστροφα: ο ΝτεΛίλλο ανήκει στην κατηγορία δημιουργών που η εποχή τους δύναται να έχει υπάρξει προϊόν των οραμάτων τους. Η γραμμή αυτή που ανέφερα, η γραμμή ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο, ανάμεσα στο υποκείμενο και τον κόσμο, που τείνει να εξαφανίζεται στο έργο του ΝτεΛίλλο, μαρτυράει την αγαστή συνέργεια υποκειμένου και πραγματικότητας σε ένα αδιατάρακτο συνεχές δημιουργίας. Ένα συνεχές που ενίοτε φαντάζει αινιγματικό και δυσνόητο, ακριβώς επειδή παραμένει συνεχές με συνέπεια και δεν υποκύπτει στον πειρασμό των εύκολων λύσεων: των καθαρών διακρίσεων.

«Δεν ξέρω τις λεπτομέρειες ή την ορολογία, ξέρω όμως ότι το οπτικό νεύρο δεν λέει όλη την αλήθεια. Η όρασή μας απλώς υπαινίσσεται τα αντικείμενα. Τα υπόλοιπα είναι επινόηση δική μας, εμείς αναπαράγουμε ό,τι είναι πραγματικό, αν δηλαδή, φιλοσοφικά, υπάρχει κάτι τέτοιο που μπορούμε να το αποκαλούμε πραγματικό» (Zero K, σ. 53).

Η ανάγνωση του Zero K (ΖΚ) με έστειλε πίσω στο White Noise (WN). Το βιβλίο του ογδοντάχρονου ΝτεΛίλλο με έστειλε πίσω, στο βιβλίο που τον έβαλε στο χάρτη. Το WN εκδόθηκε το 1984· όταν ο συγγραφέας ήταν 48 ετών. Πώς φαντάζει σήμερα ένα βιβλίο γραμμένο 35 χρόνια στο παρελθόν; Ανατριχιαστικά φρέσκο. Το WN μού κίνησε το ενδιαφέρον γιατί θεώρησα ότι είχε βαθύτερη σχέση με το ZK. Το θυμόμουν, το είχα διαβάσει στις αρχές των ‘00, ως μια σπουδή στον θάνατο, και από πολλές απόψεις είναι ακριβώς αυτό. Ο μεσήλικας τότε ΝτεΛίλλο αφήνεται σε μια απολύτως κατανοητή για την ηλικία του περιήγηση στο τερέν της εποχής. Αλλά διαβάζοντας κάποιος ξανά σήμερα το WN, διαπιστώνει ότι είναι και ένας καταστατικός χάρτης μιας εποχής που δεν είχε ακόμη ανατείλει. Το WN προλογίζει το ZK και την εποχή του, που ήρθε ως επακόλουθο της κυριαρχίας του διαδικτύου. Η εικόνα της Αμερικής που σκιαγραφείται μέσα από τις σελίδες τού WN περιγράφει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα μιας χώρας που έχει ήδη αρχίσει να παρουσιάζει σημάδια υπερκορεσμού στη μιντιακή διείσδυση. Το γεγονός όμως ότι εγώ, σήμερα, που έχω την ηλικία που είχε ο ΝτεΛίλλο το 1985, μπορώ να αφουγκραστώ τις ανησυχίες που τον ώθησαν τότε στη συγγραφή του βιβλίου οφείλεται σε όλα όσα ακολούθησαν. Γιατί μπορεί η Αμερική της δεκαετίας του ‘80 να μην είχε καμία σχέση με την Ελλάδα του ‘80, αλλά το σήμερα στέκεται αδυσώπητα συγχρονισμένο κάτω από μια ομπρέλα μιντιακής κυριαρχίας που έχει σκεπάσει την επικράτεια του πλανήτη.

Το ZK μιλάει για την πορεία ενός δισεκατομμυριούχου, του Ρος Λόκχαρτ, προς τη λύση της κρυογονικής συντήρησης του σώματός του με απώτερο σκοπό την επαναφορά του στη ζωή όταν οι συνθήκες θα επιτρέπουν την αθανασία. Αν και το σενάριο της κρυογονικής δεν δρέπει δάφνες πρωτοτυπίας, ο ΝτεΛίλλο καταφέρνει να το εμπλουτίσει με τη θεωρητική σκευή που θα του προσδώσει την απαραίτητη μυθοπλαστική αιχμή. Και το καταφέρνει αυτό ακριβώς επειδή δεν καταφεύγει σε ευκολίες επιστημονικής φαντασίας αλλά διατυπώνει μια σειρά καίριων φιλοσοφικών ερωτημάτων που βασίζονται σε λογικές προεκτάσεις της σημερινής πραγματικότητας. Το ΖΚ είναι ένα μυθιστόρημα που ίσως απογοητεύει με την οικονομία και την ελλειπτικότητα της γραφής του αλλά τελικά ανταμείβει τον προσεκτικό αναγνώστη που θα βρει σε αυτό όλα τα στοιχεία που κάνουν τον ΝτεΛίλλο έναν τόσο καλό παρατηρητή της πραγματικότητας· έναν τόσο πρωταρχικό κατασκευαστή κόσμων.

