Ορατότητα μηδέν
13-04-2020

Όσο η ορατότητα για το τέλος του κατ’ οίκον περιορισμού μειώνεται, τόσο πληθαίνουν οι φωνές που επισημαίνουν γιατί τελικά πρέπει σιγά σιγά να αρχίσουμε να βγαίνουμε από τα σπίτια μας και να επιστρέφουμε στους κανονικούς ρυθμούς μας, ακόμη και αν δεν υπάρχει μέχρι στιγμής θεραπεία και εμβόλιο. Έτσι λοιπόν, γίνεται διαρκώς επιτακτικότερο να αξιολογούμε τα επιχειρήματα ένθεν κακείθεν.

Στην αρχή τής φάσης που διάγουμε, όταν είχαν κάνει την εμφάνισή τους τα επιχειρήματα της βρετανικής κυβέρνησης Τζόνσον, με την περίφημη ανοσία αγέλης, είχα διαβάσει τον διαχωρισμό ανάμεσα στις δύο σχολές σκέψης: την ωφελιμιστική και την άλλη, που αποδόθηκε εύγλωττα στον Τζον Ρωλς, διαμέσου της οποίας η αξία έστω και μιας ζωής ανάγεται στον απόλυτο ιερό σκοπό. Είχε γράψει ο Κώστας Ρουμανιάς σε ένα άρθρο του στις 19 Μαρτίου στην Athens Voice (λινκ) :

«Η ωφελιμιστική προσέγγιση έχει ισχυρά σημεία κυνισμού: η ανθρώπινη ευτυχία, ακόμα χειρότερα, οι ανθρώπινες ζωές έχουν μεγάλο βαθμό υποκαταστασιμότητας: αν θυσιάσω 10 ανθρώπους τώρα για να σώσω 20 τον Σεπτέμβριο, είμαι κερδισμένος. Πόσο δε μάλλον αν έτσι μειώσω και τον αντίκτυπο στην οικονομία. Η Ρωλσιανή προσέγγιση ενέχει βαθιά ενσυναίσθηση. Όλο το φιλοσοφικό οικοδόμημα του Rawls βασίζεται στο ενσυναισθητικό επιχείρημα του «πέπλου αγνοίας», ενός πειράματος σκέψης που μας καλεί να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση του πιο αδυνάτου. Τα επακόλουθα συμπεράσματα της Ρωλσιανής προσέγγισης στέκονται στον αντίποδα: θα θυσιάσουμε την ευημερία, την οικονομία, την άνεση, ακόμα και στοιχεία της ελευθερίας του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού για να αποφύγουμε τον αγωνιώδη θάνατο των ευπαθών (αλλά όχι μόνο) ομάδων που θα πνίγονται μόνοι κι αβοήθητοι σε θαλάμους μαζικής εξόντωσης».

Το ερώτημα όμως εδώ στρέφεται εύλογα στο ποιος τελικά είναι ο πιο αδύναμος; Πώς μπορούμε να το αποφασίσουμε αυτό, αβασάνιστα, εφαρμόζοντας αυτή τη βαθιά ρωλσιανή ενσυναίσθηση;

Η επικράτηση, στο θυμικό των περισσοτέρων από εμάς αλλά και στο πνεύμα των επιλογών της πλειοψηφίας των κρατών, αυτής της δεύτερης θέσης, οδήγησε στους κάθετους (για όλους) περιορισμούς κατ’ οίκον, και τελικά μας έδωσε, ή θα μας δώσει λίαν συντόμως, την πολυαναμενόμενη τιθάσευση· το δάμασμα της διάσημης πια καμπύλης. Τα επιχειρήματα όμως που καλούν για την επιστροφή στην πρότερη κανονικότητα επιμένουν ότι οι διαφορές ανάμεσα στους κατ’ οίκον περιορισμένους είναι τόσο κραυγαλέα άνισες -εισοδηματικά, χωροταξικά, ταξικά, ψυχολογικά- που τελικά ενδέχεται να οδηγήσουν στην εξουδετέρωση του πνεύματος και της ουσίας του ρωλσιανού επιχειρήματος όπως αυτό χρησιμοποιήθηκε για να μας εισαγάγει στην περίοδο του κάθετου κατ’ οίκον περιορισμού. Εξηγούμαι: αν τελικά ο κατ’ οίκον περιορισμός οδηγήσει στην οικονομική εξαθλίωση εκατομμύρια ανθρώπους και συνακόλουθα οδηγήσει στο θάνατο ή σε βαριά ψυχολογικά νοσήματα μεγάλο ποσοστό αυτών των εκατομμυρίων, ή οδηγήσει σε θανάτους από ξεσπάσματα ενδοοικογενειακής βίας, τότε, η ρωλσιανή λογική προάσπισης του αδύναμου, με οποιοδήποτε κόστος για όλους τους υπόλοιπους, θα έχει, κατά κάποιο τρόπο, ακυρωθεί. Θα έχει ακυρωθεί και το όλο σκηνικό θα έχει μετατραπεί σε έναν θάλαμο μαζικής εξόντωσης που θα έχει τεθεί σε λειτουργία με τις ευλογίες και υπό την επίβλεψη των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων που επέβαλαν τους κατ’ οίκον περιορισμούς. Αν στο τέλος αποδειχθεί ότι με τον εγκλεισμό νόσησαν, ψυχολογικά και βιολογικά, περισσότεροι άνθρωποι από όσους υποδεικνύουν τα δραματικά νούμερα που αποτυπώνουν καθημερινά τα θύματα του κορονοϊού τότε η στρατηγική επιλογής του κατ’ οίκον περιορισμού θα έχει αποτύχει, όχι γιατί το «πέπλο άγνοιας» θα έχει χάσει την αξία του, αλλά γιατί ακόμα και οι ευπαθείς ομάδες που γλίτωσαν και θα συνεχίσουν να γλιτώνουν τον άμεσο θάνατο από τον ιό θα έχουν τελικά βρεθεί υπό την απειλή της οικονομικής, ψυχολογικής, και τελικά βιολογικής εξαθλίωσης· και, εδώ γίνεται ενδιαφέρον, το ίδιο το ρωλσιανό πέπλο άγνοιας, που είχε επιστρατευτεί για να προστατέψει τις ευπαθείς ομάδες αποδίδοντας δικαιοσύνη, θα έχει τελικά διευκολύνει την επώαση μιας κτηνωδίας.

