Δεν φέρεται ως πρωθυπουργός, αλλά ως διάδοχος ενός Κρόμγουελ. Η εκλογή, που προετοίμασε καλά, τον αφήνει αδιάφορο. Τον ενδιαφέρει η καθιέρωση μέσω θεσμών, θάνηδων, σερίφηδων και κυρίως, των μαγνάτων της μαρκιωνίας του. Επίσης ακούει με σεβασμό τις απόψεις του «κομουνίου των κυράδων», όπως επί Φραγκοκρατίας. Δυστυχώς κατοικεί εις τας Αθήνας, παλαιά ερείπια των Ατζαγιόληδων και όχι στον Κούλε και πλαισιωμένος από καστροφύλακες αυτοδέσποτους της Κύπρος, της Σικίνου, και με ένα συνοικέσιο να οργανώνεται των Γριμάλντι και άλλων εμπόρων στυπτηρίας που γιγάντωσε τα ρέπος στο χρηματιστήριο της Κοβαρούμπλα.
Μοιάζει οργανωμένος και ευπειθής. Αλλά το δικό του εικοσιτετράωρο λίγο απέχει από την σπαρίλα των προγόνων του, που τριγύριζαν την Καρβονοψίνα και την άλληνα, τη Λινόρα. Θα φάει συστημικό μπρέκφαστ με σύστημα. Θα ασκηθεί. Θα φιλοσοφήσει. Θα μιλήσει γερμανικά με την αδελφή του που καμιά φορά την στέλνει στον Ουνυάδη για συνεννοήσεις. Έχει μοιράσει ωρολογίως την στρογγυλή τράπεζα, παρέχει πρόγραμμα και είναι ο μόνος που δεν δουλεύει. Συζητά με τη Γκουίνεβιαρ, κάθε τόσο τρέχει στον βράχο του Άβαλον και τεστάρει αν το ιερό σπαθί μπαινοβγαίνει στην σχισμή του.
Κανένας δεν ξέρει τι ακριβώς κάνει. Περισσότερα ξέρει η Κυρά της Λίμνης, ο Γκάλαχαντ και κάθε τόσο, γράσο στον Εξκάλιμπερ. Ο ίδιος είναι ένας απλός πρωθυπουργός που δεν τον έχει πάρει ψηλά τον αμανέ και κυβερνάει με σημειώματα. Έχει απαγορεύσει να τον λένε «Αρθούρο», τώρα ξέρετε το γιατί: ήθελε να γίνει τσακ μπαμ ηγέτης, όχι πρωθυπουργός που θέλει επανεκλογές.
Και ξάφνου βγαίνει με ορμή και επικαλείται όρκους και Βαλχάλες, ομνύει στον Οντίν, απειλεί πως θα εξοντώσει τους ενόχους καλώντας τη σύνοδο των Βογιάρων κι εκεί που βαρέθηκα τελείως, εμφανίζεται ο τεράστιος πλέον, Τσίπρας ο αράθυμος, αμφότεροι μετράνε πόσα λεπτά τους άφησε να μιλήσουν η αρσενική οπτασία, αυτός των μνημονίων κι αρχίζουν αντάμα να πετάνε ο ένας στον άλλον τσάσκες γεμάτες από Κεντάκι μπουρμπόνι που είναι το χόλι γκρέιλ των Ελλήνων πολιτικών.
Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά ο Δελφίνος ήταν πάααρα πολύ αφστηρός (πάγοσε το έμα μου) και ο έναντι ρήτωρ σκέτο μπαρούτι, ήτοι στάχτη και πούλβερη. Αφού σκιάχτηκα.