«Οι άνθρωποι λένε για τα μοναδικά γεγονότα, για τις απίθανες καταστάσεις – λένε ότι κανείς δεν θα μπορούσε να τα φανταστεί. Όμως κάποιος το φαντάστηκε, όλο αυτό, και να που βρισκόμαστε εδώ» (σ. 113, Zero K).

Πίσω από κάθε επιστημονικό επίτευγμα, πίσω από κάθε μεγάλη ανακάλυψη, βρίσκεται πάντα ένα έξω-θεωρητικό όραμα. Η επιστήμη μπορεί να υπακούει σε αυστηρούς κανόνες μεθοδολογίας και να υπάγεται σε ενδελεχείς εσωτερικούς ελέγχους, αλλά η κινητήρια δύναμη πίσω από τα μεγάλα βήματα εντοπίζεται τις περισσότερες φορές σε μια ιδιοσυγκρασιακή προσωπικότητα που αρχικά θα λοιδορηθεί από την ίδια την επιστημονική κοινότητα, κυρίως από την επιστημονική κοινότητα, αλλά και από το κοινό. Ο συγγραφέας, για να αποφύγω τις παρανοήσεις, επουδενί δεν μετουσιώνει αυτή την ιδιοσυγκρασιακή προσωπικότητα. Ο καταμερισμός εργασίας του (ύστερου) καπιταλισμού δεν επιτρέπει τέτοιες αμετροέπειες, και ο ΝτεΛίλλο το γνωρίζει καλά αυτό. Ο συγγραφέας συνιστά, συνήθως, την πηγή έμπνευσης της προσωπικότητας αυτής. Ο συγγραφέας, στην εποχή μας, είναι ο κοσμικός προφήτης που θα στήσει την τέντα του μέσα στην «έρημο του πραγματικού», θα ανέβει στην κονίστρα για να παλέψει με τους δαίμονες, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο παθιασμένα, και θα γεννήσει την ιστορία· την ιστορία με διττή σημασία: ως αφήγηση αλλά και ως μελέτη και καταγραφή του αποτυπώματος του ανθρώπου στον κόσμο. Η ιστορία αυτή, θα αναλάβει τον ρόλο της: θα αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τον δημιουργό που με τη σειρά του θα μετασχηματίσει την πραγματικότητα.

Προσέξτε τα λόγια του Ρος Λόκχαρτ:

«Πίστευα ότι ήμουν σοβαρός άνθρωπος. Η δουλειά που έκανα, η προσπάθεια, η αφοσίωση. Μετά, αργότερα, ο χρόνος που αφιέρωνα σε άλλα πράγματα, στην τέχνη, εντρύφησα σε ιδέες, παραδόσεις, καινοτομίες. Μου άρεσε πολύ, είπε. Το ίδιο το έργο, ένας πίνακας στον τοίχο. Μετά άρχισα να ασχολούμαι με τα σπάνια βιβλία. Πέρασα ώρες σε βιβλιοθήκες, μέρες, σε χώρους περιορισμένης πρόσβασης, και δεν ήταν από ανάγκη να αποκτήσω κάτι» (ΖΚ, σ. 40).

Ο ΝτεΛίλλο γράφει τα βιβλία που στον πυρήνα τους κυοφορούν τις ιδέες που θα σκανδαλίσουν αυτό το είδος ανθρώπου που δεν κινητοποιείται «από ανάγκη να αποκτήσ[ει] κάτι». Αυτό το είδος ανθρώπου που μπορεί να ενορχηστρώσει μια αλλαγή παραδείγματος: μια αλλαγή στην πραγματικότητα.

