Ο ζητών ευρήσει (και πίνει από τη βρύση)
30-12-2017

Παίονες γαρ οι Βούλγαροι. Μη πείθου τοις βουβάλοις
Οι έτερον του Αξιού θέλουσι τον Βαρδάρην

Αι! το θρυλικό «μακεδονικό». Οι πηγές. Οι εκτιμήσεις. Τα «ρεάλια». Ακόμη και το δίστιχο του Τζέτζη, βρέθηκε κάποιος και το άλλαξε, προσθέτοντας στο λόγο του ένα ερωτηματικό: «Παίονες οι Βούλγαροι;»

Βάση μιας σειράς παραγωγικών συλλογισμών, που έδειχνε πως κάποιοι με όνομα που δεν δημιουργούσε παραγωγή «αφήγησης», αυτό που λέμε ατεχνώς legacy, αναζητούσαν μια άλλη ρίζα των δακρύων τους, είναι μια φευγαλέα πρόταση του Θουκυδίδη: Χονδρικώς, οι Έλληνες κατοικούσαν μια πόλη που δοξάστηκε επειδή ήταν ανίκητοι και τους καλούσαν οι γείτονες για να λύσουν ενόπλως τις διαφορές τους. Η κατάσταση εξελίχθηκε, καθώς πολλές πόλεις, ισχυρίζονταν πως ήταν Έλληνες, επειδή προκαλούσαν τον τρόμο και τον σεβασμό των γειτόνων. Από αυτό έως το «Ωραίος σαν Έλληνας» η απόσταση ήταν ζήτημα απόφασης.

Αλλά η Ιστορία δεν μοιάζει με ιατρικό συμβούλιο που οδηγεί σε αποκατάσταση υγείας ή σε θάνατο. Και πρέπει κάποιος να αφαιρεί με κριτική υπομονή αυτό το κρεμμύδι των προσχώσεων.

Οι πόλεις, τα κράτη, η εξουσία τους, χτίζονται κυρίως με λόγια και επιχειρήματα. Δηλαδή με λάσπη, και να μη την υποτιμάτε. Λάσπη χρησιμοποιήθηκε σε ένα θαύμα του Ιησού, για να αναβλέψει ένας τυφλός.  Για την παγκόσμια μυθοπλασία, η Γαία μας γέννησε. Οι βράχοι, το χώμα, οι πέτρες.

Επί πολλούς αιώνες, η Μακεδονία, υπό την θριαμβεύουσα εκδοχή της «θαυμάσιας πανελλήνιας εκστρατείας» έβγαλε ποδαράκια και άλλαζε τόπους και περιοχές. Απέδιδε την «μακεδονική δυναστεία» στα μέρη της Αδριανούπολης, από γενάρχη που δεν ήταν βέβαιος πως από την φύτρα του δεν ξεπήδησε γόνος της εξ Αμορίου δυναστείας. Μύρια τέτοια.

Τι κι αν ο Αριστίων, ο Παίων ηγετίσκος, ακολούθησε τον Αλέξανδρο στην στρατεία; Ποιος δίνει δεκάρα τσακιστή για την τύχη των Δαρδάνων, των Βεσσών, των Πετσενέγων και των Βανδάλων; «Πρέπει ο τόπος όνομα να βγάλει» κατά ένα μπερδεμένο στιχούργημα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Οι εθνογενέσεις μετά την βιομηχανική επανάσταση, χαρακτηρίζονται από την αναζήτηση και υιοθεσία μιας παλαιάς, λαμπρής δόξας.

Επί πολλά χρόνια, οι Γάλλοι ήθελαν την Βρεττάνη τους, οι απωασιάτες το Μούκδεν και την «εξωτερική Μογγολία» τους, και όταν επινοήθηκε, από τις χαράξεις του Άλλενμπι μια «Υπεριορδανία» κανένας δεν έδινε σημασία στην παραφορά των νικητών. Έτσι, αρκετές περιοχές απέκτησαν σήμανση που δεν παρέπεμπε σε κάποιον λαό. Τι σημαίνει άραγε «Τρανσυλβανία», πέραν ενός δάσους που έπρεπε να το διαβείς;

Τριάντα χρόνια επιμένω πως το λεγόμενο «μακεδονικό» μπορεί να επιλυθεί μόνον με τον εμπορικό κώδικα, επειδή μόνον έτσι διασφαλίζεται το κρασί Μποζωλαί, η φέτα, τα Αναστενάρια και η πολυφωνική μουσική.

Σταματήστε να παίζετε με τις λέξεις και βρείτε τα, οι κυβερνήσεις, κατά την πίεση που δέχονται και τις αγορές που ανοίγονται. Μήπως εμείς, αποδεχόμενοι «επαρχία Παιονίας» δημιουργήσαμε κανέναν Παίονα και δεν το έμαθα; Μήπως η περιφέρεια «Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης» δεν είναι ένα απλό, γεωστρατηγικό εύρημα, να έχωμεν την ησυχίαν μας; Και ποιος θεωρεί «πατρίδα του Ορφέα» το έρμο το Βολερόν, ενώ το ιδρωμένο ξόανο του ποιητή, αναπαύονταν στα πρόβουνα του Ολύμπου;

Τα Βαλκάνια, ανασυντάσσονται. Η Κρήτη, αβύθιστο αεροπλανοφόρο. Η Γιουγκοσλαβία, μια παροδική  ψευδαίσθηση. Τα κράτη του Βίσεγραδ, ζώνη μεθορίου για να περάσει στην αστάθεια η Ουκρανία.  Σλοβενία και Κροατία, έχουν τη ρότα τους. Το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, θέλει να ασκήσει στο νότο, το «σφράγισμα του ρήγματος και επίθεση». Τα Τίρανα και τα Σκόπια πρέπει να ενταχθούν στις νέες ισορροπίες. Τι απομένει; Κάτι Βοσνίες, κάτι Κόσσοβα, κάτι Μαυροβούνια.

Η εντός Ελλάδας πολιτική διαμάχη περί το όνομα, πιθανόν για άντληση κομματικών πλεονεκτημάτων.

Βρείτε τα, όσοι ζωντανοί, βρείτε τα με επενδύσεις, πόλεις Ουνέσκο, λαϊκό πολιτισμό και θα είναι ασφαλής ο ελλιμενισμός. Η έρις είναι για το ταρατόρι, τις τσούσκες και τα τσίπουρα, που μετά το τρίτο καρτούτσο, γεννάει νοσταλγίες μιας ανύπαρκτης εποχής.