Δεν έχει νόημα να ψέξω ή να επαινέσω κάτι για τους δύο αιώνες της εθνικής επετείου. Απλώς, εκτιμώ ότι ακολουθεί τελευταία και καταϊδρωμένη, ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης, άνευρης και άκεφης αφού η 25η Μαρτίου συνυπάρχει με εξαιρετικά κρίσιμα γεγονότα και εξελίξεις, όπως η πανδημία και τα ορφανά της.
Αλλά είναι τέτοιο το ταμάχι του Μεγάλου Εγκαινιαστή, τέτοια προσήλωση σε μία επικοινωνιακή ατζεντα που την ακολουθεί πιστά, ώστε προβλέπω να υπάρξει μια μέρα εορτασμού, όπως όλες οι προηγούμενες.
Δεν χρειάζεται καν να υπενθυμίσω πως δεν θα υπήρχε επανάσταση χωρίς τα γεγονότα που προηγήθηκαν, η τάση για αυτονομία του Αλή Πασεία, τα οργανωμένα δίκτυα εμπορίου και άνθησης τοπικών κοινωνιών, όπως τα Αμπελάκια και τα Μαντεμοχώρια, οι χρυσικοί και οι καραβοκύρηδες, ο έλεγχος του εξωτερικού εμπορίου και τα δίκτυα των Βλάχων, το «μαγικό» Κιουτσούκ Καϊναρτζή και οι διομολογήσεις, τα κεφάλαια που βρέθηκαν και οι φιλέλληνες που σκοτώθηκαν.
Ο εορτασμός αυτός εκκρεμεί. Μένει να τσακωθούμε βάζοντάς τα με το Μαυροκορδάτο ή κάποιον «πολιτευτάκια», να σβήσουμε τα καπάκια και τα πισωγυρίσματα, να ξαναμπουρδίσουμε τον Ανδρούτσο και να κλαίμε τον Καραΐσκο που τονε βάλαμε να τρέχει και να μη φτάνει υπό την μακαριότητα ενός στρατηγού άλλης κοψιάς.
Μπορεί να διαφωνείτε, αλλά αυτή η ανάσυρση της κυρίας Γιάννας από την αποστρατεία, με αναγκαστικά αμέτοχη και συρόμενη την Βουλή των Ελλήνων, ερμηνεύει την αμηχανία μου.