Σε κάποιο σημείο στο WN υπάρχει μια συζήτηση για τη χρησιμότητα των σπουδών στον Χίτλερ (Hitler studies) στις οποίες ειδικεύεται ο ήρωας ως καθηγητής σε ένα μικρό πανεπιστήμιο. Ο ΝτεΛίλλο κάνει έναν παραλληλισμό, εν είδει αστεϊσμού, με τις σπουδές στον Έλβις (Elvis studies). Κοιτάζοντας πέρα από την ειρωνεία και το χιούμορ: ο Χίτλερ παραλληλίζεται με τον Έλβις σε μια απόπειρα να φανεί η επιθυμία του (οπαδικού) πλήθους να παραμένει κρυμμένο στην ανωνυμία τού πλήθος, αψηφώντας πολλές φορές το ηθικό πρόσημο της προσωπικότητας που κάθε φορά το καθηλώνει. Και έτσι όπως φαντάζουν να στέκουν οι δύο (Χίτλερ – Έλβις), στις άκρες ενός δίπολου, πέρα από την ειρωνεία και το χιούμορ για την εμμονή των Αμερικάνων σε τέτοιου είδους σπουδές, μπορεί, τώρα, τριανταπέντε χρόνια μετά την έκδοση του WN, να διακρίνει κάποιος μια άλλου είδους ειρωνεία στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Ντον ΝτεΛίλλο αποτελεί σήμερα αντικείμενο σπουδών: “DeLillo studies”. Και αυτό μάς κάνει να επιστρέφουμε στο WN με διαφορετικά μάτια, από διαφορετική σκοπιά: ο ίδιος ο συγγραφέας, που έχει συνεισφέρει στην αποτύπωση μιας εποχής, φαίνεται ανήμπορος, ακριβώς σαν τον ήρωά του, να αποστασιοποιηθεί και να βρει καταφύγιο πάνω και πίσω από το σημείο εποπτείας που του προσφέρει η δεινή ικανότητα θεωρητικοποίησης της εποχής του. Ο ογδοντάχρονος ΝτεΛίλλο τού ZK έχει και ο ίδιος εγκιβωτιστεί στην εποχή του. Σε μια εποχή στην οποία, μέσα από το συγγραφικό του έργο, έχει συνεισφέρει τα μάλα για να την περιγράψει αλλά και, κυρίως, για να τη συνδιαμορφώσει. Ο ΝτεΛίλλο τού Zero K, από τη σκοπιά του μακρινού πια WN, έχει βρεθεί, αρκούντως, εντός τού μέλλοντός του. Έχει και ο ίδιος γίνει προϊόν προς σπουδή, και άρα προς πώληση, μέσα από το έργο του ασκώντας στο πλήθος όχι τη γοητεία ενός Χίτλερ ή κάποιου Έλβις, αλλά ικανή σαγήνη για να καθηλώνει και να υπαγορεύει στο πολυάριθμο αναγνωστικό κοινό το όραμά του.

Το White Noise παίρνει το όνομά του από τον λευκό θόρυβο που εικάζει ο ήρωας ότι μπορεί να χαρακτηρίζει τον θάνατο.

– What if death is nothing but sound?

– Electrical noise.

– You hear it forever. Sound all around. How awful.

– Uniform, white. (WN, p. 228)

Και βέβαια ο τίτλος του βιβλίου δεν οφείλεται σε αυτό το μεμονωμένο σημείο αλλά στον Λευκό Θόρυβο της μιντιακής πραγματικότητας που, ως άλλο λάιτ μοτίφ, έχει διαποτίσει κάθε έκφανση της ζωής των ηρώων του βιβλίου. Ηρώων, που σε τακτά χρονικά διαστήματα ακούνε(;) τον ήχο αυτό με τη μορφή διακριτικών ονομασιών προϊόντων που αιωρούνται ανάμεσα στις γραμμές τού ίδιου του κειμένου.

“The  Airport Marriott, the Downtown Travelodge, the Sheraton Inn and Conference Center.” (WN, 18)

“Dacron, Orlon, Lycra Spandex.” (WN, 62)

“MasterCard, Visa, American Express.” (WN, 119)

“Panasonic.” (WN, 277)

Παρατηρήστε τώρα τι γράφει ο ΝτεΛίλλο στο ΖΚ τριανταπέντε χρόνια μετά:

«Κάθεσαι μόνος σε ένα ήσυχο δωμάτιο στο σπίτι και αφουγκράζεσαι. Τι ακούς; Όχι την κίνηση στο δρόμο, ούτε φωνές ή τη βροχή ή ένα ραδιόφωνο” είπε. “Ακούς κάτι, αλλά τι; Δεν είναι οι ήχοι του δωματίου ή οι ήχοι του περιβάλλοντος. Είναι κάτι που ενδεχομένως αλλάζει όσο η προσοχή σου εντείνεται, δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο, και ο ήχος δυναμώνει – δεν δυναμώνει ακριβώς, αλλά κάπως διευρύνεται, εμπεριέχει τον εαυτό του, περικλείει τον εαυτό του. Τι είναι αυτό; Ο νους, η ίδια η ζωή, η ζωή σου; Ή μήπως είναι ο κόσμος, όχι η υλική μάζα, η γη και η θάλασσα, αλλά αυτό που κατοικεί τον κόσμο, η πλημμυρίδα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το βουητό του κόσμου. Εσύ το ακούς ποτέ;» (Zero K, σ. 149)

Ο λευκός θόρυβος τού White Noise κάνει ξανά την εμφάνισή του. Αυτή τη φορά όμως δεν έχει τη μορφή διακριτικών ονομασιών συγκεκριμένων προϊόντων, αλλά τού πρωταρχικού προϊόντος: της ίδιας της ζωής και της προσωπικότητας.