Πού εντοπίζεται το μέγα πρόβλημα στον συλλογισμό που σας εξέθεσα; Ότι αυτή η διαπίστωση, ότι ο εγκλεισμός ενδέχεται να κοστίσει περισσότερες ζωές από τα θύματα της πανδημίας, είναι σχεδόν αδύνατο να υποστηριχθεί με την ευκολία και την αμεσότητα και την απλότητα που αποτυπώνονται οι νεκροί από την πανδημία. Γιατί 1) οι επιπτώσεις του εγκλεισμού θα ξεδιπλωθούν βασανιστικά αργά, και, κυρίως, 2) επειδή άμα τη επιστροφή στην κανονικότητα θα αρχίσουν να αναμειγνύονται οι επιπτώσεις του εγκλεισμού με τις επιπτώσεις από τη νέα κανονικότητα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν, σε επικείμενη έρευνα, με ακρίβεια και να ενταχθούν με αξιώσεις σε μια σοβαρή επιχειρηματολογία για να διαπιστώσουμε τι αντίκτυπο είχε τελικά ο εγκλεισμός. Για να το πω μπακάλικα, τα νούμερα που κοιτάζουμε όλοι κάθε μέρα· τα νούμερα των νεκρών από τον ιό, δεν θα βρουν το αντίστοιχό τους στους νεκρούς ή ψυχικά αρρώστους που θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των επακόλουθων του παρατεταμένου εγκλεισμού. Ας μη βαυκαλιζόμαστε λοιπόν, η εύκολη αποτύπωση των νεκρών συνιστά βασικό μοχλό στην επιλογή στρατηγικής για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η εύκολη σύνδεση αιτίας αιτιατού προάγει διαρκώς τη ρωλσιανή λογική, όπως την προάγει (και θα την προάγει) και η εξαιρετικά δύσκολη αποτύπωση αιτίας αιτιατού στη μετά κορονοϊό εποχή που έρχεται. Η απόδοση ευθυνών και το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται πάντα η ευθύνη αυτή, θα προσφέρουν πολύ περισσότερα πατήματα για να επικριθεί μια κυβέρνηση επειδή δεν απέτρεψε βέβαιους θανάτους, από το να πράξει έτσι ώστε να αποτρέψει αβέβαιους θανάτους (από αβέβαια αίτια). Γιατί αυτο που θα απουσιάζει στη μετά κορονοϊό εποχή θα είναι ακριβώς αυτό: η βεβαιότητα για το τι θα επιφέρει τους θανάτους.

Το όλο σκηνικό επομένως ανάγεται σε ένα κολοσσιαίων διαστάσεων έργο όπου ο καθένας από εμάς βιώνει μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Και τη βιώνει έτσι γιατί το στοιχείο της κοινωνικής επαφής και του συγχρωτισμού, που θα μπορούσε να συνεισφέρει στη δημιουργία μιας κοινής πραγματικότητας (μιας διυποκειμενικότητας) έχει δια νόμου απαλειφθεί. Ο κατ’ οίκον περιορισμός προσφέρεται για συμπεράσματα (μα σώσαμε μερικά εκατομμύρια) αλλά δυσχεραίνει τις εμπειρικές παρατηρήσεις που θα χρειαστούν λίαν συντόμως όσο θα βαραίνει ο παράγοντας «οικονομική εξαθλίωση».

Ταπεινή μου άποψη είναι ότι, λίαν συντόμως, η ρωλσιανή θέση, που κρύβεται πίσω από την αρχική σύλληψη του κατ’ οίκον περιορισμού για την προστασία των αδύναμων, θα πρέπει να δώσει τη θέση της σε μια ωφελιμιστική θέση με τη σταδιακή επαναφορά στην κανονικότητα βασισμένη σε ένα έστω υποθετικό υπολογισμό για το πόσες ζωές θα επιβαρυνθούν, δυσανάλογα βαριά, σε μια παρατεταμένη περίοδο εγκλεισμού.