Η κρυογονική λύση ως απόλυτη μορφή κοσμικής θρησκείας υποδηλώνει την εμμονή για απόλυτο έλεγχο· την πλήρη απουσία Θεού. Δεν υπάρχει πλέον τίποτα το απρόβλεπτο και άρα δεν υπάρχει πλέον χώρος για πίστη. Το ερώτημα της πίστης αντιστρέφεται: δεν αναζητούμε την απόδειξη ύπαρξης του Θεού, που κάνει την ύπαρξή του περιττή, γιατί ακυρώνει την έννοια της πίστης, αλλά την απόδειξη ανυπαρξίας τού Θεού μέσα από την κατάκτηση της αθανασίας που σπρώχνει προς το ερώτημα της χρησιμότητας του Θεού σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζει τον θάνατο.

Το Zero K συνιστά μια διαρκή απόπειρα εννοιολογικής προσέγγισης. Έναν αγώνα για τον ορισμό, που αποτυπώνεται γλαφυρά μέσα από τη σχεδόν αυτιστική εμμονή του Τζέφρι να δίνει ορισμούς και ονόματα. Πώς μετασχηματίζεται η εννοιολογική σκευή απέναντι σε ένα μεταιχμιακό σκηνικό; Πώς καθορίζεται και αναπροσαρμόζεται το γλωσσικό οπλοστάσιο απέναντι σε μια αλλαγή παραδείγματος; Ο Τζέφρι, που από παιδί είχε εμμονή με τις λέξεις, και τους ορισμούς, και τις ερμηνείες, ξαφνικά, βρίσκεται στον παράδεισό του. Σε μια κατάσταση έμπλεη πολυσημίας. Στο κρυογονικό κέντρο με την ονομασία «Σύγκλιση»: το σημείο όπου συναντάται το τέλος με την αρχή.

«[…] για μια θερμοκρασία που την έλεγαν απόλυτο μηδέν, που αντιστοιχεί σε μείον διακόσιους εβδομήντα τρεις κόμμα δεκαπέντε βαθμούς Κελσίου. Ανέφερε κάποιο φυσικό ονόματι Κέλβιν, ήταν το Κ του όρου. Το πιο ενδιαφέρον πράγμα απ’ όσα μας είπε η οδηγός ήταν ότι η απαιτούμενη θερμοκρασία στις αποθήκες κρυοσυντήρησης δεν φτάνει στην πραγματικότητα το απόλυτο μηδέν, το zero K.

Ο όρος, λοιπόν, ήταν σκέτος θεατρινισμός […]» (σ. 159, Zero K) 

Όπου ο ίδιος ο ορισμός του όρου «Zero K», που αναφέρεται στο απόλυτο μηδέν της θερμοκρασίας κρυοσυντήρησης των υποκειμένων που εισέρχονται σε αυτό το ιδιότυπο καθαρτήριο, σχολιάζεται από τον ήρωα ως όχι ακριβώς απόλυτο μηδέν. Όπου η παραφθορά και η αποδόμηση του σχεδίου για τη μελλοντική, αθάνατη ύπαρξη ναρκοθετείται από την αρχή με την παρείσφρηση αποκλίσεων ακόμη και σε επίπεδα ορισμού. Όπου σε μια μεγαλειώδη μανούβρα, η γλώσσα, ως εμμονική εμμονή του ίδιου του ΝτεΛίλλο ενέχει μέσα της τον κώδικα της αστοχίας, λόγω πολυσημίας, του μέλλοντός μας. Στο τέλος, το Zero K, μέσα στους δρόμους του Μανχάταν, αποφαίνεται ότι υπάρχει μια ανακούφιση στη μονοτονία τού να πεθαίνεις πάντα στην ώρα σου.

«Είμεθα όλοι εντός του μέλλοντός μας».

 

– Ντον ΝτεΛίλλο, Zero K, μτφρ. Λ. Κουζέλη, Εστία, 2019.

– Don DeLillo, White Noise, 1984.